Το σύνδρομο Μανιαδάκη και η αριστερά

Ένα από τα βασικά ψυχολογικά - ιδεολογικά προβλήματα που δεν κατόρθωσε να αντιμετωπίσει με γενναιότητα η ελληνική αριστερά, είναι η προβοκατοροφοβία ή πρακτοροφοβία. Ευθύς μετά την εμφάνισή της στο προσκήνιο, όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα της αριστεράς, κάθε φορά που συμβαίνει κάτι το οποίο δεν μπορούν να εξηγήσουν με την ιδεολογική τους εργαλειοθήκη, το αποδίδουν στη δράση πρακτόρων ή προβοκατόρων. 

Το σύνδρομο αυτό ενισχύθηκε πολύ κατά την περίοδο της Μεταξικής δικτατορίας, όταν ο πανούργος τότε υφυπουργός Δημοσίας Τάξεως Κωνσταντίνος Μανιαδάκης, είχε δημιουργήσει την Προσωρινή Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, δηλαδή ένα άλλο, παράλληλο ΚΚΕ, μπερδεύοντας έτσι τα λιγοστά τότε μέλη του, είτε βρίσκονταν στις φυλακές και τις εξορίες, είτε στην παρανομία. Σε αυτόν αποδίδονταν όλα τα κακά της μοίρας και οι λανθασμένες αποφάσεις είτε της Προσωρινής είτε της Κανονικής Κεντρικής Επιτροπής. 

Μία δεκαετία αργότερα, τόσο κατά τη διάρκεια της τριπλής ξένης κατοχής, όσο και του Εμφυλίου πολέμου, η ελληνική αριστερά, έβλεπε παντού πράκτορες της βρετανικής Ιντέλιντζες Σέρβις, κατηγορώντας εχθρούς και φίλους. Οι εποχές άλλαξαν, τη θέση της Ιντέλιντζες Σέρβις πήρε η CIA, η Μοσάντ και άλλοι, ποτέ, όμως, οι πράκτορες της ΚΑ.ΓΚΕ.ΜΠΕ. ή της Σοβιετικής Στρατιωτικής Κατασκοπίας που αλώνιζαν στη χώρα μας.

Έκτοτε, κάθε φορά που συμβαίνει κάτι, το οποίο είτε δεν ελέγχεται, είτε δεν ταιριάζει στην τρέχουμε πολιτική ερμηνεία που δίνει η αριστερά, αποδίδεται στη δράση σκοτεινών κύκλων, προβοκατόρων ή πρακτόρων. 

Μιλώντας χθες σε έναν τηλεοπτικό σταθμό ο προερχόμενος από το ΚΚΕ, νυν βουλευτής του Σύριζα, Γιάννης Μπαλάφας, ισχυρίστηκε πως αυτοί που ξυλοκόπησαν τον Γιάνη Βαρουφάκη στα Εξάρχεια, για δεύτερη φορά, δεν ήταν αγνοί αναρχικοί, αλλά προβοκάτορες, αφού όλες αυτές οι οργανώσεις του αναρχικού χώρου, είναι «χαφιεδωμένες» δηλαδή ελεγχόμενες από μυστικούς πράκτορες των υπηρεσιών ασφαλείας. 

Σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα από τη δεκαετία του 1930. 

Βέβαια, ο κ. Μπαλάφας, ως πραγματικός αριστερός αρνείται στους δράστες το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού τους, αν και ο ίδιος δηλώνει υπέρμαχος αυτού του δικαιώματος, ιδίως όταν αφορά σε περιπτώσεις ατόμων που ευθέως υπονομεύουν τη δημοκρατία και, κυρίως, την εθνική ανεξαρτησία, προβάλλοντας το άλλο, μεγάλο θέσφατο της αριστεράς τη διεθνιστική αλληλεγγύη. 

Κι αν ο κ. Μπαλάφας έχει δίκιο, τότε δικαιούμαστε οι υπόλοιποι να τον ρωτήσουμε: αφού αυτοί δεν είναι οι αγνοί αναρχικοί, τότε ποιοι είναι; Πού βρίσκονται; Τι πρεσβεύουν; Ποια είναι η πολιτική τους δράση; 

Υπάρχει ένα δεύτερο ερώτημα, ακόμη πιο δυσάρεστο για τον κ. Μπαλάφα. Αν δεν είναι αυτοί οι αγνοί, πραγματικοί αναρχικοί, τότε γιατί το κόμμα του κάθε φορά που τα σπάνε στις διαδηλώσεις και καπηλεύονται τους αγώνες των απλών ανθρώπων, δεν τους καταδικάζει, δεν τους απομονώνει, δεν τους περιθωριοποιεί, μα απεναντίας, φροντίζει με τις ανακοινώσεις του να ρίξει το φταίξιμο στην αστυνομία; 

Τρίτο και τελευταίο ερώτημα, είναι πως εφόσον πρόκειται για προβοκάτορες και πράκτορες κάποιων σκοτεινών κύκλων, τότε προς τι η σπουδή εκπροσώπων του κόμματός του να τους υπερασπιστούν σε διάφορες δικαστικές τους υποθέσεις; 

Προσωπικά, δεν πιστεύω πως ο κ. Μπαλάφας και όλοι όσοι σκέφτονται όπως αυτός δεν γνωρίζουν την πραγματικότητα. Απλά αυτό δεν τους βολεύει να το ομολογήσουν. Η αντίληψη αυτή εντάσσεται σε ένα γενικότερο ιδεολογικό πλαίσιο, όπου ο αναρχικός χώρος διαδραματίζει τον ρόλο της αιχμής του αντισυστημικού κινήματος, ενώ παράλληλα οι διασυνδέσεις του με τους ποδοσφαιρικούς χούλιγκαν και τους εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, τους καθιστούν πολύτιμους, περιφερειακούς παίκτες, οι οποίοι ανακαλούνται από την «εφεδρεία» κάθε φορά που χρειάζεται η εικόνα των μαζικών κινητοποιήσεων και του ξεσπάσματος της οργής του λαού κατά της συστημικής εξουσίας. 

Γνωρίζουν πολύ καλά ποιοι αποτελούν τον αναρχικό χώρο, τι πιστεύουν, πώς δρουν κ.λπ. Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που προβεβλημένο στέλεχος του κόμματός τους, ως σύμβουλος του τότε υπουργού Δικαιοσύνης, είχε αναλάβει τις «διαπραγματεύσεις» για την εκκένωση της κατάληψης της πρυτανείας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπάρχουν κι άλλα, άφθονα, παρόμοια παραδείγματα. 

Απλά στην περίπτωση του Γιάνη Βαρουφάκη, δεν τους βόλεψε η ταχύτατη αντίδραση των αστυνομικών αρχών με την ταυτοποίηση τριών δραστών και τη σύλληψη ενός, οπότε χρειάστηκε να επιστρατεύσουν την παλιά θεωρία ή, ακόμη χειρότερα, ξύπνησε μέσα τους το σύνδρομο Μανιαδάκη.