Γενναιότητα, ουτοπία και πένθος

Μετά από πολλή σκέψη και προβληματισμό αποχώρησε από τον ΣΥΡΙΖΑ γνωστός πανεπιστημιακός και οργανικός διανοούμενος της αριστεράς για πολλά χρόνια. Σε ανάρτησή του στο Facebook ο άνθρωπος αυτός, με ειλικρίνεια εξέθεσε τους λόγους της αποχώρησής του και πρόσθεσε πως θα αποφύγει τη στράτευση με κάποια από τα σχήματα της αριστεράς, μα θα συνεχίσει να παλεύει για τις ιδέες του στο πανεπιστήμιο, στους αγώνες για το περιβάλλον κ.λπ. Ήταν μια έντιμη χειρονομία που τον τιμά. 

Κάτω από την ανάρτησή του, διάφοροι χρήστες έγραφαν την άποψή τους, κόσμια πάντα, άλλοι με πικρία, άλλοι με ελπίδα και άλλοι με απογοήτευση. Φυσιολογικό και αναμενόμενο. Κυρίως, όμως, σπάνιο στις μέρες μας, όταν κυριαρχεί η τοξικότητα, η εχθροπάθεια, ο «εσωτερικός εχθρός ως υπονομευτής» κ.λπ. 

Ναι, υπάρχει εκεί έξω, ένας κόσμος που σήμερα υποφέρει, βλέποντας πως όλα σε όσα είχε επενδύσει δεκαετίες ολόκληρες της ζωής του, καταρρέουν και διαλύονται, μέσα στη χλεύη των αντιπάλων και κυρίως, των πρώην συντρόφων τους. Πρόκειται για ένα υπαρξιακό δράμα, μια τραγωδία δίχως κάθαρση, ένα έγκλημα χωρίς τιμωρία. 

Θρηνούν και πενθούν, με πρόσχημα την κατάρρευση των ονείρων και των ιδανικών τους, για τη νιότη του, όταν πολλοί από αυτούς, χωρίς ιδιοτέλεια στρατεύτηκαν πίσω από ένα όραμα για μια καλύτερη και δικαιότερη κοινωνία, όπως έλεγαν. Υπάρχουν πολλά είδη πένθους. Υπάρχει το πένθος που σε οδηγεί σε αδιέξοδο και υπάρχει ένα άλλο, δημιουργικό πένθος. Εξαρτάται ποιο θα διαλέξεις. 

Υπάρχει, παρόλα αυτά, ένα μεγάλο «αλλά». Στο πέρασμα των χρόνων, συνέβησαν κοσμοϊστορικά γεγονότα που άλλαξαν τον χάρτη του κόσμου τούτου. Καθεστώτα κατέρρευσαν μέσα σε μία νύχτα, δίχως να βρεθεί κανείς να τα υπερασπιστεί. Νέα κράτη δημιουργήθηκαν. Νέες συμμαχίες καθιερώθηκαν. Νέος κόσμος ανέτειλε και έκτοτε κάνει τις περιφορές του γύρω από τον ήλιο, τελείως διαφορετικός από εκείνον που γνώριζαν.

Το κυριότερο, όμως, είναι ότι αποχαρακτηρίστηκαν αρχεία και άνοιξαν στόματα. Παρά τις προσπάθειες δεκαετιών, η αλήθεια για την πραγματική φύση των καθεστώτων που υποστήριζαν, φάνηκε και αποκαλύφθηκε όλη η φρίκη και ο ζόφος που έζησαν εκατομμύρια αθώοι άνθρωποι. Τελικά, η ουτοπία, αποδείχτηκε εφαρμοσμένη δυστοπία. 

Σκέφτηκαν, άραγε, τις αιτίες αυτών των αλλαγών; Τις αποτίμησαν λογικά; Τις αξιολόγησαν ηθικά; Θέλησαν να φτάσουν στην ουσία των πραγμάτων, ακόμη και αν αυτό ήταν οδυνηρό και προϋπόθετε την απόρριψη ενός μεγάλου τμήματος της ζωής τους; Είχαν, τέλος, τη γενναιότητα να συνομιλήσουν ειλικρινά με τον ίδιο τους τον εαυτό και να αναστοχαστούν τις ιδέες και τα πεπραγμένα τους; 

Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, δεν το έκαναν. Οι αιτίες μπορεί να είναι πολλές. Μπορεί να μην είχαν τη σκευή να το πράξουν. Μπορεί να μην είχαν την τόλμη και το θάρρος να αναμετρηθούν με τον εαυτό τους. Μπορεί απλά να τεμπέλιαζαν, επαναπαυόμενοι σε θέσφατα και δόγματα ενός παρελθόντος κόσμου, προσδοκώντας την ανάσταση του και τη δική τους δικαίωση. 

Ως ανθρώπους τους συμπονώ. Βιώνουν τώρα μια κατάρρευση και μία συντριβή που δεν την εύχεσαι ούτε στον εχθρό σου. 

Ως πολιτικά υποκείμενα, ωστόσο, δεν βρίσκω, όσο και αν ψάχνω, καμία δικαιολογία, κανένα ελαφρυντικό που θα τους έκανε συμπαθείς στα μάτια μου. Αντιπροσώπευαν και αντιπροσωπεύουν ένα σκοτεινό, τρομακτικό και απάνθρωπο παρελθόν, το οποίο θέλησαν να αναβιώσουν εκμεταλλευόμενο το θυμικό και τη νοσταλγία πολλών. Διακινδύνευσαν την τύχη της χώρας και τη μοίρα πολλών γενεών, παίζοντας ζάρια με τον γεωπολιτικό της προσανατολισμό, τις διεθνείς συμμαχίες της, αλλά και το ίδιο το δημοκρατικό καθεστώς. Ήξεραν πολύ καλά και τι έκαναν και γιατί το έκαναν. 

Τώρα, μέσα στο ερειπιώνα που οι ίδιοι δημιούργησαν θρηνούν και πενθούν ολομόναχοι, παλεύοντας με φαντάσματα - φαντασιώσεις για νέα κινήματα, νέους αγώνες, νέα απάτητα κάστρα. Δυστυχώς για τους ίδιους, η πραγματικότητα, η κοινωνία, οι πολίτες, έχουν άλλα σχέδια, άλλες ελπίδες, άλλες προσδοκίες. 

Ίσως, αν και αργά, ήρθε η ώρα της αναμέτρησης, της αποτίμησης, της κριτικής και της αυτοκριτικής, πρώτα απ’ όλα του ίδιου τους του εαυτού. Κυνηγώντας αριστερές χίμαιρες μακριά δεν πηγαίνεις. Το πολύ - πολύ να πέσεις στον γκρεμό, στο βάθος του οποίου φαίνονται τα θολά, ξασπρισμένα γράμματα της λέξης «ουτοπία».