Αν και το ύψωμα αυτό έχει θέα προς τον κάμπο και έτσι όποιος κατευθύνεται προς το κάστρο γίνεται αμέσως αντιληπτός, ο Μυστράς δεν κατοικήθηκε κατά την προϊστορική εποχή και τους αρχαίους χρόνους. Τον ίδρυσαν οι Ενετοί, μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους της Δ'' Σταυροφορίας το 1204. Τότε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατακερματίζεται, η Πελοπόννησος παραχωρείται στη φράγκικη οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων, που ιδρύει το Πριγκιπάτο της Αχαΐας και λίγα χρόνια αργότερα, το 1249, ο φράγκος πρίγκιπας Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος κτίζει το κάστρο του Μυζηθρά στην κορυφή του ομώνυμου λόφου, σε θέση καίρια για τον έλεγχο της κοιλάδας του Ευρώτα. Η ίδρυση, σηματοδοτούσε την εδραίωση της κυριαρχίας τους στην Πελοπόννησο
Το κάστρο αυτό θα αποτελέσει τον πυρήνα της μετέπειτα καστροπολιτείας του Μυστρά, μιας από τις σημαντικότερες υστεροβυζαντινές πόλεις. Το όνομα Μυστράς ή Μυζηθράς προϋπήρχε, και ήταν η ονομασία με την οποία αποκαλούσε το βουνό ο τοπικός πληθυσμός. Μάλιστα, σύμφωνα με το Χρονικόν του Μορέως, ο Γουλιέλμος ονόμασε το κάστρο Μυζηθράν, «διατί το κράζαν ούτως» («Βουνίν εύρε παράξενο, απόκομμα εις όρος. Κάστρον εποίκεν αφηρόν, Μυ(ζη)θράν ονομασέν το»). Η ονομασία σχετίζεται με τη μυζήθρα και, σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς, συνδέεται με το σχήμα του βουνού. Κατ'' άλλους, προέρχεται από το Μυζηθράς, το οποίο αποδίδεται στον κύριο της περιοχής. Ισως, εν τέλει, να ονομάστηκε ετσι απλώς από τις μυζήθρες που έφτιαχνε εκεί κάποιος άσημος τσομπάνος. Η τελευταία εξήγηση ανήκει στον ξεναγό και αρχαιολόγο Δημήτρη Βλαχάκο, που μας ξενάγησε στον Μυστρά την προηγούμενη Κυριακή. Ηταν μια ξενάγηση για δημοσιογράφους του πολιτιστικού ρεπορτάζ, που οργάνωσε ο εξαιρετικός δήμαρχος Σπάρτης Ευάγγελος Βαλιώτης, στην οποία μας συνόδευσε η ακούραστη δημοτική σύμβουλος και συνεργάτις του δημάρχου Χριστίνα Μακρυσοπούλου.
Το ιδιόμορφο ανάγλυφο του βουνού, με τα δύο πλατώματα στην κορυφή (όπου χτίστηκε το κάστρο) και στη βόρεια ράχη (όπου βρίσκονται τα παλάτια και η πλατεία), οι απότομες και απόκρημνες πλαγιές στη νότια και νοτιοανατολική πλευρά του, και η δυνατότητα εύκολης οχύρωσης των υπόλοιπων πλευρών, ώστε να ελέγχονται και τα ατίθασα σλαβικά φύλα της περιοχής (οι Μηλιγγοί), ήταν τα φυσικά πλεονεκτήματα αυτής της θέσης και ερμηνεύουν την επιλογή του Γουλιέλμου Β΄ Βιλλεαρδουίνου.
Το 1259, στη μάχη της Πελαγονίας, ο φράγκος πρίγκιπας συλλαμβάνεται αιχμάλωτος από τους Βυζαντινούς. Για την απελευθέρωσή του ο βυζαντινός αυτοκράτορας απαιτεί ως λύτρα την παράδοση των κάστρων της Μονεμβασίας, της Μαΐνης και του Μυζηθρά, τα οποία και παραδίδονται τρία χρόνια αργότερα, το 1262. Η ασφάλεια, που παρέχει ο φυσικά οχυρός λόφος του Μυστρά, θα προκαλέσει τη μετακίνηση του πληθυσμού της Λακεδαιμονίας σε αυτόν, γεγονός που θα αποτελέσει την απαρχή της εξέλιξής του στο σημαντικότερο αστικό κέντρο της περιοχής.
Το 1289 η «κεφαλή», ο επαρχιακός διοικητής των βυζαντινών κτήσεων της Πελοποννήσου, μεταφέρει την έδρα του από τη Μονεμβασία στο Μυστρά, ενώ το 1349 ο Μυστράς γίνεται η πρωτεύουσα του ημιαυτόνομου Δεσποτάτου του Μορέως με πρώτο «Δεσπότη'''' τον Μανουήλ Καντακουζηνό (1349-1380), γιο του αυτοκράτορα Ιωάννη Στ''. Οπως μας εξήγησε ο κ. Βλαχάκος, η λέξη Δεσπότης είχε τότε συνάφεια με την κοσμική εξουσία, και όχι με τη θρησκευτική, όπως σήμερα. Μας έδειξε, μάλιστα, έναν Παντοκρατορα σε κάποια από τις Εκκλησίες, στη θέση όπου θα έπρεπε να βρίσκεται κανονικά η Πλατυτέρα των Ουρανών. Εξήγησε πως προφανώς επρόκειτο για μια "δήλωση" του Δεσπότη, πως είναι κι εκείνος παρών, βοηθά αλλά και παρατηρεί, όπως ο Χριστός.
Το 1383 τη δυναστεία των Καντακουζηνών διαδέχεται στο Μυστρά η αυτοκρατορική οικογένεια των Παλαιολόγων με πρώτο εκπρόσωπό της τον Θεόδωρο Α΄ (1380/1-1407). Ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους «Δεσπότες» του Μυστρά κατέχει ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος (1443-1448), προτελευταίος στη σειρά «Δεσπότης», ο οποίος, έχοντας διαδεχθεί στον αυτοκρατορικό θρόνο τον αδελφό του Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο (1425-1448), θα σκοτωθεί στην πολιορκία και άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453. Αγαλμα του αυτοκράτορα, η ορκωμοσία του οποίου έγινε στον Μυστρά, υπάρχει λίγο πριν το βουνό.
Το 1429 δημιουργήθηκε ένα δεύτερο δεσποτάτο στο Μοριά, με έδρα τη Γλαρέντζα, ηγέτης του οποίου ορίστηκε ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος, ενώ το 1430 ιδρύθηκε και τρίτο, με έδρα τα Καλάβρυτα, με δεσπότη τον Θωμά Παλαιολόγο, αδερφό του Κωνσταντίνου και του Θεόδωρου Β'' Παλαιολόγου, ο οποίος ήταν δεσπότης του Μυστρά την περίοδο 1407-1443. Το 1443 ο Κωνσταντίνος έγινε δεσπότης του Μυστρά, θέση στην οποία παρέμεινε ως το 1448, οπότε χρίστηκε αυτοκράτορας -ο τελευταίος- της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Τελευταίος δεσπότης του Μυστρά ήταν ο Δημήτριος Παλαιολόγος (1449-1460).
Σοφοί, καλλιτέχνες και λόγιοι συγκεντρώνονταν στην αυλή του Δεσπότου, σπουδαιότερος και σημαντικότερος απ'' όλους ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων.
Τα χρόνια αυτά ο Μυστράς, και γενικότερα η Πελοπόννησος, γνώρισε μία νέα οθωμανική επιδρομή (1446), την εξέγερση των Αλβανών (1453), τις συναλλαγές των δεσποτών με τον Μωάμεθ Β'' για να καταπνιγούν οι στάσεις, τις εμφύλιες συγκρούσεις των δεσποτών και το διχασμό ανάμεσα στους δεσπότες που προσέβλεπαν προς τη Δύση και σ'' εκείνους που έδειχναν διάθεση συναλλαγής με τους Οθωμανούς.
Η βυζαντινή φάση στην ιστορία του Μυστρά λήγει το 1460 με την παράδοσή του στους Τούρκους. Από το 1460 έως το 1540 ο Μυστράς, πρωτεύουσα πλέον του οθωμανικού σαντζακίου της Πελοποννήσου, γίνεται ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα παραγωγής και εμπορίας μεταξιού της ανατολικής Μεσογείου. Μικρή διακοπή στη μακραίωνη τουρκική κατάκτηση αποτελεί η περίοδος της Ενετοκρατίας, από το 1687 έως το 1715, ενώ η παρακμή του Μυστρά αρχίζει το 1770 μετά την καταστροφή του από Τουρκαλβανούς στρατιώτες στο πλαίσιο του μεγάλου επαναστατικού κινήματος των Ορλωφικών.
Με την ίδρυση της σύγχρονης πόλης της Σπάρτης από το βασιλιά Όθωνα, το 1834, αρχίζει η μετακίνηση των κατοίκων του Μυστρά προς τη νέα πόλη. Οι τελευταίοι κάτοικοί του θα εγκαταλείψουν την καστροπολιτεία το 1953 μετά την απαλλοτρίωση του χώρου από το ελληνικό κράτος. Είχε προηγηθεί, το 1921, η κήρυξη του χώρου με βασιλικό διάταγμα ως προέχον βυζαντινό μνημείο.
Το 1989 με απόφαση της αρμόδιας επιτροπής της Unesco, ο Μυστράς εγγράφεται ως πολιτιστικό αγαθό στον κατάλογο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Σήμερα σώζονται κάποια από τα κτίρια και τις εκκλησίες του και αναστηλώνεται και το Παλάτι. Αξίζει να πραγματοποιήσετε μια επίσκεψη, ειδικά την Ανοιξη, οπότε και η φύση γύρω είναι οργιαστική.
Αγγελική Κώττη