Η νέα εμπορική συμφωνία ΕΕ–ΗΠΑ, που προβλέπει την επιβολή δασμών 15% στις περισσότερες ευρωπαϊκές εισαγωγές, θεωρείται από Ευρωπαίους αξιωματούχους ως η «λιγότερο κακή» επιλογή για την Ένωση, αποκαλύπτει το Bloomberg.
Σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων, αρκετοί αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ήταν υπεύθυνοι για τη διαπραγμάτευση της εμπορικής συμφωνίας της Κυριακής με τις ΗΠΑ θεωρούν ότι η συμφωνία που κατέληξαν να υπογράψουν ήταν η λιγότερο κακή διαθέσιμη επιλογή για την Ένωση.
Παρότι επισήμως την ευθύνη των εμπορικών υποθέσεων της ΕΕ έχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η συμφωνία μεταξύ της προέδρου της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του Ντόναλντ Τραμπ — που προβλέπει την επιβολή δασμών 15% από τις ΗΠΑ στις περισσότερες ευρωπαϊκές εισαγωγές — διαμορφώθηκε ουσιαστικά από τις εθνικές κυβερνήσεις, οι οποίες περιόρισαν τα περιθώρια ελιγμών των διαπραγματευτών.
Το βασικό μειονέκτημα που αντιμετώπισαν οι διαπραγματευτές της ΕΕ σε όλη τη διάρκεια των συνομιλιών ήταν ότι οι εθνικές κυβερνήσεις — και ιδιαίτερα οι κρίσιμες σε Βερολίνο και Παρίσι — δεν ήταν διατεθειμένες να ρισκάρουν οικονομικές απώλειες προκειμένου να πιέσουν τον Τραμπ να κάνει παραχωρήσεις.
Η φον ντερ Λάιεν αντέδρασε ελάχιστα απομακρύνθηκε από τον αρχικό στόχο της ΕΕ για μια αμοιβαία επωφελή και ισορροπημένη συμφωνία. Μάλιστα, η ίδια περιέγραψε τη συμφωνία ως «το καλύτερο που μπορούσαμε να πετύχουμε».
Οι εκπρόσωποι των κρατών-μελών ενημερώθηκαν πριν από μία εβδομάδα ότι είχαν ουσιαστικά δύο επιλογές: Είτε να αποδεχθούν τους δασμούς 15% που πρότεινε ο Τραμπ, είτε να προχωρήσουν σε αντίποινα, σύμφωνα με άτομα που γνωρίζουν τις σχετικές συζητήσεις.
Καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ, οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες παρέμειναν επικεντρωμένες στην υπεράσπιση των εθνικών τους συμφερόντων, αντί να διαμορφώσουν μια σθεναρή κοινή ευρωπαϊκή στάση. Αναζητούσαν λύσεις που θα μείωναν τον βραχυπρόθεσμο κίνδυνο για τις βασικές τους βιομηχανίες.
Αυτό οφείλεται εν μέρει στην πολιτική αδυναμία σε Γερμανία και Γαλλία, όπου τόσο ο Μερτς όσο και ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν αντιμετωπίζουν απειλές από δεξιούς λαϊκιστές που είναι έτοιμοι να εκμεταλλευτούν οποιοδήποτε οικονομικό πλήγμα.
Εν μέρει επίσης οφείλεται στις διαρκείς ανησυχίες για την εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ σε ζητήματα ασφάλειας και στον φόβο ότι ο Τραμπ μπορεί να απαντήσει σε εμπορικές πιέσεις περικόπτοντας τη στήριξη προς την Ουκρανία στον πόλεμό της με τη Ρωσία.