Γερμανία: Εγκρίθηκε «εσωτερικό» πλαφόν σε φυσικό αέριο και ρεύμα
Shutterstock
Shutterstock

Γερμανία: Εγκρίθηκε «εσωτερικό» πλαφόν σε φυσικό αέριο και ρεύμα

Φρένο στις τιμές του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος, από τις αρχές του 2023 έως την άνοιξη του 2024, έβαλε σήμερα το γερμανικό κοινοβούλιο για το εσωτερικό της χώρας. 

Πρόκειται ουσιαστικά για ένα κρίσιμο μέρος των μέτρων ελάφρυνσης των πολιτών στη Γερμανία, στο πλαίσιο του ογκωδέστατου πακέτου των 200 δισεκατομμυρίων ευρώ. Απώτερος στόχος η στήριξη καταναλωτών, μικρομεσαίων επιχειρήσεων αλλά και της βαριάς γερμανικής βιομηχανίας, που θα κληθούν να πληρώσουν αυξημένους λογαριασμούς για την ενέργεια με το νέο έτος.

Την ίδια ώρα στις Βρυξέλλες βρίσκεται σε εξέλιξη η διαπραγμάτευση για έναν συμβιβασμό ως προς τον καθορισμό πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου. 

Τι προβλέπει το γερμανικό ενεργειακό φρένο

Σύμφωνα με τις νομοθετικές ρυθμίσεις που τίθενται σε ισχύ από τον Μάρτιο του 2023 για ιδιώτες καταναλωτές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και μάλιστα με αναδρομική ισχύ από τον Ιανουάριο του 2023, η ανώτατη τιμή φυσικού αερίου καθορίζεται στα 12 σεντ ανά κιλοβατώρα για το 80% της χρήσης βάσει της περσινής κατανάλωσης. Η δε τιμή της κιλοβατώρας ηλεκτρικού ρεύματος θα ανέρχεται στα 40 σεντ, πάλι σε σχέση με το 80% της περσινής κατανάλωσης.

Για τις περίπου 25.000 επιχειρήσεις που ανήκουν στον κλάδο της γερμανικής βαριάς βιομηχανίας οι τιμές κιλοβατώρας καθορίζονται στα 7 σεντ για το φυσικό αέριο και στα 13 για το ηλεκτρικό. Οι τιμές αυτές αναμένεται να ισχύσουν και για περίπου 1.900 γερμανικά νοσοκομεία.

Τα μέτρα αυτά που αποτελούν τμήμα της ασπίδας προστασίας των 200 δις ευρώ και πρόκειται να χρηματοδοτηθούν εν μέρει από το γερμανικό Ταμείο Οικονομικής Σταθεροποίησης (Wirtschaftsstabilisierungsfonds WSF), που είχε συσταθεί για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας, και εν μέρει από φορολόγηση  υπερκερδών προσοδοφόρων ενεργειακών εταιρειών από τον τομέα των ΑΠΕ, της πυρηνικής ενέργειας ή του λιγνίτη, που φαίνεται προς το παρόν να επωφελούνται.

 

Πηγή: Deutsche Welle