Η «αόρατη» απειλή: Ποιος δηλητηριάζει τις μαθήτριες του Ιράν
Shutterstock
Shutterstock

Η «αόρατη» απειλή: Ποιος δηλητηριάζει τις μαθήτριες του Ιράν

Διαστάσεις εκστρατείας τρομοκράτησης με στόχο να απομακρυνθούν τα κορίτσια από την Εκπαίδευση λαμβάνουν οι μαζικές δηλητηριάσεις μαθητριών στα σχολεία της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν. Στη σκιά της κοινωνικής εξέγερσης στο «όνομα» της 22χρονης Μάχσα Αμινί, ο θρησκευτικός φανατισμός δείχνει να «εκδικείται» τα κορίτσια που τόλμησαν να πετάξουν τη χιτζάμπ μέσα σε σχολικές αίθουσες που «σείονταν» από συνθήματα κατά του θεοκρατικού καθεστώτος.

Οι μυστηριώδεις μαζικές δηλητηριάσεις μαθητριών από τοξικό αέριο σε σχολεία θηλέων έχουν πυροδοτήσει κλίμα φόβου, οργής και σύγχυσης στο Ιράν.

Τα πρώτα περιστατικά καταγράφηκαν το Νοέμβριο στην Κομ, ιερή πόλη του σιιτικού Ισλάμ· επεκτάθηκαν έκτοτε τάχιστα σε δεκάδες πόλεις, περιλαμβανομένης της Τεχεράνης, και έως σήμερα ξεπερνούν, κατά τις διαθέσιμες αναφορές, τις 900 οι μαθήτριες που έχουν εμφανίσει αναπνευστικά, καρδιολογικά και νευρολογικά συμπτώματα κατόπιν έκθεσης σε τοξικό παράγοντα.

Εκ μέρους των ιρανικών αρχών αρχικά επιχειρήθηκε συγκάλυψη, όμως με την υπόθεση να έχει λάβει πλέον άκρως ανησυχητικές διαστάσεις και τις κυβερνήσεις και τα διεθνή μέσα ενημέρωσης να έχουν καρφώσει ξανά το «βλέμμα» στην Τεχεράνη, ο Ιρανός πρόεδρος, Εμπραχίμ Ραϊσι, δεσμεύθηκε αρχικά -χωρίς κατ' ανάγκη να πείθει- για ενδελεχή έρευνα προτού επανέλθει στην πάγια τακτική του να κατηγορήσει τους «εχθρούς της Ισλαμικής Δημοκρατίας» για τις δηλητηριάσεις.

Αντιφατικές δηλώσεις διά στόματος κυβερνητικών στελεχών έχουν επιτείνει τη σύγχυση, τη στιγμή που πληθαίνουν τα πλάνα που φθάνουν από το Ιράν με ασθενοφόρα να σπεύδουν σε σχολεία, κορίτσια να λιποθυμούν και μαθήτριες να νοσηλεύονται στα τμήματα επειγόντων περιστατικών νοσοκομείων. Η οργή και η ανησυχία κλιμακώνονται, και πολλοί γονείς κρατούν πλέον τις κόρες τους μακριά από τα σχολεία φοβούμενοι για την ασφάλειά τους. Στην Κομ μόλις 50 από τις συνολικά 250 μαθήτριες πέρασαν την πύλη του σχολείου τους την περασμένη εβδομάδα.

Τακτικές που παραπέμπουν στην Μπόκο Χαράμ της Νιγηρίας και τους Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν φαίνεται να «δοκιμάζονται» σήμερα στο Ιράν -μία χώρα που δεν έχει γνωρίσει απαγορεύσεις ως προς την εκπαίδευση των γυναικών, και αντίθετα την ενθαρρύνει. Η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική για τις γυναίκες και δεν αμφισβητείται. Στα πανεπιστήμια οι γυναίκες αποτελούν την πλειονότητα των φοιτητών, ενώ αντιπροσωπεύουν το ήμισι του εργατικού δυναμικού της χώρας.

Εκφοβισμός και «αντίποινα»

AP Photo/Markus Schreiber, File

Το μυστηριώδες κύμα δηλητηριάσων αποδίδεται από αρκετές πλευρές σε ακραίες ομάδες φανατικών που σαφώς διαθέτουν τη δική τους ατζέντα, και επιζητούν μέσω μίας εκστρατείας εκφοβισμού να κρατήσουν τα κορίτσια μακριά από τα σχολεία. Πίσω από τις επιθέσεις ξεπροβάλλει ταυτόχρονα μία εκστρατεία «εκδίκησης» για τον πρωταγωνιστικό ρόλο που κράτησαν οι νεαρές γυναίκες στις διαδηλώσεις που συγκλόνισαν επί μήνες το Ιράν μετά το θάνατο της Μάχσα Αμινί στα «χέρια» της διαβόητης αστυνομίας ηθών. Το λάθος της... δεν συμμορφώθηκε με τον ενδυματολογικό κώδικα του Ισλάμ. Και έγινε σύμβολο.

«Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία» ήταν το κεντρικό σύνθημα κατά του θεοκρατικού καθεστώτος στην εξέγερση του Σεπτεμβρίου που καταπνίγηκε βάναυσα. Σε σκηνές άνευ προηγουμένου για την Ισλαμική Δημοκρατία, η διαμαρτυρία «πέρασε» και στα σχολεία του Ιράν, όπου μαθήτριες πέταξαν τη χιτζάμπ και με φόντο σχολικούς πίνακες σχημάτιζαν το σύμβολο της ελευθερίας, σε πλάνα που έκαναν το γύρο του κόσμου. Για τον ανώτατο πνευματικό ηγέτη του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, οι διαδηλωτές ήταν «τρομοκράτες» καθοδηγούμενοι από τους «εχθρούς της χώρας» (στους οποίους σταθερά συγκαταλέγει τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ).

Αναφερόμενος στις δηλητηριάσεις των μαθητριών, ο Ιρανός υφυπουργός Υγείας, Γιούνες Παναχί, αναγνώρισε εντός της εβδομάδες ότι «ορισμένα άτομα ήθελαν να κλείσουν τα σχολεία, και ιδαιτέρως τα σχολεία θηλέων». Ο πολιτικός του προϊστάμενος, υπουργός Υγείας Μπαχράμ Εϊνολαχί, έσπευσε να τον αντικρούσει, λέγοντας ότι δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες του υπουργείου να αποφανθεί περί της «προέλευσης αυτού του ήπιου δηλητηρίου». Ο Παναχί άμεσα ανασκεύασε κάνοντας λόγο για παρερμηνεία της δήλωσής του. Την ίδια στιγμή ο υπουργός Εσωτερικών του Ιράν, Αχμάντ Γιαχίντι, δήλωνε πως αυτή δεν είναι η στιγμή για σεναριολογία, ενώ ο υφυπουργός Εσωτερικών διατεινόταν πως «το 99% των περιπτώσεων προερχόταν από το στρες καθώς και τον ψυχολογικό πόλεμο που διεξάγουν εχθρικά τηλεοπτικά δίκτυα».

«Ξένος δάκτυλος» ...ξανά

Το λόγο πήρε τελικά ο πρόεδρος Εμπραχίμ Ραϊσί για να καταγγείλει «ξένο δάκτυλο» -ακριβώς όπως και στο κίνημα του Σεπτεμβρίου. Σε ομιλία του που μεταδόθηκε από την κρατική τηλεόραση, ο Ραΐσί μίλησε περί «σχεδίου για να προκληθεί χάος στη χώρα, καθώς ο εχθρός επιδιώκει να ενσταλάξει το φόβο και την ανασφάλεια στους γονείς και τους μαθητές». Την ίδια στιγμή, τα Ηνωμένα Έθνη, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και ξένες κυβερνήσεις καλούσαν εν χορώ το Ιράν να διεξάγει διαφανή έρευνα για τη διαλεύκανση της υπόθεσης.

Κατά πληροφορίες των ιρανικών μέσων, περισσότερα από 400 κορίτσια έχουν νοσηλευτεί κατόπιν δηλητηρίασης με τοξικό αέριο τους τελευταίους μήνες. Στα συμπτώματα που έχουν παρουσιάσει λόγω των αναθυμιάσεων συγκαταλέγονται δύσπνοια, ναυτία και έμετος, αίσθηση καύσου, αλλά και προσωρινή παράλυση στα κάτω άκρα. Παραμένει ασαφής ο τύπος τοξικού αερίου που χρησιμοποιείται και οι αναφορές που έχουν έλθει μέχρι στιγμής από Ιρανούς αξιωματούχους είναι αντικρουόμενες.

Οι ιρανικές Αρχές έχουν παράλληλα διαψεύσει αναφορές περί θανάτου μίας μαθήτριας από δηλητηρίαση, της 11χρονης Φατεμέχ Ραζαΐν σε σχολείο της Κομ. Σε σχετική καταγγελία προέβη με ανάρτησή της στα κοινωνικά δίκτυα η Ιρανή δημοσιογράφος και υπέρμαχος των δικαιωμάτων των παιδιών, Χεντί Κιμιαΐ, υποστηρίζοντας ότι οι Αρχές επιχειρούν ψευδώς να αποδώσουν τα αίτια του θανάτου σε βεβαρυμένο ιστορικό υγείας της μαθήτριας.

Καμία σύλληψη δεν έχει πραγματοποιηθεί μέχρι στιγμής για την «αόρατη» απειλή που δέχονται οι μαθήτριες του Ιράν. Σε μία χώρα όπου κατά «παράδοση» τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα περιφρονούνται και ουδείς λογοδοτεί για τα εγκλήματα βίας κατά γυναικών, είναι ελάχιστα έως μηδαμινά τα περιθώρια αισιοδοξίας για πραγματική έρευνα και απαντήσεις.