Η Εκκλησία να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων

Η Εκκλησία να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων

Το μήνυμα του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν σαφές. Δεν υπάρχει εξαίρεση για τις εκκλησίες από τις αποφάσεις για σκληρότερο Lockdown δεδομένου ότι η δημόσια υγεία προηγείται όλων. Και η εμμονή της ιεραρχίας να προχωρήσει σε ένα είδος «αντάρτικου» επικαλούμενη το αυτοδιοίκητο προκαλεί ερωτήματα όπως και οι πολιτικές αναφορές της στα περί εμβολιασμού. Σε κάθε περίπτωση αυτοδιοίκηση δεν σημαίνει αυτονομία, καθώς η Εκκλησία δεν νομοθετεί για τον εαυτό της, κυρίως όμως δεν σημαίνει ασυδοσία.

Οι «πολεμικές» αναφορές περί ανοίγματος των εκκλησιών την ημέρα των Θεοφανίων, οι αιχμές για τους εμβολιασμούς και οι αναφορές σε «πιστούς που απαιτούν το άνοιγμα των εκκλησιών» δεν συνάδουν με το ρόλο της Εκκλησίας, ειδικά σε μια ευνομούμενη κοινωνία.

Η επιλογή της Ιεραρχίας να συνταχθεί με τους φανατικούς που έχουν αναγορεύσει το θέμα των κλειστών ναών σε «διώξεις κατά του χριστιανισμού» και οι αναφορές εκπροσώπων της σε «κάποιους» που επιδιώκουν να δημιουργήσουν θέμα με την Εκκλησία δείχνουν ότι το μήνυμα δεν έχει ληφθεί.

Και αυτό παρά το γεγονός πως υπάρχουν φωνές ιεραρχών που καλούν ακόμη και την ύστατη στιγμή να τηρηθούν οι αποφάσεις της κυβέρνησης και να ληφθούν υπόψιν οι προτάσεις των επιστημόνων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως ορισμένοι μητροπολίτες επέλεξαν και την περίοδο των εορτών να κρατήσουν κλειστές τις εκκλησίες, επικαλούμενοι ακριβώς την Δημόσια Υγεία, στάση για την οποία δέχθηκαν δριμεία κριτική από ακραίες φωνές.

Στην ουσία, η ηγεσία της Εκκλησίας με την στάση που τηρεί όλες τις τελευταίες ημέρες δείχνει διατεθειμένη ακόμη και να παρακούσει τις αποφάσεις και τους νόμους και να «ηγηθεί» ενός αντάρτικου που στέλνει σε μια κρίσιμη φάση της πανδημίας το πλέον λανθασμένο μήνυμα σε όλους. Τόσο σε αυτούς που τηρούν τα μέτρα προστασίας και τις αποφάσεις για το lockdown αλλά και σε εκείνους που αναζητούν μια ευκαιρία για να αντιδράσουν και να χρησιμοποιήσουν ως άλλοθι τη στάση της Ιεραρχίας, που εκπροσωπεί έναν θεσμό της κοινωνίας.

Οσο για τον «αιφνιδιασμό» που αυτή επικαλείται δεν δικαιολογεί τη στάση της. Ούτε και οι αναφορές στα περί τήρησης μέτρων τη στιγμή που ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος δηλώνει ότι θα μεταβεί σε παράκτια περιοχή του Λεκανοπεδίου, προκειμένου να τελέσει συμβολικά τον αγιασμό των υδάτων. Και έτσι, όπως έχουν τα πράγματα, ουδείς μπορεί να αποκλείσει να υπάρξουν αύριο φαινόμενα συγχρωτισμού ακόμη και αν η Αρχιεπισκοπή έχει επιλέξει να παίξει το παιχνίδι «κλέφτες και αστυνόμοι» με τους πιστούς και τις αρχές.

Σε κάθε περίπτωση η Εκκλησία και οι ιεράρχες οφείλουν να επανεκτιμήσουν τη στάση τους. Να κατανοήσουν πως η δημόσια υγεία προηγείται. Πολύ δε περισσότερο τη στιγμή κατά την οποία η ίδια θρηνεί νεκρούς προερχόμενους από τις τάξεις της ενώ και ο ίδιος ο Αρχικεπίσκοπος είχε πέσει θύμα του ιού, χωρίς ευτυχώς επιπτώσεις.

Το μήνυμα για ανοιχτούς ναούς όπως διαμορφώνεται δύναται να αποτελέσει μια βάση για νέα έξαρση της πανδημίας σε μια περίοδο δύσκολη που έχει οδηγήσει σε νέους αποκλεισμούς όχι μόνο την Ελλάδα αλλά συνολικά την Ευρώπη, η οποία μετρά τις επιπτώσεις από την χαλαρότητα των εορτών των Χριστουγέννων και της πρωτοχρονιάς.

Η κυβέρνηση έθεσε τους όρους της. Αν οι ιεράρχες και οι κληρικοί επιθυμούν να κάνουν επίδειξη δυνάμεως καλό θα είναι να υπολογίσουν πως δεν υπάρχουν μόνον φανατικοί πιστοί και οπαδοί, αλλά και άνθρωποι που θα καταχωρήσουν αυτή τη στάση στα αρνητικά, όχι του χριστιανισμού και της θρησκείας, αλλά αυτών που φέρονται να επιδιώκουν να αποτελέσουν τους «επί γης» εκπροσώπους της.

Επίσης καλό θα ήταν να υπάρξει και τοποθέτηση επί του θέματος και από την αντιπολίτευση και κυρίως την αξιωματική, δεδομένου ότι το ΚΙΝΑΛ έχει πάρει από χθες επικριτική προς την Εκκλησία θέση.