Κόβει ταχύτητα η πράσινη μετάβαση
Shutterstock
Shutterstock

Κόβει ταχύτητα η πράσινη μετάβαση

Το κάρο μπροστά από το άλογο έχει βάλει η Ευρώπη στην υπόθεση της πράσινης μετάβασης, αλλά τα καμπανάκια ηχούν πλέον όλο και πιο δυνατά.

Ο ελέφαντας στο δωμάτιο δεν είναι μόνο τα δίκτυα και οι τεράστιες επενδύσεις που απαιτούνται για να «σηκώσουν» τους στόχους του 2030 για 65 εκατομμύρια ηλεκτρικά αυτοκίνητα και 60 εκατομμύρια αντλίες θερμότητες, νούμερα ανέφικτα, όπως αναγνωρίζουν πλέον όλο και περισσότεροι άνθρωποι του χώρου.

Οι ίδιες οι αυτοκινητοβιομηχανίες που είχαν πάρει ζεστά τη στροφή στην ηλεκτροκίνηση αντιλαμβάνονται ότι τα υψηλά επιτόκια και η εκτόξευση του κόστους των πρώτων υλών διατηρούν τις τιμές σε δυσανάλογα υψηλότερα επίπεδα των συμβατικών.

Δίχως να το δηλώνουν επίσημα, ονόματα όπως GM, Mercedes-Benz, Volkswagen, ακόμη και η Tesla κατεβάζουν τον πήχη, αναθεωρούν τα τολμηρά οράματα για ένα πλήρως ηλεκτρικό μέλλον και κάποιες αυξάνουν την παραγωγή σε υβριδικά, τα οποία είναι πιο προσιτά.

Αλλά δεν είναι μόνο η αυτοκινητοβιομηχανία που βλέπει ότι η πράσινη μετάβαση σκοντάφτει στην ίδια την πραγματικότητα.

Η είδηση ότι η Shell, μετά από μια από τις πιο κερδοφόρες χρονιές της, κατεβάζει το στόχο για μείωση 20% των εκπομπών CO2 μέχρι το 2030 και τον χαλαρώνει μεταξύ 15% -20%, μπορεί να ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από τους υπέρμαχους της πράσινης μετάβασης, ωστόσο κάτι δείχνει.

Ειδικά όταν συμπίπτει με την ανακοίνωση από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας ότι αναθεωρεί προς τα πάνω την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου κατά 110.000 βαρέλια την ημέρα για το 2024.

Έχοντας ανεβάσει τα τελευταία χρόνια στροφές, λόγω της όλο και πιο συχνής εμφάνισης ασύμμετρων κλιματικών φαινόμενων, η πράσινη μετάβαση δείχνει να έχει φτάσει λίγο πριν τα όριά της.

Βρίσκεται αντιμέτωπη με τα αδιέξοδα που δημιούργησε ο ίδιος της ο κακός σχεδιασμός. Πλέον, προσκρούει σε μια σειρά από προβλήματα, ανασταλτικούς παράγοντες που δεν είχαν μελετηθεί επαρκώς απ’ όσους εμπνεύστηκαν το ευρωπαϊκό Green Deal. Οι φωνές ότι χρειάζεται επανασχεδιασμός πληθαίνουν, χωρίς να είναι σίγουρο ότι εισακούονται από την ευρωπαϊκή ηγεσία που την έχει κάνει σημαία της και πορεύεται με αυτήν προς τις εκλογές του Ιουνίου.

Τα καμπανάκια ωστόσο αυξάνονται. Το έδειξε ο πρωτοφανείς συντονισμός του αγροτικού κόσμου όλης της Ευρώπης με τα τρακτέρ στα πιο εμβληματικά σημεία της Ευρώπης, από την Πύλη του Βραδεμβούργου μέχρι την πλατεία Συντάγματος, που όλως τυχαίως συνέπεσε χρονικά με τη «Συμφωνία της Αμβέρσας».

Μια επείγουσα έκκληση από την ευρωπαϊκή βιομηχανία προς την ηγεσία της Ευρώπης, για αναζωογόνηση του βιομηχανικού τοπίου, την οποία υπογράφουν 568 επιχειρήσεις από είκοσι τομείς, 803 οργανισμοί και 186 ενώσεις, ώστε η απανθρακοποίηση να μη συνοδευτεί και από αποβιομηχάνιση.

Δύο κλάδοι, αγροτικός και βιομηχανικός, τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους, που ωστόσο έχουν ένα κοινό παρονομαστή, το ενεργειακό κόστος στην εποχή της πράσινης μετάβασης. Αυτό που διαπερνά όλη την παραγωγική οικονομία, κάνει τους αγρότες και τη μεταποίηση να δυσανασχετούν και παράγει πολιτική γκρίνια από τη Γερμανία μέχρι την Ελλάδα.

Αλλά παρά το θόρυβο και τις αντιδράσεις, δεν άνοιξε η συζήτηση για την ταμπακιέρα, δηλαδή πώς θα καλύψουμε το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που έχουν τα αγροτικά προϊόντα των τρίτων χωρών.

Τι πρέπει να κάνουμε για να προσελκύσουμε επενδύσεις στη βιομηχανία, αν η πορεία στην οποία βαδίζει η πράσινη μετάβαση είναι σωστή, πως θα νικήσει η Ευρώπη στον πόλεμο με την κλιματική αλλαγή όταν παλεύει με γερασμένα ηλεκτρικά δίκτυα 40 ετών. Άλλης εποχής, τεχνολογικά ξεπερασμένα, που πρέπει επειγόντως να αναβαθμιστούν, να γίνουν έξυπνα, ψηφιοποιημένα, να θωρακιστούν απέναντι σε μελλοντικές υβριδικές επιθέσεις, στον κυβερνοπόλεμο.

Το πρόβλημα έχει φανεί εδώ και καιρό. Έργα ανανεώσιμων πηγών 3.000 GW βρίσκονται στην ουρά διεθνώς και αναμένουν τη σύνδεσή τους, προειδοποιεί από πέρυσι ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας.

Έως το 2040 πρέπει να γίνουν επενδύσεις σε πάνω από 80 εκατομμύρια χιλιόμετρα δικτύου ηλεκτρισμού για την επίτευξη των εθνικών ενεργειακών και κλιματικών στόχων, εκτιμά πάντα ο ΙΕΑ. Εκτός τροχιάς είναι ο στόχος για τριπλασιασμό της εγκατεστημένης ισχύος έργων ΑΠΕ μέχρι το 2030, φωνάζει ο Διεθνής Οργανισμός Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA).

Χρειαζόμαστε επενδύσεις 584 δισ. ευρώ το χρόνο σε νέα δίκτυα, «ανακάλυψε» το Νοέμβριο η ΕΕ, η οποία δεσμεύτηκε να δώσει κονδύλια και κίνητρα που θα τα ψηφιοποιήσουν και θα τα κάνουν πιο ευέλικτα, αλλά και παραδεχόμενη ταυτόχρονα πόσο καθυστερημένα ήρθε αυτή η διαπίστωση.

Η διάρκεια αναμονής για τη διαδικασία αδειοδότησης στα ευρωπαϊκά δίκτυα σήμερα κινείται μεταξύ 4-10 ετών, ενώ φτάνει και τα 8-10 έτη στην υψηλή τάση, χρόνοι που στην Ελλάδα, είναι ακόμη μεγαλύτεροι.

Στη διασύνδεση των Κυκλάδων, το έργο άρχισε να συζητείται στη δεκαετία του 1980, μεσολάβησαν προσφυγές στα δικαστήρια, η πρώτη αδειοδότηση δόθηκε το 2010 και η πρώτη φάση ολοκληρώθηκε το 2021. Στην περίπτωση της διασύνδεσης της Εύβοιας, η τελική έγκριση της άδειας πήρε περίπου 15 χρόνια, ενώ για εκείνη της γραμμής 400 kV στη Πελοπόννησο κοντά στα 10 χρόνια, όπως γνωρίζει καλά ο ΑΔΜΗΕ.

Είναι εφικτό να γίνει πράξη όλο αυτό το ευρωπαϊκό φιλόδοξο πλάνο μέσα στα έξι χρόνια που απομένουν μέχρι το 2030; Προφανώς και όχι.

Και γι’ αυτό σε χθεσινή της έκθεση, η Eurelectric, η ένωση των ευρωπαϊκών εταιρειών ηλεκτρικής ενέργειας, με πάνω από 3.500 μέλη από 30 χώρες, υποστηρίζει την κατεπείγουσα ανάγκη να δούμε «αλλιώς» το θέμα. Να βάλουμε επιτέλους το άλογο μπροστά από το κάρο. 

Τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, γράφει σε έκθεσή της, πρέπει να αναπτύσσονται προκαταβολικά, όχι όπως σήμερα, όπου πρώτα ακολουθούν τα αιτήματα και η ζήτηση από τους επενδυτές και μετά οι χώρες σχεδιάζουν τη στρατηγική τους ανάπτυξη.

Σύμφωνα με την Eurelectric «μια προκαταρκτική επένδυση είναι αυτή που αντιμετωπίζει προληπτικά τις αναμενόμενες εξελίξεις, κοιτάζοντας πέρα από τις άμεσες ανάγκες παραγωγής ή ζήτησης, αξιολογώντας σε επαρκές επίπεδο βεβαιότητας ότι η νέα παραγωγή και ζήτηση θα υλοποιηθούν, παρά την πιθανή χαμηλή αξιοποίηση βραχυπρόθεσμα».

Σε διαφορετική περίπτωση, η προσέγγιση θα καταλήγει σταθερά να έπεται των αναγκών και των εξελίξεων και αυτό θα μεταφράζεται σε καθυστέρηση στην επίτευξη των στόχων για την ενέργεια και το κλίμα.

Σε αυτή τη φάση βρίσκεται η πράσινη μετάβαση. Κρίσιμα στοιχεία δείχνουν ένα φρένο, μεγάλες εταιρείες, σοβαροί οργανισμοί έχουν όλο και περισσότερες επιφυλάξεις για την ακολουθούμενη πορεία, όσο αυτή έρχεται αντιμέτωπη με την πραγματικότητα των αριθμών. Κάπου στον σχεδιασμό, δεν δόθηκε η έμφαση που έπρεπε στον τρόπο υλοποίησης, παρά έγινε focus μόνο στο μακροχρόνιο στόχο.

Τώρα, πληθαίνουν οι φωνές ακόμη και των ίδιων των υποστηρικτών του Green Deal, ότι χρειάζεται μια μεταρρύθμιση, όσο είναι ακόμη καιρός, ώστε η ΕΕ να το ξαναδεί από την αρχή.