Η ευρωπαϊκή αμυντική στρατηγική με το βλέμμα σε Ρωσία και Τραμπ
Shutterstock
Shutterstock

Η ευρωπαϊκή αμυντική στρατηγική με το βλέμμα σε Ρωσία και Τραμπ

H ειρήνη στην Ευρώπη δεν είναι πλέον δεδομένη, ούτε και η αμερικανική ομπρέλα προστασίας που εκτείνεται επί δεκαετίες πάνω από την ήπειρο. Μπροστά στη ρωσική απειλή που δεν αρχίζει και δεν τελειώνει στο μέτωπο της Ουκρανίας, και εν μέσω της αβεβαιότητας που πηγάζει από τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Κομισιόν χαράσσει την πρώτη στα χρονικά ενιαία ευρωπαϊκή στρατηγική προς ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της ετοιμότητας της αμυντικής βιομηχανίας των «27».

Οι κοινές αγορές όπλων και ένα πρόγραμμα ύψους 1,5 δισ. ευρώ σε ορίζοντα τριετίας για την επιτάχυνση της αμυντικής παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκονται στον πυρήνα του πλαισίου δράσης που βάζει στις «ράγες» η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποσκοπώντας στην άμβλυνση της εξάρτησης από τις Ηνωμένες Πολιτείες και στέλνοντας ταυτόχρονα μήνυμα στο Κρεμλίνο πως η ευρωπαϊκή στρατιωτική στήριξη στο Κίεβο και θα συνεχιστεί, και θα διευρυνθεί.

«Υπαρξιακή αναγκαιότητα» χαρακτήρισε την ενίσχυση της ικανότητας της αμυντικής βιομηχανικής βάσης ο Γάλλος επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν κατά την παρουσίαση της ενιαίας στρατηγικής στις Βρυξέλλες, με τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ να συμπληρώνει πως η Ευρώπη εξακολουθεί να κινδυνεύει, ο πόλεμος δεν έχει σύντομο τέλος στον ορίζοντα και η ΕΕ πρέπει να αυξήσει την αμυντική παραγωγή περνώντας από μία κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε έναν σχεδιασμό μεσοπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης στήριξης της Ουκρανίας.

Ουδεμία συζήτηση υφίσταται για την αφαίρεση αρμοδιοτήτων των κρατών-μελών στον τομέα της άμυνας, ούτε και για την αλλαγή Συνθηκών της ΕΕ, αποσαφήνισε ο Τιερί Μπρετόν. Όσο για το ζήτημα της χρηματοδότησης υπογράμμισε πως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα πρέπει να μεταβάλλει την πολιτική της για να υποστηρίξει τις επενδύσεις για την παραγωγή και την ανάπτυξη στον αμυντικό τομέα.

Το πρόγραμμα ύψους 1,5 δισ. ευρώ υπολείπεται κατά πολύ των πραγματικών αναγκών, γεγονός το οποίο αναγνώρισε η αντιπρόεδρος της Κομισιόν Μαργκρέτε Βεστάγκερ. «Το 1,5 δισεκατομμύριο δεν είναι πολλά χρήματα όταν πρόκειται για την αμυντική βιομηχανία -αλλά μπορεί να λειτουργήσει ως κίνητρο, ως μπόνους, ως αυτό που κάνει τα κράτη-μέλη να έρθουν κοντά», επιχειρηματολόγησε. «Η πραγματική χρηματοδότηση για μια ισχυρότερη άμυνα προέρχεται από τα κράτη-μέλη. Και αυτή η χρηματοδότηση θα αυξηθεί τα επόμενα χρόνια. Με τον πόλεμο στα σύνορά μας, αν όχι τώρα, τότε πότε;», ανέφερε κατά τη συνέντευξη Τύπου στις Βρυξέλλες.

Ο άξονας της ενιαίας στρατηγικής είναι ότι τα κράτη-μέλη πρέπει «να επενδύσουν περισσότερα, καλύτερα, μαζί και ευρωπαϊκά», επισήμανε σε σχετική ανάρτησή της στο Χ η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία και έχει θέσει την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας στο επίκεντρο της εκστρατείας της για δεύτερη θητεία στα ηνία της Επιτροπής. Η Φον Ντερ Λάιεν, πρώην υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ενώπιον των ευρωβουλευτών ότι έχει έρθει η ώρα η Ευρώπη να «επιταχύνει» για να αποφύγει μια ρωσική νίκη στην Ουκρανία, υποσχόμενη να δημιουργήσει τη θέση επιτρόπου Άμυνας στο πλαίσιο της δεύτερης θητείας της και ένα Γραφείο Αμυντικής Καινοτομίας στο Κίεβο.

Πριν την παρουσίαση του σχεδίου στις Βρυξέλλες, Γαλλία, Πολωνία και Εσθονία κάλεσαν από κοινού σε κατεπείγουσα ενίσχυση της της αμυντικής ικανότητας της Ευρώπης. «Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι φιλοδοξίες της στρατηγικής είναι αναλογικές και υποστηρίζονται από συγκεκριμένες δράσεις που ενισχύσουν τη μαχητική μας ικανότητα», ανέφεραν, προσθέτοντας: «Δίνουμε έναν αγώνα δρόμου ενάντια στον χρόνο».

Η Ευρώπη πλησιάζει τη στιγμή «όπου θα είναι σκόπιμο να μην είμαστε δειλοί», δήλωσε ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, σε ακόλουθη επίσκεψή του στην Πράγα. Η Γαλλία και η Τσεχική Δημοκρατία «γνωρίζουν πολύ καλά ότι ο πόλεμος έχει επιστρέψει στο έδαφός μας [στην Ευρώπη], ότι ορισμένες δυνάμεις που έχουν γίνει ασταμάτητες επεκτείνουν κάθε μέρα την απειλή τους να μας επιτεθούν ακόμη περισσότερο και ότι θα πρέπει να ανταποκριθούμε με θάρρος στις απαιτήσεις της Ιστορίας», επισήμανε ο Μακρόν, ο οποίος πιέζει σταθερά για την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία, και προ ημερών μίλησε για μία Ευρώπη που «δεν πρέπει να αποκλείσει τίποτα», ακόμη και την ανάπτυξη χερσαίων δυνάμεων στην Ουκρανία, ως τρόπο για να καταδείξει την κρισιμότητα των στιγμών.

Οι κινήσεις προς ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας σηματοδοτούν απομάκρυνση από τη στρατηγική των τελευταίων δεκαετιών, στο πλαίσιο της οποίας η Ευρώπη βασίζεται στην ομπρέλα προστασίας των ΗΠΑ μέσω της συμμαχίας του ΝΑΤΟ, ενώ οι δικές της αμυντικές δαπάνες μειώνονταν. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έφερε στην επιφάνεια μεγάλες αδυναμίες στις ικανότητες παραγωγής όπλων της Ευρώπης, οι οποίες είχαν παραμεληθεί μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου το 1989. Ο στόχος να προμηθεύσει η ΕΕ την Ουκρανία με ένα εκατομμύριο βλήματα πυροβολικού έως τον Μάρτιο δεν καθίσταται εφικτός, καθώς η παραγωγή δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στον απαιτούμενο ρυθμό και η προμήθεια προσέκρουσε στην απουσία ικανής συνεργασίας και συντονισμού.

Σε απάντηση, αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες έχουν υποστηρίξει ότι οι εθνικές προσπάθειες είναι λιγότερο αποτελεσματικές και ότι το μπλοκ πρέπει να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο στο πεδίο της αμυντικής βιομηχανίας. Είναι φυσικά ταυτόχρονα η προοπτική ενδεχόμενης επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ που έχει εντείνει την αίσθηση του κατεπείγοντος, υπό το βάρος των δηλώσεών του που υπονομεύουν την εμπιστοσύνη όσον αφορά τη συλλογική ασφάλεια του ΝΑΤΟ, καθώς και την υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ουκρανία.

«Πρέπει να επιτύχουμε τη σωστή διατλαντική ισορροπία, ανεξάρτητα από την δυναμική των εκλογών στις ΗΠΑ», δήλωσε μιλώντας στους δημοσιογράφους η Μαργκρέτε Βεστάγκερ. «Πρέπει να αναλάβουμε μεγαλύτερη ευθύνη για τη δική μας ασφάλεια, παραμένοντας, φυσικά, πλήρως προσηλωμένοι στη συμμαχία μας στο ΝΑΤΟ», υπογράμμισε κατά την παρουσίαση της νέας στρατηγικής.

Ο κεντρικός άξονας του σχεδίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπει πρόγραμμα κοινής αγοράς για τουλάχιστον το 40% του αμυντικού εξοπλισμού έως το 2030, να διασφαλιστεί ότι, έως το 2030, τουλάχιστον το 35% της αμυντικής παραγωγής θα είναι αντικείμενο εμπορίου εντός της ΕΕ, και επίσης να διασφαλιστεί ότι μέχρι το 2030, το 50% των αμυντικών προμηθειών των κρατών-μελών να είναι ευρωπαϊκής προέλευσης και αυτό να αυξηθεί στο 60% ως το 2035.

Σε μία πρώτη εκτίμηση, ο Μάθιου Ντρόιν του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών (CSIS) αναφέρει στον Guardian ότι μπορεί η νέα στρατηγική να μην είναι το μαγικό ραβδί για την επίλυση των διαρθρωτικών ζητημάτων της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανικής βάσης, αλλά είναι μια πολύ θετική εξέλιξη. Από πλευράς του, ο Γκούντραμ Γουλφ του think-tank Bruegel κάνει λόγο για μία «μίξη φιλοδοξιών και ορισμένων συγκεκριμένων μέτρων», χαρακτηρίζοντας επί της αρχής πολύ θετικό το γεγονός ότι η Κομισιόν προτείνει μία ενιαία στρατηγική, δεδομένου ότι η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία είναι κατακερματισμένη και οι οικονομίες κλίμακας χαμηλές.

«Βραχυπρόθεσμα, η Ευρώπη θα πρέπει να συνεχίσει να προμηθεύεται και να αγοράζει σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς οι εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες είναι ακόμη πολύ περιορισμένες για να καλύψουν τις ανάγκες της Ουκρανίας. Ωστόσο, η εγχώρια παραγωγή αυξάνεται -και πρέπει να αυξηθεί περαιτέρω», σημειώνει.