Οι παρατεταμένοι καύσωνες που πλήττουν την Ευρώπη και τον υπόλοιπο Βόρειο Ημισφαίριο δεν απειλούν μόνο τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, αλλά και την ίδια την οικονομική ανάπτυξη.
Καύσωνας και Οικονομία: Η Ελλάδα «λιώνει» και το ΑΕΠ συρρικνώνεται

Καύσωνας και Οικονομία: Η Ελλάδα «λιώνει» και το ΑΕΠ συρρικνώνεται

Οι παρατεταμένοι καύσωνες που πλήττουν την Ευρώπη και τον υπόλοιπο Βόρειο Ημισφαίριο δεν απειλούν μόνο τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, αλλά και την ίδια την οικονομική ανάπτυξη.

Οι παρατεταμένοι καύσωνες που πλήττουν την Ευρώπη και τον υπόλοιπο Βόρειο Ημισφαίριο δεν απειλούν μόνο τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, αλλά και την ίδια την οικονομική ανάπτυξη. 

Με φόντο ένα ακόμα καλοκαίρι που σπάει θερμοκρασιακά ρεκόρ, η Ελλάδα αναμένεται να υποστεί μείωση της τάξης του 1,1% στο ΑΕΠ για το 2025, σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις της Allianz Trade.

Το 2024 καταγράφηκε ως το θερμότερο έτος στην ιστορία των μετεωρολογικών μετρήσεων, ενώ ο Μάιος του 2025 ήταν ο δεύτερος πιο ζεστός παγκοσμίως, σύμφωνα με την Υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής Copernicus. Οι προβλέψεις για τη φετινή σεζόν είναι δυσοίωνες: παρατεταμένοι καύσωνες, θερμοκρασίες άνω των 40°C και υψηλός κίνδυνος πυρκαγιών και ξηρασίας.

Η οικονομική επίπτωση αυτών των ακραίων φαινομένων δεν είναι πλέον μια θεωρητική υπόθεση. Η μελέτη της Allianz Trade αποτυπώνει με αριθμούς τη νέα πραγματικότητα: -0,6% προβλέπεται η συνολική παγκόσμια απώλεια του ΑΕΠ για το 2025, ενώ στην Ευρώπη εκτιμάται στο -0,5%. Στην Ισπανία η ζημία αναμένεται στο -1,4%, στην Ιταλία -1,2%, στην Ελλάδα -1,1%, ενώ πιο ήπια θα είναι η επίδραση σε Γαλλία (-0,3%) και Γερμανία (-0,1%).

Η Jasmin Gröschl, Senior Economist της Allianz SE, εξηγεί: «Οι καύσωνες παραλύουν την οικονομία. Μια ημέρα με θερμοκρασίες πάνω από 32 βαθμούς Κελσίου είναι περίπου ισοδύναμη με μισή ημέρα απεργίας. Οι άνθρωποι εργάζονται λιγότερο, παράγουν λιγότερο και τελικά καταναλώνουν λιγότερο.»

Η επίδραση είναι ιδιαίτερα αισθητή σε τομείς που βασίζονται σε φυσική εργασία ή λειτουργούν σε εξωτερικούς χώρους – όπως η γεωργία, οι κατασκευές και ο τουρισμός. Παράλληλα, αυξάνεται και το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, από τις ενεργειακές ανάγκες για ψύξη μέχρι τις απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό λόγω ασθενειών που σχετίζονται με τη θερμική καταπόνηση.

Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας, η θερμική καταπόνηση οδήγησε ήδη σε απώλεια 2,2% των παγκόσμιων ωρών εργασίας – ισοδύναμο με σχεδόν 80 εκατομμύρια θέσεις πλήρους απασχόλησης. Το 2021, σύμφωνα με το The Lancet Countdown, χάθηκαν 470 δισεκατομμύρια ώρες εργασίας, αύξηση 37% σε σχέση με τις μέσες τιμές της δεκαετίας του 1990.

Η επίδραση δεν είναι συμμετρική. Οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, όπως η Ελλάδα, υφίστανται δυσανάλογα μεγαλύτερες απώλειες λόγω γεωγραφικής θέσης, αστικού σχεδιασμού και περιορισμένων υποδομών κλιματικής ανθεκτικότητας. Ειδικά ο αγροτικός τομέας δέχεται ισχυρό πλήγμα, με καταστροφές σε καλλιέργειες, μείωση της παραγωγής και αύξηση των τιμών βασικών αγαθών.

Η κ. Gröschl υπογραμμίζει ότι παρά την αρνητική συγκυρία, υπάρχει περιθώριο για προσαρμογή. «Το καλό νέο είναι ότι μπορούμε να προετοιμαστούμε – τόσο σωματικά όσο και οικονομικά. Οι καύσωνες είναι σε μεγάλο βαθμό προβλέψιμοι, άρα το κράτος και οι επιχειρήσεις μπορούν να επενδύσουν στην πρόληψη και την ανθεκτικότητα.»

Μέτρα όπως η αναβάθμιση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, η θέσπιση ευέλικτων ωραρίων εργασίας, η προστασία ευάλωτων πληθυσμών και η ενίσχυση των υποδομών ψύξης μπορούν να περιορίσουν τις επιπτώσεις. Όμως, καθώς τα καλοκαίρια γίνονται πιο θερμά και πιο μακρά, αναδεικνύεται πλέον η ανάγκη για μια νέα, στρατηγική σχέση μεταξύ της οικονομίας και του κλίματος.