Προς μια οικονομία μη επανδρωμένων αυτόνομων μηχανών
AP Newsroom
AP Newsroom
Γ. Ατσαλάκης

Προς μια οικονομία μη επανδρωμένων αυτόνομων μηχανών

Η παγκόσμια μετάβαση προς μία οικονομία όπου οι μη επανδρωμένες και αυτόνομες μηχανές διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο δεν είναι πλέον θεωρητική υπόθεση, αλλά μια ιστορική αναγκαιότητα. Το μέχρι τώρα γενικό πλαίσιο που πρέπει να ενεργούν οι ηπειρωτικές χώρες ή οι ναυτικές χώρες, για να οριστεί η «βέλτιστη» στρατηγική ανάπτυξης μιας χώρας αποκλειστικά με βάση τη γεωγραφία, τίθεται υπό αμφισβήτηση.

Η γεωγραφική θέση θέτει όρια σε αυτό που μπορείς να κάνεις, αλλά σήμερα έχουμε ένα σύστημα κανόνων και συμμαχιών όπου εάν ανήκεις σε αυτό το σύστημα, έχεις μια τεράστια συμμαχική κάλυψη. Επιπλέον, τα διεθνή όργανα και θεσμοί, για όσους τα σέβονται, λειτουργούν πράγματι ως συστήματα συμμαχιών.

Οι θαλάσσιοι δρόμοι συνδέουν τα πάντα. Το πρόβλημα της Ελλάδας είναι πώς να αξιοποιήσει το θαύμα της θαλάσσιας μεταφοράς, που της παρέχει πρόσβαση σε ολόκληρο τον κόσμο, ελέγχοντας πάνω από 20% του παγκόσμιου στόλου, σε αντίθεση με τον εφιάλτη της χερσαίας μεταφοράς, όπου απαιτείται η διέλευση μόνο διαμέσου κρατών που σου επιτρέπουν να περάσεις.

Η θάλασσα δίνει κινητικότητα, πρόσβαση σε θέατρα πολέμου, αγορές, πόρους, συμμάχους, και προσφέρει επίσης καταφύγιο στην χώρα αν υπάρξει περικύκλωση καθώς κάνει δυσκολότερη την εισβολή. Έτσι, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσπαθεί να αξιοποιήσει όλα αυτά ενάντια στους στρατούς των ηπειρωτικών δυνάμεων, επιχειρώντας να τους στριμώξει οικονομικά, διπλωματικά και στρατιωτικά.

Αυτό όμως που η γεωγραφία προστάτευε με το βάθος της εδαφικής ή θαλάσσιας έκτασης, η τεχνολογία με την εμβέλειά της πάντοτε στόχευε να το καταστήσει τρωτό. Θα μπορούσε κάλλιστα ο πόλεμος να είναι η σύγκρουση ανάμεσα στην τεχνολογία και τη γεωγραφία.

Καθώς αφήσαμε τον προηγούμενο οικονομικό/τεχνολογικό κύκλο 1968-2024 μπαίνουμε σε νέο οικονομικό κύκλο όπου εκτός των άλλων, μεταβάλλεται ουσιωδώς το σημείο ισορροπίας μεταξύ τεχνολογίας και γεωγραφίας. Στον προηγούμενο κύκλο, η υπεροχή στην αεροπορία είχε μειώσει πολλαπλώς τους γεωγραφικούς περιορισμούς του εδάφους και της θάλασσας. Σήμερα οι μη επανδρωμένες μηχανές (drones, robot, αυτόνομα οχήματα κλπ.) σε συνεργασία με διαστημική τεχνολογία ISR (intelligence, surveillance, reconnaissance - πληροφορίες, επιτήρηση, αναγνώριση) κάνουν τα μετόπισθεν ευάλωτα με πλήγματα ακριβείας και μεγάλης εμβέλειας.

Η κρίσιμη μεταβολή είναι ότι οι υποδομές της εφοδιαστικής αλυσίδας, (οι αποθήκες, οι κόμβοι εφοδιασμού και οι γραμμές ανεφοδιασμού) που προηγουμένως προστατεύονταν κυρίως με γεωγραφική απομόνωση ή με μαζικά μέσα, πλέον μπορούν να διαρρηχθούν από σχετικά φθηνά, εκτεταμένα και επαναλαμβανόμενα μέσα, ιδίως σμήνη αναλώσιμων drones υποστήριξης. Η εμπειρία του Αζερμπαϊτζάν στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ (όπου η αναγνώριση μέσω drones συνόδευσε πλήγματα ακρίβειας στις γραμμές ανεφοδιασμού) καταδεικνύει πως η αποκοπή του ανεφοδιασμού μπορεί να κρίνει την έκβαση μιας σύγκρουσης.

Συγκεκριμένα, οι παραδοσιακές φάλαγγες ανεφοδιασμού, οι νηοπομπές και οι ελικόπτερο - διαδρόμες εντοπίζονται ευχερώς και αποδεικνύονται υπερβολικά εκτεθειμένες. Το κόστος και ο κίνδυνος απώλειας προσωπικού και πολύτιμων πλατφορμών καθιστούν αυτές τις λύσεις λιγότερο βιώσιμες.

Αντίθετα, τα «μικρά, επαναλαμβανόμενα» συστήματα ανεφοδιασμού με drones, δηλαδή σειρά μικρών βραχείας εμβέλειας πτήσεων που παραδίδουν σταθερά μικρά φορτία (ιατροφαρμακευτικό υλικό, μπαταρίες, πυρομαχικά), αυξάνουν τη συνολική ανθεκτικότητα καθώς η απώλεια ατομικών (φθηνών) drones είναι ανεκτή, επειδή η λειτουργική ροή διατηρείται.

Αυτή η μετάβαση μετατοπίζει και τη στρατηγική στόχευση του αντιπάλου: αντί να «ανιχνεύει φάλαγγες» μέχρι τις μεγάλες αποθήκες, πλέον αντιμετωπίζει ένα κατακερματισμένο δίκτυο μικρών διαδρομών, κρυφών αποθηκών και πολλών σύντομων πτήσεων, στόχοι που, ατομικά, είναι πολύ μικροί για να πλήττονται αποδοτικά με ακριβά όπλα. Ως αποτέλεσμα, η λογική «στόχευσε τον κόμβο και κατέρρευσε το δίκτυο» εξασθενεί, αντίθετα χρειάζεται εκτεταμένη, συνεχή κάλυψη ISR, ικανότητες ηλεκτρονικού πολέμου και μεγάλες παραγωγικές ικανότητες για διαρκείς αντικαταστάσεις.

Η προσαρμογή των αντιαεροπορικών μέσων για την αντιμετώπιση των drones οδηγεί σε έναν τεχνο - βιομηχανικό αγώνα όπου ο ρυθμός εφοδιασμού μπορεί να διατηρηθεί μόνο με μαζική, χαμηλού κόστους

παραγωγή αναπληρώσιμων drones, ενισχυμένη ηλεκτρονική αντίσταση και διανεμημένα δίκτυα διοίκησης - ελέγχου. Έτσι, τα κρίσιμα κριτήρια ισχύος δεν είναι πλέον αποκλειστικά οι γέφυρες και οι δρόμοι αλλά (α) η ικανότητα μαζικής παραγωγής μη επανδρωμένων συστημάτων, (β) η ανοχή σε ηλεκτρονικές παρεμβολές, και (γ) η διασπορά διοικητικών δομών.

Επιπλέον, η ενεργειακή διάσταση αποκτά κεντρικό ρόλο. Η ηλεκτρική ενέργεια και οι μπαταρίες μετατρέπονται σε αναλώσιμα και πρέπει να προγραμματιστούν, να αποθηκευθούν και να προστατευθούν όπως και τα πυρομαχικά. Η διαθεσιμότητα γεννητριών, οι στρατηγικές εναλλαγής πακέτων μπαταριών και οι λύσεις επαναφόρτισης καθορίζουν το όριο στην παράδοση.

Δυνάμεις που επιμένουν σε μοντέλα εξαρτώμενα αποκλειστικά από φάλαγγες με έντονη χρήση ανθρωπίνου δυναμικού ή από κεντρικά βασισμένες αερομεταφορές (ελικόπτερα) θα υποστούν μεγαλύτερη φθορά ανεφοδιασμού στο νέο περιβάλλον.

Ωστόσο, το νέο μοντέλο έχει και αδύνατα σημεία. Εάν ο αντίπαλος καταφέρει να «τυφλώσει» ή να διαταράξει τις δορυφορικές υπηρεσίες πλοήγησης, την ISR αλυσίδα ή τα datalinks, δηλαδή να εφαρμόσει αποτελεσματικό ηλεκτρονικό πόλεμο και κυβερνοπαρεμβάσεις, τότε η ακρίβεια των πυρών και η αξιοπιστία των drones για ανεφοδιασμό αποδυναμώνονται. Επομένως, η ασφάλεια του φάσματος και η ανθεκτικότητα των επικοινωνιακών υποδομών παραμένουν πρωταρχικής σημασίας. Οι βασικές επιχειρησιακές απαιτήσεις του νέου κύκλου είναι:

Πολλαπλές, κατακερματισμένες ροές ανεφοδιασμού: οι διαδρομές πρέπει να τεμαχίζονται ώστε να μην δημιουργούν γραμμικά, ανιχνεύσιμα «αποτυπώματα» που μπορούν να στοχοποιηθούν.

Υψηλή συχνότητα τροφοδοσίας: κρίσιμη είναι η συνεχής, σε μικρές δόσεις άφιξη εφοδίων και όχι η, μαζική μεταφορά.

Επιβιωσιμότητα: Χωρίς πλήρη εξάρτηση από μεγάλης εμβέλειας πλατφόρμες, υιοθέτηση αναλώσιμων/μη επανδρωμένων λύσεων που δέχονται μερική απώλεια προκειμένου να διατηρηθεί η συνεχή ροή εφοδιασμού.

Ανθρώπινο δυναμικό και κόστους. Κάθε οδηγός φάλαγγας και κάθε πλήρωμα ελικοπτέρου που διακινδυνεύει σε ένα σημείο συμφόρησης είναι μια πιθανή απώλεια εκπαιδευμένου προσωπικού και πανάκριβων εξοπλισμών. Οι σύγχρονες δυνάμεις χρειάζονται λύσεις που κινούν τον ανεφοδιασμό χωρίς να εκθέτουν τα πληρώματα - μια μετατόπιση προς αναλώσιμη ή μη επανδρωμένη μεταφορική ικανότητα που δέχεται την απώλεια ως ανεκτή, εφόσον συνεχίζεται η ροή.

Αυτές οι τάσεις υπερβαίνουν τον καθαρά στρατιωτικό τομέα. Οι επενδύσεις σε μη επανδρωμένα συστήματα, διαστημικές υπηρεσίες ISR, ανθεκτικότητα φάσματος, προηγμένα υλικά και αλγοριθμική τεχνική νοημοσύνη έχουν διπλή χρήση καθώς συμβάλλουν, και στην οικονομική ανάπτυξη και στην τεχνολογική ανθεκτικότητα μιας χώρας.

Συνεπώς, βιομηχανικές πολιτικές που ενθαρρύνουν μαζική παραγωγή μη επανδρωμένων συστημάτων, εθνικές λύσεις αποθήκευσης ενέργειας, και ανθεκτικά δίκτυα επικοινωνιών, παράλληλα με διεθνείς συνεργασίες για προμήθειες και διασφάλιση αλυσίδων, είναι οι πλέον ενδεδειγμένες, ώστε να ενισχύσουν την ανθεκτικότητα και την αυτονομία της χώρας στο νέο τοπίο, καθώς η διπλή τους χρήση διαχέεται σε πολλούς τομείς της πραγματικής οικονομίας.

Οι εφοδιασμοί, που κάποτε περιορίζονταν από ποτάμια και δρόμους, τώρα ορίζονται από το φάσμα επικοινωνιών, την ενέργεια και τη διαθεσιμότητα μη επανδρωμένων. Ο χάρτης του πολέμου δεν χαράσσεται πια αποκλειστικά από τη γεωγραφία, αλλά από το πώς διατηρείται η ροή ανεφοδιασμού, πώς προστατεύεται το φάσμα και πώς κρατούνται σε λειτουργία οι γραμμές παραγωγής, ακόμη και όταν οι αντίπαλοι αναπτύσσουν αντίμετρα προς αυτό το νέο μοντέλο.

Τα ποτάμια και οι δρόμοι θα συνεχίσουν να διαμορφώνουν την κίνηση, αλλά τα αποφασιστικά όρια των εφοδιασμών του αύριο βρίσκονται στην ενεργειακή υποδομή, στην ασφάλεια των επικοινωνιών και στη βιομηχανική παραγωγή μη επανδρωμένων συστημάτων. Αυτοί είναι οι τομείς που πρέπει η Ελλάδα να στρέψει τις επενδύσεις της.

Η επιλογή να επενδύσει η Ελλάδα σε τεχνολογίες μη επανδρωμένων συστημάτων δεν είναι αποκλειστικά αμυντική, είναι μια οικονομική στρατηγική. Οι τεχνολογίες αυτές παράγουν τεχνολογικές εξωτερικές οικονομίες που διευρύνουν την παραγωγική βάση, δημιουργούν εξειδικευμένη απασχόληση, και ενισχύουν την αυτονομία προμήθειας κρίσιμων συστημάτων. Η πρόκληση είναι να σχεδιαστούν πολιτικές που να συνδέουν βραχυπρόθεσμες ανάγκες ασφάλειας με μακροπρόθεσμη βιομηχανική ανάπτυξη, διασφαλίζοντας ότι το συγκριτικό πλεονέκτημα θα μετουσιωθεί σε βιώσιμη ευημερία για την κοινωνία στο σύνολό της.

Σε μεγάλο βαθμό, η απόκτηση πλούτου μέσω του πλεονασματικού εμπορίου, υπερέχει πάντοτε έναντι της εισβολής και των αιματηρών πολέμων. Αυτό ισχύει ανεξαρτήτως του αν είσαι ηπειρωτική ή ναυτική δύναμη. Αλλά δυστυχώς κάποιες χώρες δεν αρκούνται στον πλούτο του εμπορίου (τον οποίον μετατρέπουν σε στρατιωτικούς εξοπλισμούς) αλλά ήδη έχουν εκδηλώσει τις επεκτατικές εδαφικές στους φιλοδοξίες. Για αυτό τουλάχιστον η χώρα μας θα πρέπει να ετοιμαστεί κατά προτεραιότητα.

Η φύση των σπουδαίων πολιτικών είναι ότι κατανοούν την πραγματικότητα και αυτό που απαιτεί η συγκεκριμένη χρονική περίοδος, και προσαρμόζονται σε αυτήν, ενώ παράλληλα διαμορφώνουν μια απάντηση.

Υπό αυτήν την έννοια, οι ηγέτες ως άτομα ίσως να μην επιλέγουν τι θέλουν να κάνουν, αλλά θα πρέπει ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα της αναγκαιότητας. Η ευρεία ανάπτυξη των εναέριων και θαλάσσιων drones, ρομπότ, αυτόνομων οχημάτων κλπ., είναι η αναγκαιότητα για την Ελλάδα για την αποτροπή της ανατολικής απειλής και την ανάπτυξη της οικονομίας.


*Ο Ατσαλάκης Γιώργος, είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Επιστημονικών Δεδομένων