Βραδυφλεγής βόμβα η κατάσταση στο Κόσοβο
AP Photo/Visar Kryeziu
AP Photo/Visar Kryeziu

Βραδυφλεγής βόμβα η κατάσταση στο Κόσοβο

Μπορεί υπό το βάρος της δυτικής πίεσης η Σερβία να απομακρύνει στρατιώτες και άρματα μάχης από τα σύνορα αφήνοντας πίσω την ούτως ή άλλως σημαντική δύναμη που σταθμεύει μόνιμα στην περιοχή, όμως η κατάσταση στο Κοσσυφοπέδιο παραμένει εύθραυστη και δεν παύει να πλανάται η απειλή της επιστροφής σε ένοπλη σύγκρουση

Η Πρίστινα κατηγορεί ανοιχτά το Βελιγράδι για ευρύτερο σχέδιο προσάρτησης του βόρειου Κοσόβου «δείχνοντας» και σε ρωσική ανάμειξη στα πρόσφατα αιματηρά γεγονότα στο χωριό Μπάνισκο. Από σερβικής πλευράς, ο πρόεδρος Αλεξάνταρ Βούτσιτς καταγγέλλει «εκστρατεία ψεύδους» κατά της χώρας του επιμένοντας ότι ουδεμία κρατική ανάμειξη υπήρξε στην οργανωμένη επίθεση Σέρβων της 24ης Σεπτεμβρίου.

Ο άμεσος κίνδυνος διολίσθησης στη βία δείχνει να έχει απομακρυνθεί αλλά η κατάσταση απέχει μακράν από το να μπορεί να θεωρηθεί ασφαλής -άλλωστε εδώ και 15 χρόνια, μετά τη μονομερή ανακήρυξη ανεξαρτησίας, ποτέ δεν ήταν-, εξ ου και το ΝΑΤΟ ενισχύει την παρουσία του στο Κόσοβο με την ανάπτυξη 600 Βρετανών στρατιωτών. Η ειρηνευτική δύναμη KFOR, παρούσα από τον πόλεμο του 1998-1999, παραμένει ο κύριος θεσμός που εγγυάται την ασφάλεια του Κοσσυφοπεδίου και αποτελείται από 4.500 στρατιωτικούς από 27 χώρες. 

Έχοντας ήδη καταγγείλει πως η έφοδος των δεκάδων βαριά οπλισμένων Σέρβων στο Μπάνισκο στηρίχθηκε πολιτικά και οργανωτικά από το Βελιγράδι, ο πρωθυπουργός του Κοσόβου, Άλμπιν Κούρτι, μίλησε χθες, Δευτέρα, για ευρύτερο σχέδιο του Βελιγραδίου να προσαρτήσει το βόρειο Κόσοβο.

«Βάσει κατασχεθέντων εγγράφων, η αστυνομία του Κοσσυφοπεδίου επιβεβαίωσε ότι η τρομοκρατική επίθεση ήταν μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου προσάρτησης του βορρά του Κοσσυφοπεδίου μέσω συντονισμένης επίθεσης σε 37 διακριτές θέσεις. Θα ακολουθούσε η δημιουργία διαδρόμου προς τη Σερβία, για να καταστεί δυνατή η μετακίνηση όπλων και στρατευμάτων» ανέφερε σε ανάρτησή του στο Χ ο Άλμπιν Κούρτι.

Την ίδια στιγμή, η υπουργός Εξωτερικών του Κοσόβου, Ντονίκα Γκερβάλα-Σβαρτς, μιλούσε περί σερβικών κινήσεων -τόσο με την ανάπτυξη δυνάμεων, όσο και σε επικοινωνιακό επίπεδο- που παραπέμπουν σε εκείνες της Ρωσίας προς της εισβολής στο ουκρανικό έδαφος, και καλούσε τις δυτικές χώρες να λάβουν μέτρα.

Ακολούθησαν διαψεύσεις εκ μέρους του Βελιγραδίου, με τον υπουργό Άμυνας, Μόλις Βούτσεβιτς, να δηλώνει ότι ουδέποτε υπήρξε εντολή εισβολής στο Κόσοβο, αν και τα λόγια του εμπεριείχαν σαφή προειδοποίηση.

«Εάν ο σερβικός στρατός λάβει διαταγή από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας ως ανώτατο διοικητή των Ενόπλων Δυνάμεων να εισέλθει στο Κόσοβο που αποτελεί έδαφος της Σερβίας, θα την εκτελέσει αποτελεσματικά, επαγγελματικά και με επιτυχία. Ακόμη και σε αυτήν την περίπτωση θα ενημερώσουμε προηγουμένως τη διοίκηση της KFOR. Τέτοια διαταγή δεν λάβαμε και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για τη διαφύλαξη της ειρήνης και την αναζήτηση λύσης με πολιτικά μέσα» δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου.

Ο ίδιος ο Αλεξάνταρ Βούτσιτς, ο οποίος και κατηγορεί τις αρχές του Κοσόβου για «εθνοκάθαρση», αναφέρει πως «η Σερβία δεν επιζητά πόλεμο», λέγοντας πως οποιαδήποτε στρατιωτική δράση θα ήταν αντιπαραγωγική. Η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της χώρας απορρίπτει εν χορώ τις κατηγορίες της Πρίστινας ότι υπήρξε όχι μόνος δικός της, αλλά και ρωσικός «δάκτυλος» στην έφοδο στο Μπάνισκο, καθώς και ότι η ομάδα των επιτιθέμενων είχε λάβει εκπαίδευση από τον σερβικό στρατό, και είχε μάλιστα πραγματοποιήσει ασκήσεις σε στρατιωτική μονάδα τέσσερις ημέρες πριν την επίθεση της 24ης Σεπτεμβρίου.

Η ομάδα των ενόπλων οχυρώθηκε μετά την έφοδο στο ορθόδοξο σερβικό μοναστήρι του Αγίου Στεφάνου για να ακολουθήσουν πολύωρες συγκρούσεις με τις κοσοβάρικες δυνάμεις που κατέληξαν στο θάνατο ενός αστυνομικού και τριών εκ των επιτιθέμενων. Την ευθύνη ανέλαβε αρκετές ημέρες αργότερα ο αντιπρόεδρος του κόμματος «Σερβική Λίστα» Μίλαν Ραντόιτσιτς. Σε σχετική γραπτή ανακοίνωση «απαλλάσσει» τόσο το επίσημο Βελιγράδι, όσο και το κόμμα του, από οποιαδήποτε ανάμειξη. Υποστηρίζει ότι ουδείς από τη σερβική ηγεσία γνώριζε τι σχεδίαζε να πράξει, ούτε και έλαβε κάποια βοήθεια σε οπλισμό. Οργάνωσε την ένοπλη δράση για να ενθαρρύνει τον σερβικό πληθυσμό «να αντισταθεί στον τρόμο του καθεστώτος Κούρτι», αναφέρει και δηλώνει πρόθυμος να συνεργαστεί με τις σερβικές εισαγγελικές αρχές.

Οι αρχές της Πρίστινας, πάντως, επιμένουν να μιλούν για σχέδιο εισβολής και προσάρτησης, επικαλούμενες στοιχεία και έγγραφα που ωστόσο δεν δημοσιοποιούν. Σύμφωνα πάντα με τον αστυνομικό διοικητή του Κοσόβου, υπήρξε σχέδιο προσάρτησης που θα έμπαινε σε εφαρμογή με επιθέσεις κατά αστυνομικών δυνάμεων σε 37 θέσεις σε όλες τις ζώνες του βόρειου Κοσόβου, και στη συνέχεια επρόκειτο να εγκαθιδρυθεί ένας διάδρομος για τη ροή οπλισμού και στρατιωτών «ώστε να δημιουργηθεί μία νέα πραγματικότητα στη χώρα».

Μπροστά στην κλιμακούμενη ένταση, η κυβέρνηση Μπάιντεν ενήργησε αποφασιστικά δημοσιοποιώντας τις αμερικανικές πληροφορίες για τις κινήσεις των σερβικών στρατευμάτων και απειλώντας το Βελιγράδι με κυρώσεις. Η ειρηνευτική δύναμη του ΝΑΤΟ, KFOR, ενισχύθηκε άμεσα με τη μεταφορά της διοίκησης ενός τάγματος βρετανικών στρατευμάτων που βρίσκονταν στην περιοχή για εκπαίδευση. Το ΝΑΤΟ για πολλοστή φορά κάλεσε σε αυτοσυγκράτηση, ζητώντας από το Βελιγράδι και την Πρίστινα να επανέλθουν στο διάλογο το ταχύτερο δυνατόν ως το μόνο δρόμο προς την επίτευξη διαρκούς ειρήνης, όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος της Συμμαχίας Ντίλαν Γουάιτ.

Ορισμένοι διακρίνουν ότι η έφοδος της 24ης Σεπτεμβρίου θα μπορούσε να έχει σχεδιαστεί για να πυροδοτήσει μία σύγκρουση που θα «επέτρεπε» στο Βελιγράδι να στείλει στρατεύματα για την προστασία των Σέρβων. Όμως, οποιαδήποτε σερβική στρατιωτική επέμβαση στο Κοσσυφοπέδιο θα σήμαινε σύγκρουση με την ειρηνευτική δύναμη του ΝΑΤΟ, και το Βελιγράδι είναι απίθανο να κινηθεί, εκτός αν κατά τους αναλυτές διέθετε ισχυρή ρωσική υποστήριξη. Ένας εναλλακτικός στόχος θα μπορούσε να είναι να αναγκαστεί η KFOR να ενισχύσει την παρουσία της και να ανακτήσει από την Πρίστινα την κύρια ευθύνη για την ασφάλεια στο βόρειο Κόσοβο.

Βασικό αίτημα των Σέρβων ήταν και παραμένει η δημιουργία μιας Ένωσης πλειοψηφικών σερβικών δήμων στο βόρειο τμήμα που θα απολαμβάνουν αυξημένη αυτονομία. Σχετική συμφωνία είχε συναφθεί το 2013, ωστόσο ο Άλμπιν Κούρτι υπαναχώρησε λέγοντας ότι η εφαρμογή της θα ισοδυναμούσε με ντε φάκτο διχοτόμηση βάσει της εθνικής καταγωγής. 

Φοβούμενες ευρύτερη αποσταθεροποίηση εν μέσω του ρωσικού πολέμου στην Ουκρανία, Ουάσινγκτον και Βρυξέλλες είχαν εδώ και μήνες εντείνει τις προσπάθειες διαπραγμάτευσης για την ομαλοποίηση των σχέσεων Βελιγραδίου-Πρίστινας, ωστόσο (και) η τελευταία συμφωνία που συνήφθη υπό ευρωπαϊκή μεσολάβηση παρέμεινε στα χαρτιά.