«Ταύρος» η Goldman Sachs για μετοχές και Χρηματιστήριο Αθηνών

«Ταύρος» η Goldman Sachs για μετοχές και Χρηματιστήριο Αθηνών

Σε μια σαφή αναβάθμιση της στρατηγικής της στάσης έναντι της ελληνικής κεφαλαιαγοράς προχώρησε η Goldman Sachs, εντάσσοντας πλέον την Ελλάδα στις κορυφαίες επιλογές της για τις αναδυόμενες αγορές. 

Η επενδυτική τράπεζα ανεβάζει την τιμή-στόχο για τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών στις 2.100 μονάδες, υιοθετώντας σύσταση "Overweight", από "Market-weight" προηγουμένως. Η νέα εκτίμηση υποδηλώνει περιθώριο ανόδου 14% σε δολαριακούς όρους για τους επόμενους 12 μήνες.

Η μεταστροφή αυτή έρχεται σε συνέχεια μιας εξαιρετικά ισχυρής πορείας της ελληνικής αγοράς, η οποία από τις αρχές του 2025 έχει ενισχυθεί κατά 32% σε όρους δολαρίου, υπεραποδίδοντας μακράν του δείκτη MSCI Emerging Markets, ο οποίος παραμένει σχεδόν αμετάβλητος στο ίδιο διάστημα.

Ισχυρά θεμελιώδη και ελκυστικές αποτιμήσεις

Η ανάλυση της Goldman Sachs στηρίζεται σε τρεις βασικούς άξονες. Ο πρώτος αφορά στην ανάκαμψη κερδοφορίας. Τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) των ελληνικών εισηγμένων εκτιμάται ότι θα αυξηθούν κατά 5% το 2025 και κατά 6% το 2026, με τις εκτιμήσεις να στηρίζονται σε σταθερό μακροοικονομικό περιβάλλον και συγκρατημένη πληθωριστική πίεση.

Ο δεύτερος άξονας αφορά στην μερισματική απόδοση. Η ελληνική αγορά προσφέρει από τις υψηλότερες αποδόσεις μεταξύ των αναδυόμενων, με μέσο dividend yield άνω του 5,5%, σημαντικά υψηλότερο από το 3% του μέσου όρου των EM.

Τέλος, να σημειώσουμε την ελκυστική αποτίμηση, καθώς παρά την ανοδική πορεία, οι ελληνικές μετοχές εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με σημαντικό discount έναντι των υπολοίπων αγορών της περιοχής. Το forward P/E της ελληνικής αγοράς υπολείπεται του μέσου όρου των EM, γεγονός που, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη αύξηση κερδών, καθιστά τις αποτιμήσεις ελκυστικές.

Ο τραπεζικός κλάδος στο επίκεντρο

Κεντρικό ρόλο στην αναβάθμιση διαδραματίζει ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος. Παρά την εντυπωσιακή ανάκαμψη των τελευταίων τριών ετών, η Goldman Sachs επιμένει ότι υπάρχει περαιτέρω περιθώριο ανατίμησης. Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες διαπραγματεύονται με δείκτη τιμής προς λογιστική αξία (P/TBV) κοντά στο 1,0x, έναντι 1,2x για τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, κάτι που υποδηλώνει discount της τάξης του 15-20%.

Η τράπεζα προχώρησε σε σημαντικές αναβαθμίσεις τιμών-στόχων, αυξάνοντας την τιμή-στόχο της Εθνικής Τράπεζας στα 13,10 ευρώ, της Eurobank στα 3,30 ευρώ, της Alpha Bank στα 3,70 ευρώ και της Τράπεζας Πειραιώς στα 7,40 ευρώ.

Η Goldman προβλέπει ότι η αποκλιμάκωση των επιτοκίων από τη Fed και η βελτίωση των μακροοικονομικών δεικτών σε Ελλάδα και Ευρωζώνη θα ενισχύσουν τη διάθεση για τοποθετήσεις σε κυκλικές και χρηματοοικονομικές μετοχές.

Αναδυόμενη αγορά με ανεπτυγμένα χαρακτηριστικά

Παρότι η Ελλάδα παραμένει στον δείκτη αναδυόμενων αγορών (MSCI EM), παρουσιάζει χαρακτηριστικά ώριμης αγοράς. Η συμμετοχή των θεσμικών επενδυτών, όμως, παραμένει χαμηλή. Όπως επισημαίνει η Goldman Sachs, τα global mutual funds είναι ακόμη υπο-εκτεθειμένα στην ελληνική αγορά, γεγονός που προσφέρει περιθώριο για σημαντικές εισροές κεφαλαίων, εφόσον επιβεβαιωθεί η συνέχεια στη βελτίωση των οικονομικών και πολιτικών προοπτικών.

Η Ελλάδα κατατάσσεται πλέον μεταξύ των πέντε κορυφαίων «ταύρων» της Goldman για τις αναδυόμενες αγορές, μαζί με την Κίνα, την Κορέα, τις Φιλιππίνες και τα ΗΑΕ. Εντός της ευρύτερης περιοχής CEEMEA (Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική), η χώρα θεωρείται η πιο υποσχόμενη επενδυτική περίπτωση.

Η επενδυτική στροφή της Goldman Sachs στην Ελλάδα δεν μοιάζει με μια απλή βραχυπρόθεσμη τοποθέτηση σε «καλή στιγμή». Αντιθέτως, φαίνεται να αντικατοπτρίζει μια δομική αλλαγή αντίληψης: η ελληνική αγορά αναδεικνύεται ως στρατηγική επιλογή με μακροπρόθεσμα χαρακτηριστικά επενδυτικής σταθερότητας.

Σε ένα διεθνές περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από αυξημένη μεταβλητότητα και αβεβαιότητα, η σταδιακή εξομάλυνση του ελληνικού πολιτικοοικονομικού τοπίου, σε συνδυασμό με την υποτίμηση του δολαρίου και τις φιλικές προς την ανάπτυξη συνθήκες επιτοκίων, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για επανεκτίμηση της χώρας στο διεθνές επενδυτικό στερέωμα. Η Ελλάδα του 2025 φαντάζει για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια όχι απλώς ως μια ευκαιρία ανάκαμψης, αλλά ως εστία σταθερού επενδυτικού ενδιαφέροντος.