Ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσουμε το δάσος ως πηγή οικονομικής δύναμης

Ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσουμε το δάσος ως πηγή οικονομικής δύναμης

«Τούτη την ημέρα την τύχη μου θέλω να υμνήσω
που είμαι κτήμα αυτού του τόπου
Έλαχε το κορμί μου να φυτρώσει εκεί που άλλοι μεγάλοι έχουν ταφεί
και η σπορά με ξεπέταξε μέσα από φλόγες
με ‘μάθε με τις φωτιές να είμαι αντάμα
Τι συλλογάστε μωρέ με φόβο
Με την φωτιά ο Έλληνας
στον φοίνικα έδωσε πνοή» .

Απόσπασμα από τη χώρα του Φοίνικα του Αλέξανδρου Φούρλα

Σήμερα είναι η διεθνής μέρα μείωσης των επιπτώσεων από φυσικές καταστροφές και αυτόματα στο μυαλό ήρθαν οι εικόνες του φετινού  καλοκαιριού. Εικόνες που άλλωστε είχαν ξύπνησει ήδη από τις πρόσφατες πλημμύρες στις καμένες περιοχές, οι οποίες μας υπενθυμίζουν όχι μόνο τα έργα που πρέπει να γίνουν για την προστασία και την αποκατάσταση των πυρόπληκτων περιοχών, αλλά και όσα πρέπει να γίνουν ώστε το φετινό καλοκαίρι να μην επαναληφθεί ποτέ.

Οι φετινές καταστροφές από τις πυρκαγιές είναι πραγματικά ανυπολόγιστες. Σε αυτή τη χώρα όμως αν το θελήσουμε μπορούμε «να δώσουμε πνοή στον  Φοίνικα». Αρκεί να το θελήσουμε, να προνοήσουμε και πάνω από όλα να μην ξεχάσουμε.

Ως πολίτες έχει φτάσει η ώρα να ασχοληθούμε ενεργά με το κυριότερο μέσο προστασίας των δασών μας: την πρόληψη. Και η πρόληψη ξεκινάει από μια απλή αλλά ζωτική λεπτομέρεια: Tο ενδιαφέρον για το δάσος. Και το ενδιαφέρον γεννιέται μόνο όταν ζούμε και βιώνουμε το δάσος, γιατί μόνο τότε κατανοούμε τη σημασία του.

Μέχρι τη δεκαετία του ‘80 το δάσος αποτελούσε παραγωγικό πλούτο για τη χώρα, ενώ επιτελούσε και κοινωνικό σκοπό: ο κλάδος απασχολούσε 200 με 300 χιλιάδες άτομα.

Σήμερα, εκτός από ελάχιστα παραγωγικά δάση στην Πίνδο, τη Βόρεια Ελλάδα, τη Μακεδονία και τη Θράκη,  τα περισσότερα δάση μας γερνούν επικίνδυνα. Ο λόγος είναι ότι κανείς πλέον δεν τα διαχειρίζεται, με αποτέλεσμα να έχει σπάσει εδώ και δεκαετίες η αλυσίδα που συνέδεε μεταξύ τους τους φορείς που ασχολούνταν με τη δασοπονία.

Για την ακρίβεια, τα δάση μας έχουν εγκαταλειφθεί ανυλοτόμητα και οι καθαρισμοί περιορίζονται πλέον-αν υλοποιούνται-  στην αντιπυρική περίοδο. Τα δασαρχεία παραμένουν με ελλιπές προσωπικό και πενιχρή χρηματοδότηση, χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν προ πολλού χαθεί και τα δάση μας στην κυριολεξία έχουν μετατραπεί στη συντριπτική τους πλειοψηφία  όπως θα δούμε παρακάτω σε γηροκομεία δέντρων.

Το δάσος ως πηγή οικονομικής δραστηριότητας

Σε διεθνές επίπεδο, η επιβίωση ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού - σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας ανέρχεται σε περισσότερους από 1,6 δισεκατομμύρια ανθρώπους- εξαρτάται από τα δάση. 

Ο κλάδος των δασικών προϊόντων αποτελεί πηγή οικονομικής ανάπτυξης και απασχόλησης, με την παγκόσμια διακίνηση των δασικών προϊόντων να ανέρχεται στο ύψος των 270 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Τα δάση λοιπόν με σωστή και προγραμματισμένη εκμετάλλευση/διαχείριση μπορούν να μας δώσουν  ένα πλήθος προϊόντων προσφέροντας έσοδα, πρώτες ύλες και  θέσεις εργασίας σε  χιλιάδες ανθρώπους, όπως γίνεται με την αγροτική γη.  Τα υγιή δασικά οικοσυστήματα και η ελεγχόμενη και συντονισμένη εκμετάλλευση τους μπορούν να υποστηρίξουν ακόμη και την

αγροτική, κτηνοτροφική, αλλά και την αλιευτική δραστηριότητα.

Τέτοιου είδους διαχείριση γίνεται  σήμερα ως ένα βαθμό σε  δάση της Βόρειας και Κεντρικής Ελλάδας. Η δυναμική όμως είναι πολύ μεγαλύτερη καθώς στα δάση παράγονται:

-Χρήσιμη ξυλεία για οικοδομές, κιβώτια, έπιπλα και άλλες χρήσεις. 

Η εγχώρια παραγωγή τεχνικά χρήσιμου ξύλου είναι περιορισμένη και καλύπτει μόνο το 1/3 των αναγκών της χώρας μας.

Πάνω από 2.000.000 κυβικά μέτρα ξυλείας εισάγονται είτε σε

συμπαγή μορφή (στρoγγύλη ξυλεία, πριστή ξυλεία, στύλοι ΟΤΕ και ΔΕΗ, πάσσαλοι) είτε σε μορφή μεταποιημένων προϊόντων (μοριοπλάκες, ινοπλάκες, χαρτοπολτός  που γίνεται χαρτί

διαφόρων τύπων για τις εγχώριες ανάγκες κ.ά.), και πάνω από 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ δαπανώνται ετησίως γι’ αυτές τις εισαγωγές. Γιατί να μην μπορούμε να καλύψουμε περισσότερο αυτές τις ανάγκες από τα δάση της χώρας μας;

-Φελλός και χαρτί. 

 Η βιώσιμη διαχείριση των δασών μας παρέχει την πρωτογενή πρώτη ύλη για το χαρτί, το

οποίο είναι ανανεώσιμο και ένα από πιο ανακυκλώσιμα υλικά στον κόσμο.

Περίπου το  55% - 225 εκατομμύρια τόνοι- όλων των ειδών ινών που χρησιμοποιούνται

για την παραγωγή χαρτιού στις μέρες μας, προέρχονται από ανακτημένο χαρτί, δηλαδή από

χαρτί που έφτασε στην ανακύκλωση και ξαναμπήκε -μετά την επεξεργασία του- στη γραμμή

παραγωγής.

- Καυσόξυλα για τις σόμπες και τα τζάκια καθώς και  ξυλοκάρβουνα. 

Όσο και αν ακούγεται απίστευτο, σχεδόν 900 εκατ. άνθρωποι- κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες-ασχολούνται ή εμπλέκονται με την παραγωγή ξυλοκάρβουνου ή ξυλάνθρακα. Περίπου 2,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι σε παγκόσμιο επίπεδο χρησιμοποιούν ξύλα για να ετοιμάσουν το γεύμα τους, αναδεικνύοντας έτσι την ενέργεια που προέρχεται από ξύλα στον κυριότερο παράγοντα εξασφάλισης της επισιτιστικής ασφάλειας και διατροφής.  Το ποσοστό αναμένεται να εμφανίσει ακόμη μεγαλύτερη άνοδο, καθώς η ζήτηση για βιοενέργεια συνεχώς αυξάνεται.

- Ρετσίνι- ρητίνη  από όπου βγαίνει το κολοφώνιο, το νέφτι κ.α. 

Το πόσο σημαντική είναι η συλλογή της ρητίνης η οποία δυστυχώς εγκαταλείπεται σιγά σιγά φαίνεται από την ολέθρια εξέλιξη μιας μικρής αρχικά φωτιάς  στο δάσος χαλεπίου πεύκης του Σχίνου Κορινθίας στις 19 Μάη του 2021. Οσο καιρό γινόταν ρητινοκαλλιέργεια οι δασεργάτες βρίσκονταν μέσα στο δάσος από τον Φλεβάρη μέχρι και τον Οκτώβρη. Δεν  ασχολούνταν μόνο με τη συλλογή ρητίνης αλλά και με πολλές άλλες εργασίες που ήταν απαραίτητες για την ανάπτυξη και την προστασία του δάσους. 

Η εγκατάλειψη αυτών των πρακτικών και η απουσία των ρητινοσυλλεκτών είχε σαν αποτέλεσμα να μετατραπεί το δάσος σε μια πραγματική μπαρουταποθήκη, όπως και πολλά άλλα δάση άλλωστε στη χώρα μας. Κατά τ’άλλα η χώρα μας σημειωτέον ότι προβαίνει και σε εισαγωγές ρητίνης.

 - Μέλι. 

 -Φυτόχωμα, δασική βιομάζα. 

Τα δάση είναι όμως και οικοσυστήματα και μέσα στα δασικά οικοσυστήματα ζει ένας

μεγάλος αριθμός από φυτά αλλά και ζώα, προσφέροντας άφθονη τροφή υψηλής θρεπτικής αξίας: Καρποί, φρούτα, σπόροι, ακόμη και... έντομα που θεωρούνται η πρωτεϊνούχα τροφή του μέλλοντος που θα αντικαταστήσει το κρέας καθώς είναι  πλούσια σε πρωτεΐνη και σημαντικά μέταλλα, όπως το ασβέστιο και ο σίδηρος. 

Η συλλογή αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών και σαλιγκαριών, η συλλογή μανιταριών, ακόμη και το κυνήγι, μπορούν να δώσουν εισόδημα στους ορεινούς πληθυσμούς, αρκεί να γίνονται ελεγχόμενα και με προγραμματισμό και να βασίζονται στις αρχές της αειφόρου εκμετάλλευσης. 

Για να κατανοήσει κανείς τις τεράστιες οικονομικές δυνατότητες θα αναφέρουμε ότι το 1/4 της ποσότητας των σύγχρονων φαρμάκων προέρχεται από φυτά των τροπικών δασών και ανάμεσα σε αυτά προσμετρώνται τα 2/3 όλων των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται κατά του καρκίνου. 

Αν κανείς θελήσει να μεταφράσει σε οικονομικά μεγέθη τη συμβολή των φαρμακευτικών αυτών φυτών στην υγεία των ανθρώπων, τότε ανακαλύπτει το  καταπληκτικό νούμερο των 108 δισ. δολαρίων τον χρόνο.

Στην Ελλάδα μπορεί να μην έχουμε τροπικά δάση, όμως η ξεχωριστή και  πλούσια χλωρίδα της ελληνικής γης προσφέρει επίσης μια πληθώρα πολύτιμων φαρμακευτικών φυτών, τα  οποία μόλις τα τελευταία χρόνια έχουμε αρχίσει αμυδρά να εκμεταλλευόμαστε. Οι δυνατότητες όμως στον τομέα αυτό είναι κάτι παραπάνω από μεγάλες.

Η δασική αναψυχή και ο αγροτουρισμός είναι άλλο ένα πεδίο δόξης λαμπρό, ενώ ας μην ξεχνάμε και τις κλασικές και γνωστές σε όλους λειτουργίες ενός δάσους, όπως η προστασία του εδάφους με προέκταση την προστασία των οικισμών και των υποδομών, η ρύθμιση και παροχή γλυκού νερού, η ρύθμιση των καιρικών συνθηκών και ο εμπλουτισμός του ατμοσφαιρικού αέρα με οξυγόνο. 

Τα δάση δρουν ως «παγίδες» για το διοξείδιο του άνθρακα, το κυριότερο αέριο θερμοκηπίου, όταν όμως αυτά υλοτομούνται, καίγονται ή καταστρέφονται από επιβλαβείς οργανισμούς, αποτελούν πηγή CO2. 

Ο FAO εκτιμά ότι τα δάση απορροφούν 2,1 γιγατόνους διοξείδιο του άνθρακα τον χρόνο, πράγμα που σημαίνει ότι μας απαλλάσσουν από 2,1 δισεκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα. Για αυτή τους την ικανότητα και μόνο αποτελούν το κυριότερο όπλο ενάντια στην κλιματική αλλαγή.

Σε παγκόσμιο επίπεδο όμως σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, η απώλεια δασών κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες αλλά  και οι αλλαγές των χρήσεων γης ευθύνονται πλέον για ποσοστό περίπου 12-15% των παγκόσμιων εκπομπών CO2.

Συμπερασματικά λοιπόν η  διατήρηση, αναβάθμιση και η βελτίωση των υπαρχόντων δασών αλλά και των  δασικών εκτάσεων οφείλει να γίνει με βάση την αξιοποίηση τους σύμφωνα με τις αρχές της αειφορίας και της πολλαπλής χρήσης. 

Στην  Ελλάδα πρέπει να επικεντρωθούμε τόσο στα παραγωγικά δάση σε ξύλο, ρητίνη και άλλα προϊόντα, όσο και στην ανάπτυξη των δασών αναψυχής, των περιαστικών και αστικών δασών, των δασοβοτανικών κήπων, των δασών προστασίας αλλά των δασών μεικτών λειτουργιών.

Μονομερής κατεύθυνση των κονδυλίων και ανεπαρκές το μέγεθος αυτών

Δυστυχώς όμως η Ελλάδα ανήκει στην πεντάδα των χωρών που αντιστοιχεί το 80% των καμένων εκτάσεων στην ΕΕ τα τελευταία χρόνια. Αυτό από μόνο του καταδεικνύει ότι κάτι δεν κάνουμε σωστά.

Ο σχεδιασμός στην χώρα μας έχει σχεδόν πάντα κατασταλτικό χαρακτήρα, γεγονός που αποτυπώνεται και στα οικονομικά στοιχεία. Από τα αρχικά στοιχεία της έρευνας που διεξάγει το WWF Ελλάς με εταίρο το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR), στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund των EEA Grants,  προκύπτουν πολλά χρήσιμα συμπεράσματα. 

Ένα από αυτά είναι ότι από το συνολικό ποσό των 241 εκατ. ευρώ ανά έτος που έχει διατεθεί για τη δασοπροστασία από διάφορες πηγές (ΠΔΕ, Πράσινο Ταμείο, ΕΣΠΑ, κ.λπ.) κατά την πενταετία 2015-2020 στις αρμόδιες Υπηρεσίες (Δασικές Υπηρεσίες Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, Περιφέρειες, Δήμους, Πυροσβεστικό Σώμα), μόνο ένα μικρό ποσοστό αφορούσε την πρόληψη. 

Αντίθετα, το μεγαλύτερο ποσοστό -της τάξης του 70-80%- φαίνεται να έχει διατεθεί για δράσεις καταστολής. Παράλληλα, υπολογίζεται ότι τα επόμενα χρόνια περίπου 1,8 δισ. ευρώ σχεδιάζεται να διατεθούν  μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και του νέου ΕΣΠΑ 2021-2027 για τις ανάγκες της Πολιτικής Προστασίας με έμφαση όμως και πάλι  στην καταστολή.

Κανείς δεν αντιλέγει ότι είναι  απαραίτητη η ενίσχυση και ο εκσυγχρονισμός των μέσων αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών. Η διεθνής εμπειρία όμως αλλά και τα στατιστικά δεδομένα της χώρας μας καταδεικνύουν ότι  αυτό από μόνο του δεν αρκεί. 

Χρειάζεται να υπάρξει ισορροπία μεταξύ πρόληψης και καταστολής, για τον απλούστατο λόγο ότι η πρόληψη στηρίζει την καταστολή και όχι το αντίθετο. 

Πόσο μάλλον από τη στιγμή που οι κλιματολογικές συνθήκες εφεξής θα δημιουργούν σύμφωνα με τους επιστήμονες τέτοιες συνθήκες, κατά τις οποίες θα είναι εξαιρετικά δύσκολη ως αδύνατη η έγκαιρη κατάσβεση μιας πυρκαγιάς.  Κάτι ανάλογο άλλωστε είδαμε δυστυχώς φέτος το καλοκαίρι.

Εκτός όμως από την λάθος κατανομή των πόρων, η αδυναμία απορρόφησης των διαθέσιμων πόρων είναι άλλο ένα πρόβλημα της ελληνικής  πραγματικότητας. 

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος PREVAIL στο προηγούμενο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013, από τα 87 εκατ. ευρώ που ήταν διαθέσιμα στην Ελλάδα για πρόληψη δασικών πυρκαγιών, απορροφήθηκε μόλις το 15%. Αξίζει να σημειωθεί πως στις άλλες μεσογειακές χώρες το ποσοστό άγγιξε το 80% επί των αντίστοιχων ποσών. 

Όμως έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου που δεν αφήνει κανένα περιθώριο για παρόμοια λάθη. Η επίδραση της κλιματικής αλλαγής στη δριμύτητα των πυρκαγιών υπολογίζεται ότι θα αυξήσει τις οικονομικές επιπτώσεις στις μεσογειακές χώρες στα 5 δισ. ευρώ/έτος τα επόμενα χρόνια. 

Η προσαρμογή σε αυτή τη νέα πραγματικότητα θα πρέπει να είναι άμεση, ουσιαστική και να  περιλαμβάνει την χρηματοδότηση αποτελεσματικών μέτρων πρόληψης και εν συνεχεία καταστολής. 

Ως εκ τούτου, η Πολιτεία θα πρέπει να είναι σε στενή συνεργασία και κοινό μέτωπο με τα Δασαρχεία της χώρας, τη λειτουργία των οποίων θα πρέπει να αναθεωρήσει ενδεχομένως. 

Για την ιστορία θα αναφέρουμε ότι μετά το 1974 ιδρύθηκε η Γενική Γραμματεία Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος μέσα στο Υπουργείο Γεωργίας, ενώ σε κάθε νομό υπήρχε η Διεύθυνση Δασών. 

Η εκμετάλλευση των δασών γινόταν πάντα έπειτα από μελέτη και με την επίβλεψη του τοπικού Δασαρχείου.

Μετά το 1990 τα Δασαρχεία ανέλαβαν την πλήρη ευθύνη και για τη δασοπυρόσβεση

και τους δόθηκαν τα ανάλογα οχήματα και προσωπικό. Επίσης, είχε συγκροτηθεί το σώμα

δασοκομμάντος, που επενέβαινε με ελικόπτερα επιτόπου, ημέρα και νύχτα και έσβηνε τις

φωτιές στην αρχική τους εστία. Όλα αυτά λειτούργησαν καλά ως το 1998, χρονικό ορόσημο που αποσύρθηκε η δασοπυρόσβεση από τα Δασαρχεία. 

 Ίσως έχουν ωριμάσει οι συνθήκες λοιπόν να ξεκινήσει ένας εποικοδομητικός διάλογος μεταξύ των φορέων όσον αφορά τις παλιότερες πρακτικές και κατά πόσον θα μπορούσαν να ενσωματωθούν στο σήμερα, εφόσον φυσικά αξιολογηθούν ως πιο αποτελεσματικές.

Επίσης θα πρέπει ν ’αναθεωρηθούν τα ποσά που εγκρίνει η Πολιτεία για αντιπυρική προστασία, τα οποία μεταξύ άλλων θα πρέπει να περιλαμβάνουν εργασίες προστασίας, καθαρισμού  και ανάπτυξης των δασών, δασικούς δρόμους, προσλήψεις έμπειρων δασεργατών,  κ.α.

Ο λόγος που η στήλη επαναφέρει και θα επαναφέρει το θέμα της προστασίας των δασών περιοδικά μέσα στο φθινόπωρο και τον χειμώνα είναι ότι  πρέπει ως πολίτες να πιέσουμε από τώρα να ληφθούν έγκαιρα αποφάσεις. 

Βλέπετε,  οι  εργασίες ανάπτυξης και προστασίας των δασών πρέπει να γίνονται το δίμηνο Φλεβάρη-Μάρτη κάθε χρονιάς και όχι τους καλοκαιρινούς μήνες. 

Μέχρι τώρα όμως τι γίνεται; Τα όποια κονδύλια εγκρίνονται αρχές καλοκαιριού με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την πρακτική αποτελεσματικότητα έστω των ελάχιστων κονδυλίων που εγκρίνονται, σε σχέση με αυτά που αιτούνται οι Διευθύνσεις δασών.

Εν αρχή είναι....η πρόληψη

Θα ξεκινήσω με μια προσωπική ιστορία. 

Μετά από πολλά χρόνια, το 2018 είχα επισκεφτεί την Λεπτοκαρυά Θεσπρωτίας και θέλησα να δείξω στα παιδιά μου τη διαδρομή που έκανα μικρή από το χωριό μου στον ποταμό Καλαμά, κατηφορίζοντας μέσα στο δάσος. 

Δυστυχώς όμως το δάσος στο σημείο εκείνο είχε γίνει άβατο. Η βλάστηση ήταν πλέον τόσο πυκνή που ήταν αδύνατο να επαναλάβω τη διαδρομή των παιδικών μου χρόνων. 

Παρά το γεγονός ότι αναζητήσαμε άλλα σημεία πρόσβασης, δεν μπόρεσα να αποφύγω την σκέψη ότι όσο δύσκολο ήταν για εμάς να διασχίσουμε αυτό το σημείο του δάσους, προφανώς άλλο τόσο δύσκολο θα είναι για χερσαίες δυνάμεις και πυροσβεστικά οχήματα σε περίπτωση μιας πυρκαγιάς!

 Η σκέψη και μόνο ήταν γροθιά στην καρδιά καθώς κάθε σημείο των παρόχθιων δασών του Καλαμά είναι ασύλληπτης ομορφιάς και βιοποικιλότητας, με  ιτιές, σκλήθρα, πλατάνια, σφενδάμια, γαύρους, λεύκες, φραξούς, φτελιές, οστρυές, λεπτοκαρυές, λιγαριές, και πικροδάφνες να συνθέτουν ένα μαγικό τοπίο, το οποίο συμπληρώνεται  μετά τις όχθες από  χαλέπιες, πεύκες, άρκευθους, κουμαριές, κράταιγους, κ.ά.

Γροθιά ήταν και η σκέψη πάνω στο  πόσο κάθετα ανεβαίνει η  επικινδυνότητα του «άβατου» των δασών όπου κυριαρχούν τα πεύκα. 

Το δάσος παραγωγικό και μη για να παραμείνει ζωντανό πρέπει να ανανεώνεται σταδιακά με οργανωμένες υλοτομίες που διεξάγονται βάσει διαχειριστικών μελετών και που σύμφωνα με τους ειδικούς θα πρέπει να αναθεωρούνται κάθε 10 χρόνια. 

Η διακοπή όμως των υλοτομιών  αλλά και άλλων μορφών  οικονομικής εκμετάλλευσης του παρελθόντος όπως η ελεγχόμενη κτηνοτροφία  έχουν οδηγήσει τα δάση μας σε γήρανση, δημιουργώντας σε πολλές περιπτώσεις  ένα ιδιαίτερα εύφλεκτο περιβάλλον.

Σ’ έναν ιδανικό κόσμο, με οδηγό ακριβώς αυτές τις  διαχειριστικές μελέτες, οι δασολόγοι προσημειώνουν τα δέντρα τα  γερασμένα, ξερά ή ώριμα δέντρα που πρέπει να κοπούν και οργανώνουν το κλάδεμα προκειμένου να επαναφέρουν τα δέντρα σε νεαρότερη ηλικία. Τις υλοτομίες  όπως και την εμπορία των ξύλων αναλαμβάνουν  οι δασικοί συνεταιρισμοί. Τα καυσόξυλα που βγαίνουν από αυτή τη διαδικασία προορίζονται για το τζάκι και τη βιομηχανία ξυλείας, τα  χρήσιμα ξύλα καταλήγουν στα πριστήρια και τα υπολείμματα, τα κλαδιά και οι κορυφές με διάμετρο 10 εκατ. και κάτω, δίνονται στους ντόπιους για να καλύψουν τις ατομικές τους ανάγκες.

Αυτά όμως σε ένα ιδανικό κόσμο. Στην ελληνική πραγματικότητα κυριαρχεί η εγκατάλειψη των δέντρων, με αποτέλεσμα να συγκεντρώνεται μια πρώτης τάξεως καύσιμη ύλη μέσα στα δάση μας που καθιστά την ένταση της όποιας φωτιάς ισχυρότερη και τη δυνατότητα του ελέγχου της μικρότερη. 

Το πρόβλημα δυστυχώς δεν αφορά μόνο γερασμένα δέντρα αλλά και καμένα δέντρα από τον παγετό. Κάθε φορά για παράδειγμα που επισκέπτομαι την Αλόννησο τρομάζω βλέποντας ότι υπάρχουν ακόμα σε αρκετά σημεία νεκρά πεύκα από τον χιονιά του Ιανουαρίου του 2017.  

Ο Δήμος είχε προχωρήσει στην ενοικίαση ειδικού μηχανήματος που μετατρέπει τα πεσμένα κλαδιά σε πριονίδι. Καθαρίστηκαν τα σημεία που βρίσκονται κοντά στους δρόμους, όμως στάθηκε αδύνατον  να απομακρυνθούν τα χιλιάδες σπασμένα κλαδιά πεύκων που βρίσκονται μέσα σε δύσβατες, δασικές περιοχές. Αυτά τα κλαδιά όμως θέτουν σε ομηρία αρκετά σημεία ενός από τα πιο όμορφα οικοσυστήματα της Ελλάδας.

Όσοι αισθάνονται ότι λέξεις όπως η ομηρία είναι υπερβολικές,  θα αναφέρουμε ότι κατά τη φωτιά  στον Ταΰγετο το 1998,  πολλά  στρέμματα δασικής ζωής διασώθηκαν για έναν απλό λόγο: Tο δάσος είχε συντηρηθεί και ήταν ώριμο.  

Τι σημαίνει όμως ότι το δάσος ήταν ώριμο;

Οτι ειχαν αραιωθεί τα δέντρα με σωστό τρόπο, δεν υπήρχαν θάμνοι αλλά ούτε καχεκτικά ή άρρωστα δέντρα. Ετσι η φωτιά δεν είχε τη δυνατότητα να ανέβει ψηλά και να κάψει τις κορυφές και τα  δέντρα με χοντρό φλοιό όπως είναι η μαύρη πεύκη γλίτωσαν από τις έρπουσες φλόγες. 

Κάνει καλό λοιπόν στο δάσος να κόβονται κάποια από τα δέντρα του; Προφανώς και ναι, 

αρκεί να γίνεται μελετημένα. Έτσι βοηθούνται τα δέντρα που πρέπει ν’αναπτυχθούν, απομακρύνεται καύσιμη ύλη ενώ εξασφαλίζονται υλικά που η χώρα μας αυτή τη στιγμή αναγκάζεται να εισάγει.

Θα κλείσουμε με ένα τελευταίο ιστορικό παράδειγμα προκειμένου να δώσουμε τροφή για σκέψη. Στην Ελλάδα, το 1980 η ανακήρυξη της προστατευόμενης περιοχής της Δαδιάς συνοδεύτηκε από την αναστολή της υλοτομίας στην περιοχή των δύο πυρήνων, έκτασης 73,76 τ.χλμ. 

Η αναστολή θα ίσχυε ως την εκπόνηση Ειδικής Διαχειριστικής Μελέτης με στόχο την προστασία της ορνιθοπανίδας και, ιδιαίτερα, των αρπακτικών ειδών πουλιών που χαρακτήριζαν τη συγκεκριμένη περιοχή. 

Η υλοτομία όμως  ήταν μια βασική δραστηριότητα που παραδοσιακά αναπτυσσόταν στην περιοχή. Η αναστολή της άλλαξε τη δομή του δάσους στους πυρήνες, καθώς η δασική βλάστηση επεκτάθηκε σε βάρος των ανοιγμάτων και των λιβαδιών, ενώ αυξήθηκε και η πυκνότητα των συστάδων. 

Οι αλλαγές αυτές εν τέλει είχαν αρνητικές επιπτώσεις στον βιότοπο φωλιάσματος των αρπακτικών πουλιών. Για παράδειγμα τα μεγάλα αρπακτικά πουλιά δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στο εσωτερικό των συστάδων. 

Για τον λόγο αυτό, στην Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη που εκπονήθηκε τελικά το 1995, προτάθηκε η αναγκαιότητα ενός σχεδίου διαχείρισης της βλάστησης για τους πυρήνες, που επέτρεπε την ελεγχόμενη και προγραμματισμένη υλοτομία. Το σχέδιο με ορίζοντα δεκαπενταετίας εκπονήθηκε και υλοποιήθηκε για πέντε χρόνια. Μετά το πέρας όμως της πρώτης πενταετίας υλοποίησης δεν ανανεώθηκε, με αποτέλεσμα και πάλι σήμερα οι πυρήνες να μην υπόκεινται σε διαχείριση.

Συμπέρασμα; Εξακολουθούμε να μη μαθαίνουμε από τα λάθη μας. 

Όμως δεν έχουμε πλέον αυτή την πολυτέλεια. Ως πολίτες ένα από τα πρώτα πράγματα που οφείλουμε να επιδιώξουμε  είναι η διαμόρφωση μιας κεντρικής δασικής πολιτικής για τη χώρα  που θα έχει ως προτεραιότητα την  αειφορική διαχείριση και εκμετάλλευση των δασών με σκοπό την ικανοποίηση των βασικών αναγκών μας σε αρμονία πάντα με τον βασικό περιβαλλοντικό τους ρόλο.

[email protected]

Αποποίηση Ευθύνης

Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.