Ο Αμερικανός υφυπουργός Δικαιοσύνης κατά των τεχνολογικών εταιριών που υποθάλπουν την τρομοκρατία

Ο Αμερικανός υφυπουργός Δικαιοσύνης κατά των τεχνολογικών εταιριών που υποθάλπουν την τρομοκρατία

Ο Αμερικανός υφυπουργός Δικαιοσύνης Rod Rosenstein άσκησε κριτική στις εταιρίες τεχνολογίας που “δίνουν την δυνατότητα σε εγκληματίες και τρομοκράτες” να χρησιμοποιούν προγράμματα κρυπτογράφησης, προδιαγράφοντας μια νέα πρωτοβουλία της κυβέρνησης του Donald Trump, μεταδίδει το CNN.

“Όταν οι έρευνες για μία εγκληματική οργάνωση εμποδίζονται επειδή δεν μπορούμε να έχουμε πρόσβαση σ' ένα κινητό τηλέφωνο, τότε, είναι πιθανό να χαθούν ανθρώπινες ζωές,” τόνισε ο Rosenstein σε ομιλία του στην Ναυτική Ακαδημία των ΗΠΑ. “Η προσέγγιση που ακολουθήθηκε στο πρόσφατο παρελθόν με την διεξαγωγή διαπραγματεύσεων με τις εταιρίες, ελπίζοντας ότι τελικά θα βοηθήσουν τις αρμόδιες αρχές υπό την αίσθηση του καθήκοντος που έχουν έναντι της κοινωνίας, είναι απίθανο ότι θα έχει αποτελέσματα,” δήλωσε ο ίδιος.

Παρά το γεγονός ότι δεν δημοσιοποίησε πιθανές ενέργειες που θα γίνουν στο μέλλον, ο Rosenstein φαίνεται ν' αναλαμβάνει την σκυτάλη, μετά την αρχική προσπάθεια που έκανε ο πρώην διευθυντής του FBI, James Comey. Ο Αμερικανός υφυπουργός έκανε αναφορά σε κρυπτογραφημένα κανάλια επικοινωνίας που κρύβουν εγκληματικές δραστηριότητες, ενώ η έκδοση ειδικών ενταλμάτων για την διεξαγωγή των ερευνών, δεν επιλύει το πρόβλημα ως προς την διαλεύκανση υποθέσεων. Μέσα στο 2016, το FBI δεν μπόρεσε ν' αποκτήσει πρόσβαση σε 7.500 συσκευές που κατασχέθηκαν στην διάρκεια ερευνών, σύμφωνα με τον Rosenstein.

“Οι εταιρίες τεχνολογίας δεν θ' αναπτύξουν τους κατάλληλους κωδικούς κρυπτογράφησης, στις συσκευές τους, εάν αυτό αφεθεί αποκλειστικά σε αυτές,” είπε ο Rosenstein, χωρίς ωστόσο ν' αναφερθεί σε συγκεκριμένες εταιρίες. “Ο ανταγωνισμός τους καθοδηγεί να παράγουν προϊόντα τα οποία είναι απόρθητα. Το γεγονός αυτό, θα δώσει περισσότερες ευκαιρίες σε εγκληματίες και τρομοκράτες να προκαλέσουν κακό επιδιώκοντας την ατιμωρησία,” τόνισε.

Οι εταιρίες τεχνολογίας έχουν συχνά αρνητική στάση στα αιτήματα των δικαστικών αρχών για το άνοιγμα κρυπτογραφημένων συσκευών ή την διατήρηση ενός “κλειδιού” που θα μπορούσε η εταιρία να χρησιμοποιήσει ως “εναλλακτική πρόσβαση” στις συσκευές για την μεταφορά δεδομένων. Οι εταιρίες επικαλούνται το προσωπικό απόρρητο των πελατών τους, αλλά και τον κίνδυνο να τους εκθέσουν σε χάκερς, ενώ ένα τέτοιο τεχνολογικό κλειδί χαρακτηρίζεται ως “πίσω πόρτα.”

“Το ονομάζουν έτσι, επειδή ακριβώς μπορεί να επιτρέψει σε κάποιον να εισέλθει στα δεδομένα της συσκευής,” δηλώνει χαρακτηριστικά η Michelle Richardson, αναπληρώτρια διευθύντρια ενός προγράμματος για την τεχνολογία και την δημοκρατία, που υποστηρίζει τον σεβασμό των πολιτικών ελευθεριών στο διαδίκτυο. “Η υποκλοπή στοιχείων μπορεί να συμβεί ακόμη κι αν το κλειδί αυτό, βρίσκεται στα χέρια των εταιριών,” τονίζει η ίδια.

Το ζήτημα αυτό, ήρθε στην επικαιρότητα κατά την διάρκεια της έρευνας για την τρομοκρατική επίθεση στο Σαν Μπερναντίνο το 2015, όταν η Apple αρνήθηκε να ξεκλειδώσει ένα κινητό που ανήκε σε έναν από τους δράστες της επίθεσης. Αφού το δικαστήριο υποστήριξε την εταιρία, το FBI μπόρεσε ν' αποκτήσει πρόσβαση στο κινητό μετά την αγορά ειδικού λογισμικού, από ιδιωτική εταιρία. Ωστόσο, η λύση αυτή, χαρακτηρίστηκε από τον Rosenstein ως μη πρακτική και χρονοβόρα.

Η νέα προσέγγιση που θα ακολουθήσει η αμερικανική κυβέρνηση διαφάνηκε προς την κατεύθυνση υιοθέτησης ενός νέου νομικού πλαισίου που θα επιβάλλει την συνεργασία των εταιριών ή την άσκηση δημόσιας κριτικής εναντίον τους, στην περίπτωση που αρνούνται να συνεργαστούν με τις αρχές.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ