Με φόντο την ενεργειακή αβεβαιότητα και τις επίμονες υψηλές τιμές ηλεκτρικού ρεύματος, η παρουσία του Ευρωπαίου Επιτρόπου για την Ενέργεια και τη Στέγαση, Dan Jørgensen, στην Αθήνα και οι σαφείς αναφορές του στην ανάγκη πλήρους απεξάρτησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη ρωσική ενέργεια διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο.
Κατά την παρέμβασή του στο πλαίσιο της Συνόδου της Ενεργειακής Κοινότητας στο Ζάππειο, ο κ. Jørgensen ανέδειξε την ανάγκη να διακοπεί κάθε μορφή εξάρτησης από τη Μόσχα, τονίζοντας πως «η Ρωσία εργαλειοποιεί την ενέργεια για να εκβιάζει τα κράτη-μέλη» και ότι «δεν θα συμβάλουμε – ούτε έμμεσα – στη χρηματοδότηση του πολεμικού ταμείου του Πούτιν».
Από την πλευρά του, και ο Γενικός Διευθυντής της Ενεργειακής Κοινότητας, Artur Lorkowski, επεσήμανε ότι η Ελλάδα, λόγω θέσης, αποτελεί ένα «παράθυρο» για την περιοχή για την προώθηση των ενεργειακών στόχων και για τα συστήματα ηλεκτρισμού και ότι η διακρατική συνεργασία και η ενεργειακή ολοκλήρωση θα φέρουν οφέλη για την οικονομία και θα συμβάλουν στη σταθερότητα και την ασφάλεια.
Υπέρ η Ελλάδα της απεξάρτησης από τη Ρωσία αλλά με ρεαλιστικές προϋποθέσεις
Την ίδια στιγμή, όμως, η Ελλάδα εξακολουθεί να προμηθεύεται σχεδόν το 50% του φυσικού αερίου της από τη Ρωσία, βάσει της πρόσφατα επικαιροποιημένης συμφωνίας ΔΕΠΑ Εμπορίας - Gazprom. Η συμφωνία αυτή περιλαμβάνει ρυθμίσεις που σχετίζονται με τις τιμές προμήθειας, αλλά και με εκκρεμότητες από το παρελθόν, χωρίς να υπάρχει ξεκάθαρη πρόβλεψη για το πότε και πώς θα απεξαρτηθεί οριστικά η χώρα.
Την υποστήριξή της, όμως, προς την ευρωπαϊκή στρατηγική απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο επαναβεβαίωσε η ελληνική πλευρά, διατυπώνοντας ωστόσο έναν σαφή όρο: η μετάβαση αυτή θα πρέπει να γίνει με ρεαλιστικούς όρους και με σεβασμό στις εθνικές και ευρωπαϊκές ιδιαιτερότητες. Τη θέση αυτή φέρεται να μετέφερε η ελληνική πλευρά στον Jørgensen, στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων διαβουλεύσεων για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής.
Η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των κρατών-μελών που συντάσσονται με την πορεία της ενεργειακής απεξάρτησης, ωστόσο τονίζει ότι απαιτείται προσεκτικός σχεδιασμός βάσει τριών βασικών προϋποθέσεων.
Πρώτον, η απεξάρτηση δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε εκτίναξη των τιμών ενέργειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ανησυχία που συμμερίζονται αρκετές χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Δεύτερον, επισημαίνεται η ανάγκη αποφυγής έμμεσης επανεισόδου ρωσικού αερίου στην ΕΕ, κυρίως μέσω τρίτων χωρών και διαμετακομιστικών οδών όπως ο αγωγός Turkstream. Και τρίτον, ζητείται νομική θωράκιση της διαδικασίας, ώστε οι ευρωπαϊκές εταιρείες να μην βρεθούν αντιμέτωπες με δικαστικές συνέπειες από μονομερή καταγγελία συμβολαίων με τη Gazprom.
Η στρατηγική επιλογή της Κομισιόν για πλήρη αποδέσμευση από το ρωσικό φυσικό αέριο, όπως αποτυπώθηκε με την πρόταση απαγόρευσης των σχετικών εισαγωγών, «γεννούν» την ανάγκη για νέες εναλλακτικές οδεύσεις.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η νέα έκθεση της Wood Mackenzie, η οποία αναδεικνύει ότι η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου εισέρχεται σε μια νέα φάση. Η ζήτηση υποχωρεί διαρθρωτικά, λόγω τεχνολογικών αλλαγών (όπως η χρήση αντλιών θερμότητας) και πιέσεων για απολιγνιτοποίηση. Στο βιομηχανικό σκέλος, η ζήτηση προβλέπεται μειωμένη έως και 20% σε σχέση με τα προπολεμικά επίπεδα, με περιθώρια ήπιας ανάκαμψης σε ειδικούς κλάδους, όπως τα διυλιστήρια ή η παραγωγή αμμωνίας.
Η αγορά φυσικού αερίου παραμένει εξαιρετικά ευάλωτη σε γεωπολιτικά σοκ – όπως απέδειξε η πρόσφατη ένταση στη Μέση Ανατολή (Ισραήλ-Ιράν) – και, πλέον, καλείται να προσαρμοστεί σε έναν πιο πολυπολικό και ευμετάβλητο ενεργειακό χάρτη.
Τα δίκτυα – η «άλλη μισή» μάχη
Καθοριστικής σημασίας θεωρείται, επίσης, η ενίσχυση των διασυνοριακών ηλεκτρικών διασυνδέσεων και η αναβάθμιση των δικτύων μεταφοράς και διανομής. Ο Επίτροπος Jørgensen, κατά τη συνάντησή του με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ανακοίνωσε πως το Φθινόπωρο η Κομισιόν θα παρουσιάσει νέο σχέδιο για τα ευρωπαϊκά δίκτυα, με πενταπλασιασμό των κονδυλίων – από 6 δισ. ευρώ στην τρέχουσα περίοδο, σε 29 δισ. για την περίοδο 2028-2034.
Επιπλέον, το πρόγραμμα Connecting Europe Facility (CEF), που χρηματοδοτεί διασυνοριακά έργα, αυξάνεται κατά 140%, φθάνοντας στα 81,4 δισ. ευρώ έναντι 33,7 δισ. σήμερα.
Ο κ. Μητσοτάκης, από την πλευρά του, εξέφρασε ικανοποίηση για την ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, υπενθυμίζοντας τις ανεπαρκείς διασυνδέσεις και τις δυσλειτουργίες του Target Model στην ενιαία αγορά ρεύματος, που – όπως είπε – «επιβαρύνουν τους πολίτες της ΝΑ Ευρώπης».
Η task force και τα επόμενα βήματα
Στο πλαίσιο της προσπάθειας εξομάλυνσης των περιφερειακών στρεβλώσεων, η Κομισιόν αποδέχθηκε την ελληνική πρόταση για σύσταση ειδικής task force για την αγορά της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, με σκοπό την υποβολή συγκεκριμένων προτάσεων για τη βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Η ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική, όπως τη σκιαγράφησε ο Επίτροπος Jørgensen, κινείται στους εξής τρεις βασικούς στόχους:
- Μείωση των τιμών για επιχειρήσεις και καταναλωτές.
- Ανεξαρτησία από ρωσική ενέργεια, ιδίως φυσικό αέριο.
- Απανθρακοποίηση και πράσινη μετάβαση, με έμφαση στη βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητα των ενεργειακών συστημάτων.