Ο θερμικός θόλος δεν είναι μια νέα μετεωρολογική συνθήκη. Είναι κάτι που συμβαίνει διαχρονικά, απλά, όπως αναφέρει ο διευθυντής Ερευνών του Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κώστας Λαγουβάρδος σε δηλώσεις του στο Liberal.gr και τη Σόφη Λιάτη, γίνεται όλο και πιο έντονο τα τελευταία χρόνια λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Σύμφωνα με τον κ. Λαγουβάρδο, «ο όρος ''θερμικός θόλος'', είναι ένας όρος, ο οποίος αναφέρεται για λόγους εντυπωσιασμού. Είναι μια κλασική περίπτωση εισβολής θερμών αερίων και μαζών από την Αφρική προς την Ευρώπη σε συνδυασμό με υψηλές πιέσεις, η οποίες δημιουργούν τις συνθήκες επιμονής αυτών των θερμοκρασιών σε περιοχές».
Ένας θερμικός θόλος σχηματίζεται όταν μια περιοχή υψηλής πίεσης παραμένει πάνω από μια περιοχή για μέρες ή εβδομάδες. Αυτή η πίεση παγιδεύει τον ζεστό αέρα - όπως ο θόλος ενός φούρνου πίτσας ή το καπάκι μιας κατσαρόλας - και ψήνει τον αέρα και τη γη από κάτω. Καθώς το έδαφος ξεραίνεται, απορροφά θερμότητα - κάνοντας τις συνθήκες ακόμα πιο ζεστές.
Η Νότια Ευρώπη βρίσκεται αυτή τη στιγμή αντιμέτωπη με το πρώτο έντονο κύμα καύσωνα, με τα θερμόμετρα να δείχνουν έως 46 βαθμούς Κελσίου σε περιοχές της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, ενώ έως και 40 βαθμούς αναμένεται να φτάσει η θερμοκρασία τις επόμενες ημέρες και σε περιοχές της Γερμανίας.
Ο θερμός κυκλώνας πάνω από την Ευρώπη, βοηθά τις θερμές αέριες μάζες να μένουν εγκλωβισμένες για μεγάλο χρονικό διάστημα πάνω από την περιοχή και σημειώνεται πως αρχίζει και γίνεται όλο πιο συχνό και στις βορειότερες περιοχές, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Βόρεια Γαλλία, το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Γερμανία.
Από την άλλη, η Ισπανία ως νότια χώρα, όπως και η Ελλάδα, είναι συνηθισμένες σε τέτοιες θερμοκρασίες, δεν είναι κάτι αλλόκοτο, επισημαίνει ο κ. Λαγουβάρδος, ενώ επισημαίνει ότι «φέτος είχαμε ρεκόρ σε κάποιες περιοχές, αλλά δυστυχώς κάθε καλοκαίρι θα βλέπουμε περιόδους τέτοιων θερμών εισβολών».
Δημόσια υγεία και οικοσύστημα
Όσον αφορά τις επιπτώσεις των υψηλών θερμοκρασιών στη δημόσια υγεία, ο διευθυντής Ερευνών του Αστεροσκοπείου Αθηνών, τονίζει ότι «ειδικότερα υγεία των ανθρώπων που βρίσκονται ή δουλεύουν σε εξωτερικούς χώρους επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό». Γι' αυτό και αναφέρει πως πρέπει να λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα τόσο για αυτούς όσο και για όσους αντιμετωπίζουν επικίνδυνα νοσήματα.
Πέρα από την υγεία, οι επιπτώσεις του «θερμικού θόλου» διαφαίνονται και στη φύση. Όπως τονίζει ο κ. Λαγουβάρδος, οι καύσωνες και οι υψηλές θερμοκρασίες δημιουργούν στρες στα φυτά και επηρεάζουν καλλιέργειες και οικοσύστημα.
«Τα δάση ξεραίνονται. Τα κλαδιά και τα φύλλα στο έδαφος ξεραίνονται, με αποτέλεσμα σε μεγάλη περίοδο καυσώνων, να έχουμε και μεγάλες πυρκαγιές. Επομένως, η ζέστη βοηθά τις πυρκαγιές να εξελιχθούν και να είναι δύσκολα αντιμετωπίσιμες».
Πώς επηρεάζουν τα αστικά κέντρα;
Το πρόβλημα, σύμφωνα με τον κ. Λαγουβάρδο, είναι πιο έντονο στις πόλεις, όπου η θερμοκρασία παραμένει υψηλή.
«Δυστυχώς στα μεγάλα αστικά κέντρα, ειδικά αν οι καύσωνες έχουν μεγάλη διάρκεια, η θερμοκρασία δεν μπορεί να πέσει αρκετά χαμηλά. Παραμένει δηλαδή στους 29 με 30 βαθμούς Κελσίου τη νύχτα, θερμοκρασίες οι οποίες είναι πολύ υψηλές. Επομένως, ειδικά οι άνθρωποι που ζουν στις πόλεις, υπόκεινται σε μια θερμική καταπόνηση όλο το εικοσιτετράωρο», αναφέρει.
Συνεργασία Πολιτείας και Επιστήμης
«Από τη μεριά της, αυτό που μπορεί να κάνει η επιστήμη, να κάνουμε εμείς δηλαδή, είναι να πούμε στην πολιτεία το πρόβλημα που διαπιστώνουμε, έτσι ώστε να λαμβάνουν οι πολίτες τις κατάλληλες ειδοποιήσεις σχετικά με τις θερμοκρασίες σε πραγματικό χρόνο, καθώς και τις περιοχές που πρέπει να αποφύγουν αλλά και τις ώρες», αναφέρει χαρακτηριστικά ο διευθυντής Ερευνών του Αστεροσκοπείου Αθηνών.
Αλλά για να αντιμετωπιστούν αυτές τις θερμοκρασίες, τονίζει, θα πρέπει τα σπίτια να είναι πιο ενεργειακά, να δημιουργηθούν ανοιχτοί χώροι πρασίνου, καθώς τη νύχτα εκεί, η θερμοκρασία πέφτει. Παρόλα αυτά, στην πόλη αυτοί οι χώροι είναι περιορισμένοι.
Καταλήγοντας, ο κ. Λαγουβάρδος, αναφέρει πως αυτή η συνθήκη είναι μια ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με το κλίμα, καθώς πρέπει να προσαρμοστούμε σε αυτές τις αλλαγές, επισημαίνοντας ότι δεν μιλάμε για μια κλιματική αλλαγή του μέλλοντος, μιλάμε για αυτή που είναι ήδη εδώ.