Επιστολή Τραμπ στην Κομισιόν: Προτείνει διάλογο για τους δασμούς - «Θετική εξέλιξη», λέει η Ευρ. Επιτροπή
Politico

Επιστολή Τραμπ στην Κομισιόν: Προτείνει διάλογο για τους δασμούς - «Θετική εξέλιξη», λέει η Ευρ. Επιτροπή

Οι ΗΠΑ απέστειλαν επιστολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σηματοδοτώντας για πρώτη φορά την πρόθεσή τους να εμπλακούν σε διαπραγματεύσεις για μια εμπορική συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τέσσερις Ευρωπαίους διπλωμάτες που μίλησαν στο Politico.

Η κίνηση αυτή, που πραγματοποιήθηκε εντός της εβδομάδας, αποτελεί την πρώτη θετική και ουσιαστική ένδειξη δέσμευσης εκ μέρους της κυβέρνησης Τραμπ από τη στιγμή που οι δύο πλευρές ανέστειλαν τον κύκλο δασμών και αντιποίνων. Η επιστολή απαντά σε λίστα πιθανών παραχωρήσεων που η ΕΕ είχε προτείνει ανεπίσημα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές.

«Το πρόβλημα ήταν η έλλειψη καθοδήγησης από την αμερικανική πλευρά, η οποία επέμενε να υπάρξει πρώτα πρόταση από την ΕΕ για να προχωρήσει η διαπραγμάτευση», ανέφερε ένας από τους διπλωμάτες.

Η επιστολή ακολούθησε την παρουσίαση, από πλευράς Κομισιόν την περασμένη εβδομάδα, λίστας παραχωρήσεων που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων χαλάρωση κανονιστικών ρυθμίσεων και κοινές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της κινεζικής υπερπαραγωγής.

Απογοητευμένες από τη μέχρι πρότινος αδιαφορία της Ουάσινγκτον, οι Βρυξέλλες είχαν επίσης προτείνει δασμούς - αντίποινα σε αμερικανικά προϊόντα συνολικής αξίας 95 δισεκατομμυρίων ευρώ και βρίσκονται πλέον σε διαβούλευση με κράτη - μέλη και επιχειρήσεις της ΕΕ.

Στις αρχές Απριλίου, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε επιβάλει βασικό δασμό 10%, συνοδευόμενο από επιπλέον δασμούς 25% σε αυτοκίνητα και μέταλλα.

Αν οι δύο πλευρές δεν καταλήξουν σε συμφωνία έως τις αρχές Ιουλίου, αναμένεται να τεθεί σε ισχύ υψηλότερος δασμός 20%, με τον Αμερικανό πρόεδρο να δηλώνει ότι στόχος είναι η εξισορρόπηση του διατλαντικού εμπορικού ελλείμματος - την ευθύνη για το οποίο αποδίδει στην ΕΕ.

Η πρόσφατη ανταλλαγή αλληλογραφίας θέτει για πρώτη φορά τις βάσεις για σοβαρές διαπραγματεύσεις σχετικά με τη διατλαντική εμπορική σχέση ύψους 1,6 τρισεκατομμυρίων ευρώ.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται λίγες ημέρες μετά την προκαταρκτική εμπορική συμφωνία του Τραμπ με το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και την απόφαση του υπουργού Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, να μειώσει σημαντικούς δασμούς στο πλαίσιο συνομιλιών με τον Κινέζο αντιπρόεδρο Χε Λίφενγκ.

Παράλληλα, ο Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, Μάρος Σέφτσοβιτς, δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να επιτύχει πρόοδο στους τρεις γύρους διαπραγματεύσεων με στελέχη όπως ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λούτνικ και ο εκπρόσωπος Εμπορίου των ΗΠΑ, Τζέιμισον Γκριρ.

Η στασιμότητα αυτή έχει εντείνει την ανησυχία στις Βρυξέλλες ότι η ΕΕ κινδυνεύει να βρεθεί στο περιθώριο των εμπορικών εξελίξεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Reuters: Η ΕΕ επιδιώκει μια ευρύτερη συμφωνία με τις ΗΠΑ

Όταν ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι η Ελβετία και το Ηνωμένο Βασίλειο προηγούνται στην «ουρά» για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, προειδοποίησε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση κινείται «πολύ πιο αργά». Οι Βρυξέλλες, ωστόσο, δεν δείχνουν να ανησυχούν ιδιαίτερα.

Σε ό,τι αφορά το εμπόριο, η ΕΕ θεωρεί ότι το μέγεθός της αποτελεί πλεονέκτημα. Ως μία από τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες παγκοσμίως, δεν προτίθεται να δεχθεί πιέσεις και επιδιώκει μια καλύτερη συμφωνία με την Ουάσινγκτον από αυτήν που υπέγραψε το Λονδίνο, σύμφωνα με ανώτερους αξιωματούχους της Ένωσης.

Ωστόσο, ο χρόνος είναι κρίσιμος. Διακυβεύεται μια εμπορική σχέση ύψους 1,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων και η ΕΕ επιθυμεί να αποτρέψει τόσο τον διπλασιασμό των «αντίμετρων» δασμών τον Ιούλιο όσο και την κλιμάκωση σε έναν πλήρη διατλαντικό εμπορικό πόλεμο.

«Δεν αισθανόμαστε αδύναμοι. Δεν θεωρούμε ότι βρισκόμαστε υπό αφόρητη πίεση για να αποδεχτούμε μια συμφωνία που δεν θα είναι δίκαιη για εμάς», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, Μάρος Σέφκοβιτς.

Ο Σέφκοβιτς έκανε τις δηλώσεις του πριν από τις τοποθετήσεις του Μπέσεντ στη Γενεύη, όπου Ουάσινγκτον και Πεκίνο συμφώνησαν να άρουν το 100% των δασμών μεταξύ τους, βάζοντας προσωρινό φρένο στον δικό τους εμπορικό πόλεμο. Παρ’ όλα αυτά, η στάση των Βρυξελλών παραμένει αμετάβλητη.

Η Ουάσινγκτον απειλεί επίσης με νέους δασμούς σε φαρμακευτικά προϊόντα, ημιαγωγούς, κρίσιμες πρώτες ύλες, ξυλεία και φορτηγά.

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι με γνώση των διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ αναφέρουν ότι είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς τους στόχους της εμπορικής πολιτικής του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δεν έχει καταφέρει να πραγματοποιήσει επίσημη συνάντηση με τον Τραμπ από την επανεκλογή του τον Ιανουάριο, με μοναδική τους επαφή μια σύντομη συνομιλία στην κηδεία του Πάπα Φραγκίσκου στο Βατικανό.

Ο Τραμπ, πάντως, αργότερα επαίνεσε τη «φανταστική» φον ντερ Λάιεν, δηλώνοντας: «Ελπίζω να συναντηθούμε». Εκείνη απάντησε: «Αν πάω στον Λευκό Οίκο, θέλω να έχουμε ένα πακέτο που να μπορούμε να συζητήσουμε».

Τα σχόλιά της καταδεικνύουν την πρόθεση της Ευρώπης να επιδιώξει μια πιο ολοκληρωμένη εμπορική συμφωνία, απορρίπτοντας την προοπτική μιας περιορισμένης συμφωνίας που θα εξυπηρετούσε μόνον πολιτικές σκοπιμότητες, όπως συνέβη μεταξύ Ουάσινγκτον και Λονδίνου.

Δύσκολες συνομιλίες

Το εμπόριο μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ είναι υπερτετραπλάσιο σε αξία από αυτό μεταξύ ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου, σύμφωνα με αμερικανικά στοιχεία. Η Ευρώπη θεωρεί ότι αυτό το μέγεθος της δίνει διαπραγματευτικό βάρος.

«Αμφιβάλλω σοβαρά ότι η ΕΕ θα πρέπει να υιοθετήσει οποιοδήποτε πρότυπο από τρίτες χώρες», δήλωσε στο Reuters ο υπουργός Οικονομικών της Λιθουανίας, Ριμάντας Σαντζίους, στο περιθώριο της συνόδου των υπουργών Οικονομικών της ΕΕ.

Αναλυτές της Eurointelligence επισημαίνουν ότι η ΕΕ θα πρέπει να προετοιμαστεί για διαπραγματεύσεις που ενδέχεται να ξεπεράσουν το καθαρά εμπορικό σκέλος. Αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου έχουν αναφέρει πως η Ευρώπη θα πρέπει να μειώσει τα μη δασμολογικά εμπόδια, όπως ο ΦΠΑ και οι κανονισμοί για την ασφάλεια των αυτοκινήτων και των τροφίμων.

«Αν η ΕΕ θέλει πρόοδο σε αυτό το μέτωπο, ίσως χρειαστεί να επανεξετάσει την προσέγγισή της. Ο Μάρος Σέφκοβιτς μπορεί να μιλάει για εμπόριο με τη στενή έννοια του όρου», σημειώνει η Eurointelligence σε ενημερωτικό σημείωμα. «Δεν είναι βέβαιο, πάντως, ότι μπορεί να υποσχεθεί τη μείωση των κανονιστικών εμποδίων».

Η Ουάσινγκτον αγνόησε ζητήματα όπως ο ΦΠΑ - που ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει εμπόδιο στο εμπόριο- στη συμφωνία της με τη Βρετανία. Το Λονδίνο επίσης δεν μείωσε τον φόρο ψηφιακών υπηρεσιών, ούτε χαλάρωσε τα πρότυπα για τις εισαγωγές βοείου κρέατος, δύο τομείς που η Ουάσινγκτον έχει επανειλημμένα επικρίνει.

Ο διευθύνων σύμβουλος της γερμανικής χημικής εταιρείας Brenntag, Κρίστιαν Κόλπαιντνερ, σχολίασε ότι η ΕΕ «χειρίζεται πολύ συνετά» τις διαπραγματεύσεις.

«Οι 90 ημέρες είναι απλώς ένα ηρεμιστικό, αν μου επιτρέπεται η έκφραση», είπε σε τηλεδιάσκεψη με δημοσιογράφους κατά την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων της εταιρείας την Τετάρτη. «Δεν είναι όμως πραγματική λύση που να προσφέρει σαφήνεια για την πορεία των αγορών».

Ο Σάιμον Ίβενετ, καθηγητής γεωπολιτικής και στρατηγικής στην επιχειρηματική σχολή IMD, εκτίμησε ότι τόσο η συμφωνία ΗΠΑ-Ηνωμένου Βασιλείου όσο και η εκεχειρία ΗΠΑ-Κίνας υποδηλώνουν ότι η «γραμμή βάσης» της Ουάσινγκτον είναι δασμοί 10% γενικής εφαρμογής και 25% σε επιλεγμένους τομείς.

Πρόσθεσε πως η αντίδραση της Wall Street ενδέχεται να λειτουργήσει ως περιοριστικός παράγοντας για ενδεχόμενες υπερβολές, έχοντας ήδη πείσει τον Τραμπ να αποδεχθεί την 90ήμερη παύση και την εκεχειρία με το Πεκίνο. Αυτό θα μπορούσε να συμβάλει στην αποτροπή εμπορικής σύγκρουσης ΗΠΑ-ΕΕ, δεδομένου ότι οι συνολικοί εμπορικοί και επενδυτικοί δεσμοί ξεπερνούν τα 9,5 τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.

«Θα είναι δύσκολη διαδικασία και μπορεί να διαρκέσει πολύ. Δεν αποκλείεται να οδηγηθεί σε αδιέξοδο, με την ΕΕ να εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δασμούς», προειδοποίησε.