Μια σειρά από επιλογές με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής πίεσης προς τη Ρωσία έχουν προετοιμάσει Αμερικανοί αξιωματούχοι, σύμφωνα με άτομα που γνωρίζουν το θέμα, καθώς ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν καθυστερεί τις προσπάθειες να τερματιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Οι ίδιες πηγές προειδοποίησαν ότι ο Τραμπ δεν έχει λάβει ακόμη καμία απόφαση, καθώς οι διπλωματικές προσπάθειες συνεχίζονται. Αρνήθηκαν να διευκρινίσουν ποιες επιλογές υπάρχουν στο τραπέζι και είπαν ότι η όποια απόφαση αφορά μόνο τον πρόεδρο, σύμφωνα με όσα αναφέρει το Bloomberg.
Η Ουκρανία και οι σύμμαχοί της έχουν παροτρύνει τις ΗΠΑ να αυξήσουν την πίεση στη Μόσχα, μεταξύ άλλων μέσω περισσότερων περιορισμών στις εξαγωγές ενέργειας και στα έσοδα από το πετρέλαιο, για να την αναγκάσουν σε κατάπαυση του πυρός με τους όρους που πρότεινε ο Τραμπ.
Αν και οι ΗΠΑ με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν ήδη επιβάλει άνευ προηγουμένου κυρώσεις στη Μόσχα μετά τη ρωσική εισβολή του 2022, η ρωσική ηγεσία παραμένει αμετακίνητη.
Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν απάντησαν σε αιτήματα για σχόλια. Ο εκπρόσωπος του ειδικού απεσταλμένου του Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, ο οποίος συναντήθηκε με τον Πούτιν την περασμένη εβδομάδα, επίσης δεν απάντησε.
Οι διαβουλεύσεις για τα επόμενα βήματα ενδέχεται να θολώνουν από τον απότομο παραγκωνισμό του συμβούλου εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, Μάικ Γουόλτς, και τον διορισμό του προσωρινού αντικαταστάτη του υπουργού Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο.
Θα μπορούσε να συμβάλει στον εξορθολογισμό της αμερικανικής στρατηγικής με τον Ρούμπιο να κατέχει και τους δύο ρόλους, καθώς η προσέγγιση του Λευκού Οίκου στην Ουκρανία καθοδηγείται από τις διάφορες ιδέες κορυφαίων αξιωματούχων, συμπεριλαμβανομένου του Γουίτκοφ, ο οποίος θεωρείται πιο συμπαθής στις θέσεις της Ρωσίας.
Στο μεταξύ, η Μόσχα έχει μέχρι στιγμής αρνηθεί να αποδεχθεί τα αιτήματα των ΗΠΑ για μόνιμη κατάπαυση του πυρός και ο Πούτιν έχει διατηρήσει μαξιμαλιστικές θέσεις, συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης ελέγχου τεσσάρων ουκρανικών περιοχών, από τη Ρωσία, που δεν κατέχει πλήρως.
Από την άλλη πλευρά, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι έχει συμφωνήσει να παραχωρήσει στην Ουάσινγκτον μερίδιο από τα μελλοντικά έσοδα φυσικών πόρων, προκειμένου να διασφαλίσει τη στήριξη του Τραμπ, ενώ στηρίζει πρόταση για άνευ όρων ανακωχή διάρκειας τουλάχιστον 30 ημερών.
Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς, σε συνέντευξή του την Πέμπτη, δήλωσε πως ο Τραμπ «κατάφερε να ξεκινήσει τη διαδικασία», αλλά η ευθύνη πλέον ανήκει στο Κίεβο και τη Μόσχα.
«Τώρα που οι δύο πλευρές γνωρίζουν τις θέσεις τους, είναι στο χέρι τους να βρουν λύση», τόνισε, υπογραμμίζοντας πως η Ουάσινγκτον είναι έτοιμη ακόμη και να «αποχωρήσει» αν δεν υπάρξει συμβιβασμός. Την ίδια θέση, επανέλαβε την Παρασκευή (02/05) και εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Ο Τραμπ, ο οποίος επιδιώκει να τερματίσει τον πόλεμο και να δρομολογήσει μια ευρύτερη αναδιαμόρφωση της οικονομικής σχέσης ΗΠΑ-Ρωσίας, έχει απειλήσει στο παρελθόν να επιβάλει κυρώσεις στη Μόσχα, εάν ο Πούτιν δεν συμμετάσχει σοβαρά σε ειρηνευτικές συνομιλίες.
Στον λογαριασμό του στο Truth Social την περασμένη εβδομάδα, έπειτα από τη συνάντηση με τον Ζελένσκι, έγραψε ότι «δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον Πούτιν να ρίχνει πυραύλους σε μη στρατιωτικές περιοχές» και ότι «αυτό με κάνει να σκέφτομαι ότι ίσως δεν θέλει να σταματήσει τον πόλεμο».
Ενώ ανέφερε μάλιστα το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων στον ρωσικό τραπεζικό τομέα και δευτερευουσών κυρώσεων σε τρίτες χώρες.
Στο ίδιο πνεύμα, ο Ρεπουμπλικανός γερουσιαστής, Λίντσεϊ Γκράχαμ παρουσίασε σχέδιο νόμου με τη στήριξη 72 γερουσιαστών για την επιβολή «συντριπτικών» νέων κυρώσεων, περιλαμβανομένου δασμού 500% στις εισαγωγές από χώρες που αγοράζουν ρωσικά προϊόντα όπως πετρέλαιο, φυσικό αέριο ή ουράνιο.
Στο τραπέζι βρίσκεται επίσης πρόταση που έχει κοινοποιηθεί στους Ευρωπαίους: αναγνώριση της ρωσικής κυριαρχίας στην Κριμαία, διατήρηση των υφιστάμενων γραμμών ελέγχου στα κατεχόμενα εδάφη, ακύρωση της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ και σταδιακή άρση των κυρώσεων, με αντάλλαγμα αμερικανικές εγγυήσεις ασφαλείας προς το Κίεβο.
Ωστόσο, η Μόσχα φέρεται να απορρίπτει ακόμα και προτάσεις για επιστροφή του πυρηνικού σταθμού της Ζαπορίζια, τον οποίο κατέλαβε στις αρχές του πολέμου. Ο Σεργκέι Λαβρόφ, σε συνέντευξή του στο CBS, δήλωσε κατηγορηματικά: «Δεν θεωρώ ότι υπάρχει περίπτωση να αλλάξει κάτι».