Το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και η 8η Μαΐου του 1945 συνδέονται επετειακά και με την Ελλάδα. H όμορφη Σύμη θα τιμήσει σήμερα την 80ή επέτειο από την υπογραφή του Πρωτοκόλλου Παράδοσης των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής Δωδεκανήσου στους Συμμάχους, την 8η Μαΐου 1945.
Ογδόντα χρόνια από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και 75 χρόνια από την ιστορική Διακήρυξη Σουμάν που έθετε τα θεμέλια της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης, η ευρωπαϊκή υπόθεση βρίσκεται σήμερα μπροστά σε μια δύσκολη πραγματικότητα.
Τα 80 χρόνια από τον Μάιο του 1945 και τα 75 χρόνια από τον Μάιο του 1950, μας δίνουν την ευκαιρία για έναν αναστοχασμό.
Οι περισσότεροι θα συμπέραιναν ότι οι γενικές γραμμές της τρομερής σύγκρουσης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έχουν τεθεί εδώ και πολύ καιρό. Χιλιάδες βιβλία έχουν εκδοθεί και αναρίθμητες ταινίες έχουν απεικονίσει όλες τις πλευρές των στρατιωτικών γεγονότων και των δοκιμασιών των αμάχων. Εκατοντάδες μουσεία και μνημεία έχουν δημιουργηθεί για να διατηρήσουν ζωντανή την ανάμνηση του πολέμου. Επέτειοι γιορτάζονται με διαφορετικούς τρόπους κάθε Μάιο.
Για παράδειγμα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, πριν την επέτειο που γιορτάστηκε το 2005, εγκαινιάστηκε στην Ουάσινγκτον ένα υπέροχο νέο Μνημείο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Βρίσκεται δίπλα στο μνημείο του Τζορτζ Ουάσινγκτον και απέναντι από το Εθνικό Μουσείο Ολοκαυτώματος. Η κύρια επιγραφή του μνημείου γράφει «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος 1941-45».
Σ’ αυτό το σημείο, αν όχι και νωρίτερα, αρχίζεις να υποπτεύεσαι ότι το μνημείο δεν είναι αφιερωμένο στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως σύνολο, αλλά μάλλον στην ανάμειξη των ΗΠΑ σ’αυτόν. Οποιοσδήποτε Ευρωπαίος θα μπορούσε να τονίσει ότι ο πόλεμος δεν άρχισε το 1941. Εκατομμύρια Αμερικανοί όμως διδάχτηκαν να έχουν άλλη γνώμη, γράφει ο ιστορικός Norman Davis1. Πουθενά δεν γίνεται αναφορά στους συμμάχους των ΗΠΑ ή στους «εν όπλοις» συντρόφους τους.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στην Ευρώπη, μετά το τέλος του καταστροφικού Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τον Μάιο του 1945, έπρεπε να αναζητηθεί η κατάλληλη μεθοδολογία για να «λυθεί» το γερμανικό «πρόβλημα». Η ελεγχόμενη από τη Δύση, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας έπρεπε να προχωρήσει σε μια σταδιακή εκβιομηχάνιση και προς αυτή την κατεύθυνση «πίεζαν» οι ΗΠΑ τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Κάπως έτσι, μέσα από τις στάχτες του πολέμου προέκυψε μια καινοτόμος θεσμική πρόταση, στην οποία όμως δεν ανταποκρίθηκε το Ηνωμένο Βασίλειο, προϊόν των εργασιών της ομάδας που εργάστηκε γύρω από τον Επιθεωρητή Σχεδιασμού της Γαλλικής Κυβέρνησης, τον Ζαν Μονέ.
Η ιδέα ήταν να τεθούν υπό μια κοινή αρχή η παραγωγή και η διαχείριση του άνθρακα και του χάλυβα, απαραίτητων πόρων για την ανάπτυξη των βιομηχανιών. Tην πρόταση του Ζαν Μονέ, ανέλαβε να την προωθήσει πολιτικά ο Ρομπέρ Σουμάν, ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας. Έξι κράτη (Γαλλία, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, Βέλγιο, Ιταλία, Ολλανδία και Λουξεμβούργο) αποδέχτηκαν το σχέδιο μιας «λειτουργικής» κοινότητας, «υπερεθνικού» χαρακτήρα.
Στις 9 Μαϊου 1950 (έκτοτε Ημέρα της Ευρώπης), ο Ρομπέρ Σουμάν θα παρουσιάσει αυτή τη θεσμική καινοτομία με την ιστορική δήλωσή του, η οποία υπογράμμιζε ότι, «η παγκόσμια ειρήνη δεν μπορεί να διατηρηθεί αν δεν αναληφθούν δημιουργικές προσπάθειες ανάλογες των κινδύνων που την απειλούν. Η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί δια μιας, ούτε σε ένα συνολικό οικοδόμημα: θα διαμορφωθεί μέσα από συγκεκριμένα επιτεύγματα που θα δημιουργήσουν πρώτα μια πραγματική αλληλεγγύη. Η από κοινού διαχείριση της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα ... θα αλλάξει το πεπρωμένο αυτών των περιοχών που επί μακρόν ασχολούνταν με την κατασκευή όπλων για πολέμους των οποίων υπήρξαν σχεδόν μονίμως τα θύματα.»
Στη λογική της Δήλωσης Σουμάν της 9ης Μαϊου 1950, τα έξι κράτη που συμφώνησαν, θα υπογράψουν ένα χρόνο αργότερα στο Παρίσι στις 18 Απριλίου του 1951, τη Συνθήκη που θα ιδρύσει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ). Οι εκπρόσωποι των έξι κρατών θα δηλώσουν «…αποφασισμένοι να υποκαταστήσουν τους προαιώνιους ανταγωνισμούς με τη συγχώνευση των ουσιαστικών συμφερόντων τους, να δημιουργήσουν με την εγκαθίδρυση μιας οικονομικής κοινότητας τα πρώτα όργανα μιας περισσότερο πλατιάς και ανεξάρτητης κοινότητας μεταξύ λαών που επί μακρόν υπήρξαν αντίπαλοι σε αιματηρές συγκρούσεις και να θέσουν τις βάσεις θεσμών ικανών να κατευθύνουν ένα πεπρωμένο που εις το εξής θα είναι κοινό.»
Η ευρωπαϊκή ενοποιητική διαδικασία από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα εξασφάλισε στην Ευρώπη ειρήνη, ευημερία και συνείδηση κοινότητας προκειμένου να ξεπεραστούν οι αντιθέσεις. Με την ευρωπαϊκή ενοποίηση αντλήσαμε διδάγματα από τις αιματηρές αντιπαραθέσεις του παρελθόντος.
Πέρα από την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ευημερία, στις επιτυχίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης συμπεριλαμβάνονται οι αρχές, αλλά και η μορφή συνεργασίας στην Ευρώπη: δημοκρατία, ισότητα δικαιωμάτων, διαφάνεια, επικουρικότητα, αξιοπρέπεια του ανθρώπου, ελευθερία, αλληλεγγύη και ανεκτικότητα είναι μερικές από τις βασικές αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), καθώς η ΕΕ δεν είναι απλώς ένας οικονομικός χώρος αλλά και μια κοινωνία αξιών.
Σήμερα η ευρωπαϊκή ενοποίηση σηματοδοτεί πρωτίστως την ειρήνη στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο που δοκιμάστηκε τόσο σκληρά στη διάρκεια του 20ού αιώνα. Η ευρωπαϊκή ενοποιητική διαδικασία σημαίνει όμως και ένα πρότυπο ανάπτυξης μοναδικό στον κόσμο, που συνδυάζει κάποιες πολιτικές αλληλεγγύης με αντικειμενικό σκοπό μια ανάπτυξη που πρέπει να συμμεριζόμαστε όλοι.
Όταν κορυφώθηκε η υγειονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία, η αρχική έλλειψη αλληλεγγύης, λόγω του προβληματικού συντονισμού των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, εμφάνισε μια Ευρώπη διχασμένη, με το Ευρωπαϊκό Σχέδιο να διατρέχει θανάσιμο κίνδυνο και ανάγκασε τον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ (1985-1995), μια από τις κορυφαίες προσωπικότητες της ιστορίας της ευρωπαϊκής ενοποίησης, να μιλήσει για το μικρόβιο που επέστρεψε, παραπέμποντας κυριολεκτικά στην πανδημία, όμως μεταφορικά ήθελε να περιγράψει το κλίμα διχόνοιας που απειλούσε να δηλητηριάσει για άλλη μια φορά την Ευρώπη. Αυτό εννοούσε όταν τόνιζε ότι «το κλίμα που επικρατεί σήμερα μεταξύ των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων και η έλλειψη αλληλεγγύης συνιστούν θανάσιμο κίνδυνο για την ΕΕ».
Η ΕΕ και οι προκλήσεις μίας πολυεπίπεδης κρίσης
Την τελευταία εικοσαετία, η ΕΕ βρέθηκε εγκλωβισμένη σε μια πολυεπίπεδη κρίση. Απόρριψη του Ευρωσυντάγματος το 2005, κρίση Ευρωζώνης 2010, κρίση προσφυγική το 2015, κρίση του Brexit το 2016 , η κρίση της πανδημίας και πιο πρόσφατα ο πόλεμος στην Ουκρανία που προκάλεσε η ρωσική εισβολή.
Αυτή η πολυεπίπεδη κρίση απείλησε τον βασικό πυλώνα του ευρωπαϊκού σχεδίου, τη συνοχή, και ενίσχυσε αρκετές φορές την απόκλιση των κρατών-μελών.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικότερα η Ευρωζώνη έχοντας ήδη αντιμετωπίσει την κρίση του ευρώ και τη χρηματοπιστωτική κρίση, έπρεπε να αποφύγει λάθη εκείνης της περιόδου. Στόχος ήταν να μην επαναληφθούν ζημιές διαρκείας στην οικονομία της Ευρωζώνης. Όμως προηγουμένως η ΕΕ έπρεπε να ελέγξει την εξάπλωση της πανδημίας.
Αυτό που συγκρατούμε από την πρώτη φάση της διαχείρισης της κρίσης της πανδημίας του Covid-19, είναι το γεγονός πως η ΕΕ σε άλλη μια κρίση έδειξε πως το κλειδί για να ανταποκριθεί στις σημερινές και μελλοντικές προκλήσεις είναι να εξοπλιστεί με την απαραίτητη κυριαρχία και αλληλεγγύη. Για να καθορίζει η ίδια το μέλλον της χρειάζεται περισσότερη κυριαρχία.
Είναι προφανής η ανάγκη για ένα πιο λειτουργικό σύστημα για την Ευρωζώνη, η οποία ούτως ή άλλως αποτελεί μέρος του προβλήματος γιατί είναι μια ατελής οικονομική και νομισματική ένωση χωρών-μελών με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Η εμβάθυνση και ολοκλήρωση της Ευρωζώνης πρέπει να είναι ο βασικός άξονας των θεσμικών πρωτοβουλιών, τις οποίες θα συμπληρώνει το σχέδιο ανάπτυξης της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας, προκειμένου η ΕΕ να είναι σε θέση να εξασφαλίζει τη στρατηγική της αυτονομία.
Η σημερινή αναδιανομή ευθυνών στην Ευρώπη: Προκλήσεις και προοπτικές
Μπορούμε σήμερα να αναζητήσουμε ερωτήματα από το παρελθόν που θα μας βοηθούσαν να προσεγγίσουμε το παρόν;
O πόλεμος της Ουκρανίας ή η διαμάχη περί την Ταϊβάν υποδηλώνει την επεκτατική ροπή παλαιών αυτοκρατοριών με συστήματα αυταρχικής διακυβέρνησης οι οποίες, κατά το πρότυπο των αναθεωρητικών δυνάμεων του Μεσοπολέμου επανέρχονται σε χώρους που είχαν υποχρεωθεί να εγκαταλείψουν σε φάσεις συρρίκνωσης2 .
Εντοπίζοντας τις αυξανόμενες ενδείξεις πολιτικής παρακμής στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο του 21ου αιώνα, θα πρέπει να σταθούμε στο τελευταίο κύμα της μεταπολεμικής ακροδεξιάς πολιτικής και στην κανονικοποίησή της στο πολιτικό τοπίο.3
Η ευρωπαϊκή Ακροδεξιά μάχεται με όλα τα μέσα την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση γιατί την ακυρώνουν οι σπουδαίες αξίες που οδήγησαν στο μεγαλύτερο μεταπολεμικό επίτευγμα, την ενωμένη Ευρώπη.4
Όσο για την διαφαινόμενη σήμερα αποδιάρθρωση του ευρω-ατλαντικού συστήματος ασφαλείας μπορεί να σημαίνει την επικράτηση του αναθεωρητισμού ως μεθόδου επίλυσης διεθνών διαφορών δια της ισχύος.5
Η Ευρωπαϊκή Ένωση βιώνει μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές για την ασφάλειά της και προχωρά στην υιοθέτηση ενός αμυντικού σχεδίου που περιλαμβάνει μεγάλη αύξηση αμυντικών δαπανών για τον επανεξοπλισμό της ώστε να μπορέσει να υπερασπιστεί τόσο την Ουκρανία όσο και τον εαυτό της.
Η Ευρώπη δηλώνει πλέον πως θα γίνει «πιο κυρίαρχη, πιο υπεύθυνη για τη δική της άμυνα και καλύτερα εξοπλισμένη».
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ Κάγια Κάλας και ο Επίτροπος για θέματα Άμυνας Άντριους Κουμπίλιους, παρουσίασαν την πολυανεμενόμενη «Λευκή Βίβλο για την Ευρωπαϊκή Άμυνα», ένα σχέδιο επανεξοπλισμού της Ευρώπης, που η Επιτροπή ονομάζει «Ευρωπαϊκή Αμυντική Ετοιμότητα 2030» και στοχεύει να έχει η Ευρώπη μέχρι το 2030 μια ισχυρή αμυντική στάση και έναν «αξιόπιστο αποτρεπτικό» μηχανισμό.
Με τέσσερις προτεραιότητες έως το 2030 θα προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Με αύξηση των αμυντικών δαπανών, με «μεγάλης κλίμακας, πανευρωπαϊκή συνεργασία» για την αντιμετώπιση των κενών σε τομείς προτεραιότητας, με ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανικής βάσης της Ευρώπης και τέλος με στρατηγική προτεραιότητα για την ευρωπαϊκή άμυνα στην Ουκρανία.
Αναγνωρίζεται λοιπόν, ότι «οι προκλήσεις ασφαλείας έχουν συχνά παγκόσμιες επιπτώσεις , απαιτώντας διεθνή συνεργασία» και ότι «ο πλήρους κλίμακας πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας έχει ευρείας κλίμακας αντίκτυπο πέρα από την Ευρώπη». Και ως εκ τούτου μέσω της Λευκής Βίβλου, στην παράγραφο «ενισχυμένη ασφάλεια μέσω συνεργασιών», η Επιτροπή αφήνει ανοικτή την πόρτα σε συνεργασίες με τρίτες χώρες που θεωρούνται εν δυνάμει εταίροι, όπως η Μεγάλη Βρετανία, ο Καναδάς, η Νορβηγία και βεβαίως η Τουρκία υπό την προϋπόθεση του σεβασμού των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου του 2024 που κάνουν λόγο για εποικοδομητική δέσμευση της Τουρκίας. Βέβαια η φυλάκιση του δημάρχου Κωνσταντινούπολής Ιμάμογλου μόνο ως εποικοδομητική δεν θα αξιολογηθεί.
Στο Βερολίνο, η γερμανική Βουλή προχώρησε σε μια ιστορική απόφαση. Ενέκρινε ένα γιγαντιαίο πακέτο για τις αμυντικές δαπάνες και τις επενδύσεις στις υποδομές στη Γερμανία, παρακάμπτοντας το συνταγματικά κατοχυρωμένο φρένο χρέους» . Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του υπουργού άμυνας Πιστόριους πως, «η αντιμετώπιση της απειλής έχει προτεραιότητα σε σχέση με τη δημοσιονομική κατάσταση», καθώς η Ρωσία συνιστά «αστάθμητη απειλή».
Η έγκριση του πακέτου ενός τρισεκατομμυρίου για την άμυνα και τις υποδομές είναι καθοριστική κίνηση προκειμένου «η Γερμανία και η Ευρώπη να είναι σε θέση να υπερασπιστούν τον εαυτό τους». Η απόφαση της Μπούντεστανγκ είναι «το πρώτο σημαντικό βήμα προς μια μεγάλη, ευρωπαϊκή, αμυντική ένωση. Αυτή η Αμυντική Ένωση θα είναι στη λογική της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας των 44 ευρωπαϊκών κρατών (εκτός Ρωσίας και Λευκορωσίας) που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του προέδρου Μακρόν τον Οκτώβριο του 2022 και στοχεύει σε έναν συντεταγμένο διάλογο για τις πανευρωπαϊκές προκλήσεις. Η Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση θα συμπεριλαμβάνει όχι μόνο τις χώρες της Ε.Ε. αλλά και χώρες όπως η Μ. Βρετανία και η Νορβηγία.
Πριν τρία χρόνια, όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, οι ΗΠΑ έσπευσαν τότε σε βοήθεια γιατί ίσχυε αυτό που έλεγε ο πρόεδρος Μπάιντεν, πως «η αμερικανική ηγεσία είναι αυτή που διασφαλίζει τη συνοχή στον κόσμο, γιατί οι συμμαχίες μας είναι αυτές που κρατούν εμάς, τις ΗΠΑ ασφαλείς».
Σήμερα, τρία χρόνια αργότερα, ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ ξαναγράφει την ιστορία της εισβολής με μια γεωπολιτική στροφή που ανοίγει τον δρόμο στον αναθεωρητισμό. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022, πυροδότησε αλυσιδωτές αντιδράσεις στη Δύση με πλήρη στήριξη του Κιέβου και απομόνωση της Μόσχας (διπλωματική και οικονομική) αλλά και με επέκταση του ΝΑΤΟ, με την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Όμως πόνταρε σε μακροπρόθεσμο γεωπολιτικό παιχνίδι «ήττας» της Δύσης για να θυμηθούμε και τον εύστοχο τίτλο του βιβλίου του Εμανουέλ Τοντ, «Η Ήττα της Δύσης» (εκδόσεις Πεδίο 2025). Ήλθε η εκλογή Τραμπ για να τον δικαιώσει.
Στον πρώτο κιόλας μήνα της εποχής Τραμπ 2.0, οι ΗΠΑ έβγαλαν το Κρεμλίνο από την απομόνωση και απομακρύνθηκαν από τους ευρωπαίους συμμάχους τους, προχωρώντας και σε ωμές πολιτικές παρεμβάσεις υπέρ της Ακροδεξιάς στη Γερμανία και τη Ρουμανία.
Αυτό διευκολύνει τον Πούτιν γιατί εκείνο που επιδιώκει είναι πολύ περισσότερο από μια συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου. Θέλει να μετατρέψει την Ουκρανία σε ένα αποδυναμωμένο κράτος, μόνιμα ευάλωτο στη ρωσική επιθετικότητα.
Την ίδια στιγμή, δυτικές δημοκρατίες, όπως οι ευρωπαϊκές που είχαν συνηθίσει να μιλούν για διεθνή νομιμότητα και στάση αρχών, σήμερα βρίσκονται μπροστά σε μια μεγάλη πολιτική αλλαγή στις ΗΠΑ που ίσως υπονομεύσει την πολιτική και οικονομική κυριαρχία της Δύσης.
Η νέα τάξη πραγμάτων, αυτό το «σχίσμα» της Δύσης, ήταν θέμα χρόνου να καταγραφεί και στη λειτουργία του ΟΗΕ. Αποτυπώθηκε στις ψηφοφορίες στη Γενική Συνέλευση (ΓΣ) και στο Συμβούλιο Ασφαλείας (ΣΑ) του ΟΗΕ για το Ουκρανικό.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πλέον υποχρεωμένη να οικοδομήσει ένα στέρεο περίγραμμα γύρω από την ασφάλεια και τη δημοκρατία και τις διάφορες διαστάσεις της: τον σεβασμό των συνόρων, των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου.
Με τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα και τον αναθεωρητισμό του Πούτιν που επιβραβεύει ο Τραμπ, Ευρώπη και ΗΠΑ θα είναι δύσκολο ανιχνεύσουν πεδία συναντίληψης και να αναπτύξουν σχετικές συνέργειες.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε επαναπαυθεί τις προηγούμενες δεκαετίες σε μια «ευτυχισμένη υποτέλεια» στα θέματα της άμυνας και της ασφάλειάς της. Πλέον είναι αναγκασμένη να προχωρήσει στην αυτονόμησή της από τις ΗΠΑ. Θα προχωρήσει με τις δημοκρατικές αξίες και την άμυνα. Δηλαδή της αξίες της και ένα ραβδί που έλεγε ο Θεόδωρος Ρούσβελτ. Όμως, σε κάθε περίπτωση ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να είναι αποτρεπτικός ενός νέου διπολισμού ΗΠΑ-Κίνας.
Όσον αφορά εμάς, οτιδήποτε ευνοεί τη λειτουργία και τον ρόλο της ΕΕ, ευνοεί και τα εθνικά μας συμφέροντα. Θέλουμε εμβάθυνση και ολοκλήρωση της ενοποιητικής διαδικασίας μέσα από περισσότερες κοινές πολιτικές. Θα περιλαμβάνει ένα σχέδιο διαφοροποιημένης ολοκλήρωσης που θα οδηγεί στην ανάπτυξη της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας, προκειμένου η ΕΕ να είναι σε θέση να εξασφαλίζει τη στρατηγική της αυτονομία και να εγγυάται τα εξωτερικά σύνορά της.
Η νέα συζήτηση για το μέλλον της ασφάλειας της Ευρώπης που προκάλεσε ο Τραμπ, οδηγεί σήμερα εκ των πραγμάτων σε αναζήτηση μιας νέας αλληλεγγύης.
* Ο Σωτήρης Ντάλης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, Πρόεδρος στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφορεί το βιβλίο του : H «δύσκολη» Ευρώπη. Σε αναζήτηση της νέας Ευρωπαϊκής Αλληλεγγύης.
Παραπομπές:
1. Norman Davis, H Ευρώπη σε πόλεμο. 1939-1945. Η έναρξη, οι αιτίες, οι ηγέτες και το τέλος του φασισμού, Ιωλκός, Αθήνα 2007, σ. 18-19.
2. Σωτήρης Ριζάς, Δυσαρέσκεια, αυταρχισμός, αναθεωρητισμός, Το Βήμα 30-3-25
3. Βλέπε κυρίως, Francis Fukuyama, political Order and Political Decay, Profile Books, 2015 και Cas Mudde, Η ακροδεξιά σήμερα, Εκδόσεις Επίκεντρο, 2020.
4. Περικλής Βαλλιάνος, Χαιρεκακία για την Ευρώπη, Το Βήμα 30-3-25
5. Σωτήρης Ριζάς, Το Βήμα 30-3-25