«Πάλι για τα τροχαία γράφεις; Δε βαρέθηκες»;
Με αυτή την ατάκα με αντιμετώπισε η σύζυγός μου, όταν διαπίστωσε, ότι ασχολούμαι (πάλι) με το ζήτημα της τροχαίας αστυνόμευσης.
«Ναι, πάλι», απάντησα. «Με αφορμή το νέο ΚΟΚ που παρουσιάστηκε επισήμως και μάλιστα στο ανώτερο δυνατό επίπεδο, από τα πρωθυπουργικά χείλη».
Δεν πτοήθηκε. «Έχεις συνειδητοποιήσει πόσα άρθρα έχεις γράψει για το θέμα τους τελευταίους μήνες»; Δύο το 2024 και άλλα δύο το 2023 !
«Για να μην αναφερθώ σε προηγούμενα έτη… Το έχεις εξαντλήσει! Νομίζεις άλλωστε πως σε ακούει κανένας»;
Ματαίως προσπάθησα να εξηγήσω, ότι το κίνητρο μου δεν είναι το να με «ακούσει» κάποιος. Γράφω διότι το θεωρώ επιστημονικό και κοινωνικό χρέος μου. Διότι πιστεύω βαθιά, ότι ο επιστήμονας - και ιδιαιτέρως ο κοινωνικός επιστήμονας - δεν πρέπει να συνομιλεί μόνο με τους συναδέλφους του αλλά κυρίως με τον κόσμο και την κοινωνία. Ας είναι…
Πάμε λοιπόν ξανά να ασχοληθούμε με την σύγχρονη «πανώλη» της χώρας, τα τροχαία δυστυχήματα και τους τρόπους αντιμετώπισης τους.
Κατ’ αρχήν, είναι θετικό το γεγονός ότι η κυβέρνηση επέδειξε αντανακλαστικά και κατανόησε το πρόβλημα. Είναι ίσως η πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια που η οργανωμένη Πολιτεία προσπαθεί να ανταποκριθεί σε ένα φλέγον κοινωνικό πρόβλημα.
Οι τρόποι που επέλεξε να το κάνει, είναι συζητήσιμοι, αλλά ας μη γκρινιάζουμε συνεχώς. Και μόνο η πρωτοβουλία και η προσπάθεια αξίζουν έπαινο.
Ας αξιολογήσουμε τη βασική αρχή του νέου ΚΟΚ όπως παρουσιάστηκε.
Η αποτροπή.
Ποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει; Η αποτροπή είναι η θεμελιώδης αρχή σε κάθε νομοθετική προσπάθεια.
«Ό, τι δεν τιμωρείται, επαναλαμβάνεται. Και αν επαναληφθεί, πρέπει να τιμωρηθεί με μεγαλύτερη αυστηρότητα για να εμπεδωθεί το περιβάλλον ελέγχου και να διασφαλιστεί η συμμόρφωση», έλεγε ένας διάσημος εγκληματολόγος τον οποίο είχα την τιμή να έχω καθηγητή στις ΗΠΑ.
Είναι όμως αυτή η πιο πρόσφορη λύση, όταν μιλάμε για τροχαίες παραβάσεις, πράξεις δηλαδή συχνά επαναλαμβανόμενες;
Ο νέος ΚΟΚ διπλασιάζει τις χρηματικές ποινές κάθε φορά, σε περίπτωση υποτροπής. Ποσό θα μπορέσεις να κλιμακώσεις, πριν φτάσεις σε παράλογα πρόστιμα που εξ ορισμού καθίστανται ανεφάρμοστα;
Ας ξεκινήσουμε από μια βασική αρχή των τροχαίων παραβάσεων, την οποία πολλοί αγνοούν.
Στην τροχαία παραβατικότητα, δεν ισχύει ο βασικός κανόνας της εγκληματολογίας, ότι λίγα άτομα διαπράττουν το μεγαλύτερο ποσοστό των παραβάσεων.
Στην τροχαία συμπεριφορά, όλοι είμαστε παραβάτες!
ΟΛΟΙ!
Μηδενός εξαιρουμένου!
Η τροχαία συμπεριφορά ήταν εκτός της διαδικασίας κοινωνικοποίησης και ανατροφής μας για πολλές δεκαετίες. Αυτή η παράμετρος σε συνδυασμό με την κρατική αδιαφορία επί μακρόν, δημιούργησε ένα εκρηκτικό παρατατικό, ανομικό θα έλεγα «κοκτέιλ», το οποίο πλέον έχει εκ-φύγει κάθε μορφής ελέγχου.
Τι συμβαίνει λοιπόν; Είμαστε αντιμέτωποι με ένα σπάνιο κοινωνικό φαινόμενο.
Έχουμε μια κοινωνία που δεν έχει συνηθίσει – και φυσικά δεν επιθυμεί - να αστυνομευτεί.
Έχουμε όμως ταυτόχρονα και ένα άλλο σπάνιο φαινόμενο.
Μια αστυνομία που δεν θέλει να αστυνομεύσει την τροχαία συμπεριφορά μας.!
Ας μη λησμονούμε, ότι κοινωνία και αστυνομία είναι έννοιες ταυτόσημες.
Όσο η κοινωνία ζούσε δεκαετίες με την στρεβλή αντίληψη, ότι η τροχαία παραβατικότητα δεν είναι «έγκλημα» και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια σοβαρή μορφή εγκληματικότητας, άλλο τόσο η αστυνομία έβλεπε την τροχαία ως πάρεργο, ως μια υπηρεσία που την φέρνει σε σύγκρουσή με την κοινωνία με αποτέλεσμα να μην την θέλει. Επίσης, την θεωρούσε ασήμαντη μπροστά στην «σοβαρή» της αποστολή, δηλαδή την πάταξη του σκληρού εγκλήματος.
Όπως έχω ξαναγράψει, για πολλά χρονιά η μόνιμη απειλή που δεχόντουσαν οι αστυνομικοί που δεν ήταν επιθυμητοί από τους διοικητές τους ήταν «θα σε στείλω στην τροχαία να κόβεις κλήσεις». Δηλαδή, θα σε υποβιβάσω, θα σε ταπεινώσω.
Αν δεν λυθούν λοιπόν και οι δυο βασικές αυτές στρεβλώσεις, όποια κλιμάκωση και να φέρει ο νέος ΚΟΚ σε ποινές και πρόστιμα, θα παραμείνει ανεφάρμοστη.
Η κοινωνία πρέπει να προετοιμαστεί για τις σοβαρές αλλαγές που έρχονται στην τροχαία αστυνόμευση. Όσο και αν όλοι μας ζητούμε αυστηρότερα πρόστιμα και ποινές, όταν – με δεδομένη την καθολική ανομία στην οποία αναφέρθηκα - θα αρχίσουν τα πρόστιμα να πέφτουν στα δικά μας κεφάλια, θα είμαστε οι πρώτοι που θα αντιδράσουμε στα «εισπρακτικά» μέτρα, που θα θέλουν να μας «εξοντώσουν»…
Και όσο η αστυνομία δεν εντάσσει την τροχαία αστυνόμευση στο αστυνομικό της δόγμα, αλλάζοντας άποψη στάση και νοοτροπία απέναντι στην επιτήρηση των δρόμων, τόσο θα είναι ελαστική και δεκτική στις εκκλήσεις των πολιτών για ελαστικότητα και επιείκεια.
«Κύριε αστυφύλακα, 900 ευρώ παίρνω. Αν με γράψετε ως υπότροπο για χρήση κινητού, δε θα έχουν αυτό το μηνά φαγητό τα παιδιά μου.»
Ποσό εύκολο είναι να λυγίσει ο αστυνομικός; Μη ξεχνάμε ότι σε αυτή τη χώρα αυτός που αστυνομεύει, έχει πολλά κοινά με τον πολίτη που αστυνομεύεται...
Όχι λοιπόν, τα εξοντωτικά πρόστιμα σε περίπτωση υποτροπής δεν θα φέρουν συμμόρφωση, μάλλον αντίδραση που σε βάθος χρόνου θα καταστήσει τον νέο ΚΟΚ «πουκάμισο αδειανό».
Την συμμόρφωση δεν την φέρνει το παράλογα αυστηρό, εξοντωτικό πρόστιμο. Την φέρνει η βεβαιότητα ότι η παράβαση θα καταγραφεί.
Στις ΗΠΑ οπού έζησα επί σειρά ετών, το πρώτο πράγμα που με έκανε να αλλάξω τακτική και από αδιάφορος «Ελληναράς» να γινώ συνετός, ήταν η διαπίστωση, ότι από παντού μπορεί να ξεφυτρώσει ένας αστυνομικός.
Πίσω από φράκτες, κάτω από γέφυρες, ακόμα και από το αντίθετο ρεύμα με είδε, καβάλησε το διάζωμα και με καταδίωξε!
Η απόλυτη βεβαιότητα ότι δε μπορείς να σκεφτείς καν να διαπράξεις παράβαση, διαμορφώνει συνειδήσεις, πρακτικές και συμπεριφορές.
Ένα εξοντωτικό πρόστιμο, το οποίο επιβάλλεται σπάνια, δεν μεταβάλλει συμπεριφορές.
Ένα εξοντωτικό πρόστιμο που επιβάλλεται συχνά, φέρνει κοινωνικές αντιδράσεις, οι οποίες μακροπρόθεσμα ακυρώνουν το μέτρο.
Σωστή λοιπόν η κλιμάκωση των προστίμων, αλλά δε χρειάζονται υπερβολές. Ακόμα προτιμότερη, η βεβαιότητα της καταγραφής τους.
Ο μοναδικός τρόπος παγκοσμίως για να συμβεί αυτό, είναι όταν η αστυνομία στην ΟΛΟΤΗΤΑ της, ασχοληθεί με τις προκλητικές και αντικοινωνικές παραβάσεις.
Όχι, μόνο η διεύθυνση Τροχαίας! Όλοι όσοι βρίσκονται στο δρόμο! Είναι αδιανόητο αστυνομικοί να κοιτάνε αλλού όταν διαπράττονται μπροστά στα ματιά τους σοβαρές τροχαίες παραβάσεις, επειδή θεωρούν ότι «δεν είναι δουλειά τους»,
Όπως οποιοσδήποτε αστυνομικός θα επιληφθεί ενός κακουργήματος, ενός φόνου ή βιασμού, ανεξαρτήτως της υπηρεσίας στην οποία βρίσκεται, έτσι όλοι πρέπει να αστυνομεύσουν και τα τροχαία!
Ο γνωστός παλαίμαχος οδηγός αγώνων Ari Vatanen ο οποίος πρόσφατα επισκέφθηκε τη χώρα μας το είπε καθαρά: «Δεν βλέπω αστυνομία στους δρόμους να ασχολείται με τα τροχαία συμβάντα».
Η προσπάθεια που κάνει η κυβέρνηση είναι άξια επαίνου, αλλά πάσχει σε μία βασική πτυχή.
Δεν ξεκινά από την εφαρμογή, το enforcement που διασφαλίζει την συμμόρφωση.
Ο σπουδαίος Εμμανουήλ Ροΐδης είχε κάποτε πει το περίφημο «Εν Ελλάδι, ενός μόνο νόμου έχουμε χρείαν, του περί εφαρμογής των Νόμων».
Η ρήση του γίνεται σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ.
*Ο Κωνσταντίνος Δούβλης είναι εγκληματολόγος, διδάκτωρ κοινωνιολογίας της αστυνόμευσης.