Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να κάνει «ολική επαναφορά»;

Μπορεί τα βλέμματα να είναι στραμμένα στο «δράμα» του ζει ο ΣΥΡΙΖΑ αυτές τις ημέρες με τις αποχωρήσεις στελεχών, οργανώσεων και μελών, μα η αξιοπρόσεκτη είδηση του Σαββατοκύριακου, ήταν ο προβληματισμός που αναπτύχθηκε στις εργασίες της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ, σχετικά με τη διεύρυνσή του, ως προϋπόθεση όχι μόνο της ανάκαμψης αλλά και της διεκδίκησης της διακυβέρνησης της χώρας, εν ευθέτω χρόνω. 

Αν κατάλαβα καλά, ακούστηκαν πολλές απόψεις, οι οποίες μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τρεις βασικές προτάσεις, οι δύο πρώτες από τις οποίες συγκλίνουν στην άποψη πως η «επιστροφή στελεχών που εξύβριζαν το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να υπάρξει, αλλά ωστόσο θα πρέπει να αντιμετωπιστούν οι περιπτώσεις με γενναιοψυχία».

Η τρίτη πρόταση, επισημαίνει πως το ΠΑΣΟΚ δεν έχει να κερδίσει τίποτα από τον διαμοιρασμό των ρεταλιών του ΣΥΡΙΖΑ και πως θα πρέπει να ανταγωνιστεί τη Ν.Δ. στον κεντρώο χώρο, πείθοντας του ψηφοφόρους του πως πρόκειται για καλύτερη κυβερνητική πρόταση. 

Ως προς τις δύο πρώτες, διακρίνω μια επαμφοτερίζουσα στάση. Να δεχτώ πως δε θα είναι ευπρόσδεκτα τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που έσπευσαν να βρουν καταφύγιο κατά τα «πέτρινα χρόνια» στην αγκαλιά του ΣΥΡΙΖΑ και τα οποία διακρίθηκαν για τον τοξικό τους λόγο, αλλά δε θα είχαν αντίρρηση να δουν με καλό μάτι την επιστροφή κατώτερων, μεσαίων στελεχών και μελών, τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει προς διάλυση. 

Θεωρώ θεμιτό ένα πολιτικό κόμμα να επιδιώκει τη διεύρυνση της επιρροής του στο εκλογικό σώμα και να ελπίζει σε αυξημένα ποσοστά, άρα και ρόλο στο πολιτικό σύστημα. 

Το ερώτημα που προκύπτει από την εν λόγω προσέγγιση, όμως, είναι καθαρά ηθικό. Πώς θα συνυπάρξουν πάλι τα απλά μέλη του ΠΑΣΟΚ που έμειναν όταν οι άλλοι εγκατέλειπαν το πλοίο, με εκείνους που γυρνούσαν στις πλατείες των πόλεων και των χωριών, στους δημόσιους οργανισμούς και στις γειτονιές και τους κατηγορούσαν ως «νενέκους», «γερμανοτσολιάδες», «μερκελιστές» κ.ά.; 

Έτσι φαντάζονται οι εισηγητές της πρότασης τον παιδαγωγικό ρόλο που έχει το κόμμα τους; Αν εννοούν τον πολιτικό καιροσκοπισμό, διανθισμένο με το αρχαϊκό και αταβιστικό «αντιδεξιό σύνδρομο» που φαίνεται πως διακατέχει πολλά από τα στελέχη του, ακόμη και εκείνα της νεότερης γενιάς, πολύ φοβάμαι πως οι ελπίδες θα αποδειχθούν φρούδες και οι προσδοκίες δεν θα επαληθευτούν. 

Η τρίτη πρόταση που ακούστηκε έχει και νόημα και προοπτική. Αν το ΠΑΣΟΚ θέλει να οικοδομήσει στέρεες σχέσεις με το εκλογικό σώμα και να επεκτείνει το ζωτικό του χώρο, πέραν των σημερινών μίζερων δημοσκοπικών ενδείξεων, θα πρέπει να πείσει τα πιο δυναμικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, τα μεσαία, πως μπορεί να καταθέσει μία ανταγωνιστική ως προς τη Ν.Δ. πρόταση διακυβέρνησης. 

Με τα ρετάλια του ΣΥΡΙΖΑ προκοπή δεν πρόκειται να δει, γιατί αυτά αντιπροσωπεύουν παρωχημένες αντιλήψεις για τις σχέσεις των κομμάτων με την κυβερνητική εξουσία, όταν δεν ενδιαφέρονται απλά και μόνο για τη διατήρηση των μικρών, βολικών, αλλά κοστοβόρων προνομίων τους. 

Για να «κατακτήσει», όμως, το μυαλό και την καρδιά των μεσαίων στρωμάτων, ώστε να δώσουν εντολή στο χέρι να ψηφίσει ΠΑΣΟΚ, δεν αρκούν οι διακηρύξεις και τα ευχολόγια, πολλώ δε μάλλον, οι αλαζονικές συμπεριφορές που είδαμε το βράδυ του δεύτερου γύρου των δημοτικών εκλογών. Χρειάζεται πολλή και σοβαρή δουλειά, για τη διατύπωση συγκεκριμένων, κοστολογημένων και αποτελεσματικών προτάσεων, εναλλακτικών εκείνων που εφαρμόζει η κυβέρνηση της Ν.Δ. 

Αν το ΠΑΣΟΚ περιμένει οφέλη, υιοθετώντας τη θεωρία του «σάπιου μήλου» για τον ΣΥΡΙΖΑ, πολύ φοβάμαι πως όχι μόνο θα έχει μικρή συγκομιδή, αλλά και «μολυνθούν» και άλλα μήλα στο καλάθι του, οδηγώντας το αφενός μεν στην εσωστρέφεια και, αφετέρου, στην απώλεια της καλής εικόνας που διαμόρφωσε λειτουργώντας, υπεράνω των κομματικών συμφερόντων, για τη σωτηρία της πατρίδας, την εποχή δηλαδή που έγινε η «μεγάλη μετανάστευση των μελών» του προς το κόμμα του Τσίπρα. 

Το ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να αντιληφθεί πως έχει μια μοναδική, ιστορική ευκαιρία για «ολική επαναφορά». Το αν θα την αξιοποιήσει επαφίεται στο ίδιο και στην ηγεσία του. Τα μεσαία στρώματα στη χώρα μας είναι ιδιαιτέρως απαιτητικά, ιδίως μετά τις περιπέτειες της κλεμμένης δεκαπενταετίας του ΣΥΡΙΖΑ.