Η Ρωσία χρησιμοποιεί τα σιτηρά ως όπλο από την αρχή του επιθετικού πολέμου στην Ουκρανία. Είναι αρχαία τακτική αυτή της εργαλειοποίησης των τροφίμων ως μέσο χειραγώγησης, εξαναγκασμού και υποταγής, αλλά στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο και αλληλεξαρτώμενο κόσμο έχει καταστεί πιο επικίνδυνη από ποτέ για τους άμαχους πληθυσμούς, την επισιτιστική ασφάλεια και το γεωπολιτικό τοπίο.
Οι συγκρούσεις αποτελούν τον κύριο παράγοντα οξείας επισιτιστικής ανασφάλειας και υποσιτισμού, μεμονωμένα ή συνδυαστικά με τις ακραίες κλιματικές συνθήκες, τις οικονομικές κρίσεις και τις αυξανόμενες ανισότητες. Η διασύνδεση μεταξύ των συγκρούσεων και της παγκόσμιας πείνας πηγάζει εν μέρει από τη χρησιμοποίηση της ίδιων των τροφίμων ως όπλο όπως ακριβώς έπραξε ο Βλαντιμίρ Πούτιν το 2022 αφότου εισέβαλε στο έδαφος της Ουκρανίας, βομβαρδίζοντας και λεηλατώντας τη γεωργική της παραγωγή και μπλοκάροντας τις εξαγωγές από τα λιμάνια της.
Πολιορκίες και αποκλεισμοί εδαφών σχεδιασμένοι για να λιμοκτονούν όσοι παγιδεύονται εντός τους είναι έτερη μέθοδος πολέμου, την οποία και είχε εφαρμόσει στον συριακό εμφύλιο ο Μπασάρ αλ-Άσαντ. Το καθεστώς του, που παρεμπιπτόντως χρωστά την επιβίωσή του στον Βλαντιμίρ Πούτιν, διεξήγαγε αυτό που αποκαλούσε «εκστρατεία πείνας μέχρι την υποταγή», απαγορεύοντας την είσοδο τροφίμων σε κατοικημένες περιοχές που θεωρούνταν ότι έκρυβαν δυνάμεις ανταρτών.
Οι ενέργειες ωστόσο της Ρωσίας στην Ουκρανία ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο στη χρησιμοποίηση των τροφίμων ως όπλο. Το Κρεμλίνο δεν στόχευσε μόνο τα σιτηρά της Ουκρανίας, αλλά απείλησε την παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων για να αποδειχθεί πόσο αλληλοεξαρτώμενες είναι οι οικονομίες και οι ζωές μας. Τα τρόφιμα είναι όπλο πολέμου. Όπως και τα πυρηνικά όπλα, μπορούν να προκαλέσουν μαζικούς θανάτους και φρίκη ανείπωτη. Αν τα τρόφιμα γίνουν όπλο σε μία περιοχή, μπορεί να επηρεαστεί η επισιτιστική ασφάλεια όλων. Και αυτή η απειλή πρέπει να ανασχεθεί.
Αυτός είναι ο πυρήνας άρθρου-παρέμβαση που συνυπογράφουν στο Foreign Affairs Αμερικανοί εκλεγμένοι αξιωματούχοι, αναλυτές και εμπειρογνώμονες με κοινό υπόβαθρο στους τομείς της αγροτικής πολιτικής και τροφίμων, της δημόσιας πολιτικής και του διεθνούς εμπορίου, μεταξύ των οποίων βρίσκονται οι πρώην υπουργοί Γεωργίας των ΗΠΑ Ζακ Χέλντερ, Νταν Γκλίκμαν και Μάικ Γιόχανς.
Οι υπογράφοντες απευθύνονται στην αμερικανική κυβέρνηση ζητώντας να ανοίξει δημόσιος διάλογος για μία διεθνή συνθήκη απαγόρευσης της χρησιμοποίησης των τροφίμων ως όπλο. Αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για εξαιρετικά φιλόδοξο εγχείρημα, ωστόσο τονίζουν πως η στρατηγική συνιστά μείζονα κίνδυνο για την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια και την οικονομία, και απαιτείται δράση με τη συμμετοχή όλης της κοινωνίας στη «διαδρομή».
Κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, η Μόσχα απέκλεισε τη Μαύρη Θάλασσα και βομβάρδισε αποθήκες σιτηρών, «συνθλίβοντας» τις αγροτικές εξαγωγές της Ουκρανίας, και αποκτώντας παράλληλα επιρροή στις ουδέτερες χώρες εισαγωγής και δοκιμάζοντας την αποφασιστικότητα της Δύσης. Οι τιμές των τροφίμων εκτοξεύτηκαν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Ο πληθωρισμός και οι διακυμάνσεις των τιμών πλήττουν και σήμερα τις χώρες με χαμηλό εισόδημα. Το σοκ που προκάλεσε ο πόλεμος στη γεωργική παραγωγή και το εμπόριο αποτελεί βασικό παράγοντα της παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης. Έως και 333 εκατομμύρια άνθρωποι είναι αντιμέτωποι με οξεία πείνα, αριθμός υπερτριπλάσιος από το 2020.
Η διαπραγμάτευση και η επικύρωση διεθνών συνθηκών είναι εξαιρετικά δύσκολη, αλλά είναι αυτή ακριβώς η πρόκληση που προσδίδει στις συνθήκες το τεράστιο πολιτικό και ηθικό τους βάρος, επισημαίνουν οι υπογράφοντες και υπογραμμίζουν πως ενώ υπάρχουν πολλές συμβάσεις κατά των όπλων, απουσιάζουν ειδικές συμφωνίες κατά της εργαλειοποίησης των τροφίμων και της ενέργειας ως όπλα πολέμου, καθώς και της αποτροπής της χειραγώγησης των προμηθειών τροφίμων για πολιτικά οφέλη.
«Χρειάζεται ένας νέος μηχανισμός επιβολής και λογοδοσίας: Μία συνθήκη που θα απαγορεύει τη χρήση τροφίμων ως όπλων. Ιδανικά, η συνθήκη θα μπορούσε να περιλαμβάνει τέσσερις συμβάσεις ή συμφωνίες. Η πρώτη θα ορίζει και θα απαγορεύει τη χρησιμοποίηση τροφίμων ως όπλων σε συγκρούσεις. Η δεύτερη θα καλύπτει τη χρησιμοποίηση των εξαγωγικών περιορισμών ως μέσο οικονομικού καταναγκασμού. Η τρίτη θα ενισχύει τη δέσμευση της διεθνούς κοινότητας για την πρόληψη των επισιτιστικών κρίσεων. Και η τέταρτη θα δεσμεύσει τα κράτη-μέλη να χρηματοδοτήσουν την έρευνα και την ανάπτυξη που θα βοηθούσε τις χώρες να διαφοροποιήσουν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους με τρόφιμα, μετριάζοντας την ευαλωτότητά τους στη χρήση των τροφίμων ως όπλων», επισημαίνεται στο άρθρο.
Η εισήγηση είναι ότι εάν δυνάμεις, όπως η Ρωσία, αρνηθούν να συμμετάσχουν, οι υπογράφοντες θα μπορούσαν να συμφωνήσουν να επιβάλλουν συλλογικές κυρώσεις σε μη υπογράφοντες που παραβιάζουν τις αρχές της συνθήκης, οικουμενικοποιώντας πτυχές της ακόμη και ελλείψει καθολικής επικύρωσης. Γίνεται επίσης αναφορά στην Πρωτοβουλία της Μαύρης Θάλασσας, τη συμφωνία για τα σιτηρά μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, με τη μεσολάβηση της Τουρκίας και των Ηνωμένων Εθνών, ως μοντέλο πρόληψης της στρατιωτικής παρέμβασης στο εμπόριο τροφίμων.
Για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η χρησιμοποίηση των τροφίμων ως όπλο ανά τον κόσμο αποτελεί κίνδυνο για την ασφάλεια καθώς και οικονομική απειλή, που μπορεί να βλάψει Αμερικανούς αγρότες και καταναλωτές, σημειώνεται στο άρθρο. Η Κίνα, σημαντικός εισαγωγέας τροφίμων, έχει επίσης συμφέρον να περιορίσει τη χρήση των τροφίμων ως όπλων και θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύτιμος εταίρος στην προώθηση μιας διεθνούς συνθήκης. Οι αναπτυσσόμενες χώρες έχουν πληγεί περισσότερο και έχουν σοβαρούς λόγους να υποστηρίξουν μία ανάλογη συνθήκη, προστίθεται.
Ιδίως όσον αφορά τη Ρωσία, οι υπογράφοντες αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στην πεποίθηση του Βλαντιμίρ Πούτιν ότι μπορεί να παρακάμψει τη Δύση και να προκαλέσει αστάθεια στη Μέση Ανατολή μέσω του αποκλεισμού των προμηθειών σιτηρών. Υπογραμμίζουν ταυτόχρονα τη χρησιμοποίηση των εξαγωγών τροφίμων από τη Ρωσία για την άσκηση επιρροής στον Παγκόσμιο Νότο, αναδεικνύοντας τις εξαγωγές τροφίμων ως ισχυρή πηγή ήπιας ισχύος.