Black Box: Νέο «χτύπημα» Μπουρλά στη Θεσσαλονίκη. Ριζικό λίφτινγκ στης Kodak, μικρές business στα ακίνητα και τέλος στα πέτρινα χρόνια

Φοροαπαλλαγές της τάξεως των 7 εκατ. ευρώ λαμβάνει, υπό τη μορφή ενίσχυσης, η Pfizer για το διεθνές κέντρο επιχειρησιακών λειτουργιών και υπηρεσιών που έχει δημιουργήσει στη Θεσσαλονίκη. Πρόκειται για επένδυση συνολικού προϋπολογισμού 125 εκατ. ευρώ, με τα 7 εκατ. ευρώ να αντιπροσωπεύουν το 35% των ενισχυόμενων δαπανών ύψους 20,2 εκατ. ευρώ. Το εν λόγω ποσό αφορά στο μισθολογικό κόστος 280 νέων θέσεων εργασίας που σχετίζονται με τη λειτουργία του νέου κέντρου της Pfizer.

Όσον αφορά το επενδυτικό σχέδιο της φαρμακοβιομηχανίας ύψους 125 εκατ. ευρώ αντιστοιχεί στις κεφαλαιουχικές δαπάνες ανακαίνισης κτιρίων, αγοράς εξοπλισμού και εγκατάστασης ψηφιακών υποδομών. Όπως και στις λειτουργικές δαπάνες, σε επίπεδο δεκαετίας, ύψους 117,1 εκατ. ευρώ οι οποίες περιλαμβάνουν δαπάνες μισθοδοσίας, έξοδα μετακίνησης εργαζομένων, δαπάνες διενέργειας εκπαιδευτικών προγραμμάτων, ενοίκια και δαπάνες διαχείρισης εγκαταστάσεων.

Με αφορμή τη συγκεκριμένη στρατηγική επένδυση να πούμε ότι η Θεσσαλονίκη έχει μετατραπεί σε κόμβο καινοτομίας, καθώς η Deutsche Telekom επέλεξε, πρόσφατα, την πόλη για να δημιουργήσει κέντρο Πληροφορικής. Αλλά και ο αμερικανικός τεχνολογικός όμιλος Cisco ίδρυσε τον Ιούνιο του 2020, το διεθνές κέντρο ψηφιακού μετασχηματισμού και ψηφιακών δεξιοτήτων στη Θεσσαλονίκη, που αποτελεί επένδυση άνω των 10 εκατ. ευρώ.

---

Ποιο ήταν ένα από τα σοβαρά ζητήματα που έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι εταιρίες κινητής όταν ξέσπασε η πανδημία; Η κατάρρευση των εσόδων από roaming, από τη λεγόμενη περιαγωγή που ήταν αποτέλεσμα της κατακρήμνισης των τουριστικών αφίξεων λόγω των lockdown. Σύμφωνα, δε, με έρευνα που είχαν, τότε, δημοσιεύσει οι Financial Times, παγκοσμίως η κατάρρευση του τουρισμού θα μπορούσε να προκαλέσει απώλεια εσόδων ως και 25 δισ. για τις εταιρείες κινητής, δηλαδή περίπου το μισό από τις συνολικές τους ετήσιες εισπράξεις από τέλη περιαγωγής.

Ευτυχώς, τα πέτρινα χρόνια όσον αφορά τα της πανδημίας και το πλήγμα που προκάλεσε στα έσοδα από roaming φαίνεται να έχουν περάσει. Τουλάχιστον, αυτό φανερώνουν τα στοιχεία της Ένωσης Εταιριών Κινητής Τηλεφωνίας, βάσει των οποίων το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς, συγκριτικά με το αντίστοιχο  του 2021, τα έσοδα από περιαγωγή εκτοξεύθηκαν, καθώς αυξήθηκαν κατά σχεδόν 90%. Αυτή, λοιπόν, η αύξηση συμπαρέσυρε προς τα πάνω και τα συνολικά έσοδα των παρόχων από υπηρεσίες που αυξήθηκαν το πρώτο τρίμηνο κατά 3,5%, στα 458 εκατ. ευρώ.

Σημειωτέον ότι πέρυσι, το κόστος των δεδομένων κινητής τηλεφωνίας, συγκριτικά με το 2020, υποχώρησε κάτω του 1 ευρώ ανά Gb. Εάν λάβουμε υπόψη ότι αυτό διαμορφωνόταν σε περίπου 8 ευρώ το 2015, γίνεται αντιληπτό ότι οι τηλεπικοινωνίες είναι το μόνο αγαθό που πάει κόντρα στον πληθωρισμό.
---

Αγνώριστο είναι το οικόπεδο-γωνία στην οδό Χειμάρρας όπου κάποτε βρίσκονταν οι εγκαταστάσεις της Kodak Express. Ο λόγος; Η εταιρεία Redex του ομίλου Κοπελούζου έχει ολοκληρώσει, σχεδόν, την κατεδάφιση των κτιρίων που φιλοξενούσαν για πολλές δεκαετίες την έδρα της εταιρείας παραγωγής προϊόντων σχετικών με τη φωτογραφία.

Ως γνωστόν, το ακίνητο που αποτελείται από 17 στρέμματα μαζί με τα κτίρια που κατεδαφίστηκαν αγόρασε τον χειμώνα του 2021 η κοινοπραξία Brook Lane - Noval Property, προσφέροντας 28,5 εκατ. ευρώ. Στο οικόπεδο οι δύο εταιρείες θα κατασκευάσουν υπερσύγχρονο κτίριο γραφείων περίπου 50.000 τετραγωνικών μέτρων, το οποίο θεωρείται «φιλέτο», μεταξύ άλλων, εξαιτίας της γειτνίασής του με την Αττική Οδό, τον προαστιακό σιδηρόδρομο και κομβικές αρτηρίες, όπως η Λεωφόρος Κηφισίας.

Το project θα απαιτήσει της τάξεως των 50 εκατ. ευρώ (77 εκατ. ευρώ περιλαμβανομένου και του τιμήματος αγοράς της γης, το οποίο αναμένεται να καταβληθεί μέχρι το τέλος του 2021). Η Noval όμως, θα επενδύσει 24,5 εκατ. ευρώ ποσό που προέρχεται από τη συμμετοχή της κατά 50% στην κοινοπραξία.

---

Το real estate είναι ένας από τους τομείς που υπέστη ελάχιστες, σχεδόν, επιπτώσεις λόγω της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία. Εκτός λοιπόν, από τις μεγάλες επενδύσεις, πολλοί μικροαποταμιευτές επιλέγουν τα ακίνητα για να τοποθετήσουν τις οικονομίες τους. Κι αυτό όχι μόνο για να προστατεύσουν τη ρευστότητά τους, έναντι του πληθωρισμού, αλλά κι επειδή ξέρουν ότι η αγορά ανεβαίνει και θα εξακολουθήσει, έχοντας καταφέρει να παραμείνει αλώβητη τα απανωτά χτυπήματα του κορωνοϊού, του αυξημένου κόστους κτλ.

Κι ενώ έχουν καταφέρει να ανέβουν τον Γολγοθά που λέγεται μεταβίβαση ακινήτου -παρά τις φιλότιμες προσπάθειες για ψηφιοποίηση της διαδικασίας-κι έχουν φτάσει στη φάση των συμβολαίων, έρχεται η ώρα να κάνουν τη λεγόμενη μεταγραφή του ακινήτου στο υποθηκοφυλακείο. Κι εκεί τους περιμένει άλλος Γολγοθάς.

Σε πολλά από τα υποθηκοφυλακεία της χώρας, λόγω μαζικών αιτήσεων συνταξιοδότησης και αποχωρήσεων (μετά τη συγχώνευσή τους με το κτηματολόγιο, ο όγκος δουλειάς έχει πολλαπλασιαστεί σε τέτοιο βαθμό που πολλοί επιλέγουν να παραιτηθούν ή να μεταταγούν), η ουρά αποτελεί νόμο. Αποτέλεσμα; Η ειδικότητα του διεκπεραιωτή έχει επανέλθει δυναμικά. Η ανάθεση της υποβολής αίτησης μεταγραφής σε τρίτο είναι μονόδρομος για να αποφύγει κανείς την πολύωρη αναμονή, υπό τον καυτό ήλιο. Κάτι πρέπει να γίνει και για το συγκεκριμένο ζήτημα.

---

H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αύξησε το καταθετικό της επιτόκιο περισσότερο απ' ότι αναμένονταν, κατά 50 μονάδες βάσης την Πέμπτη, επιστρέφοντας το στο 0% και βάζοντας τέλος στην περίοδο των αρνητικών επιτοκίων, αλλά και στην καθοδήγηση της αγοράς.
Η ΕΚΤ ανακοίνωσε το νέο εργαλείο ΤΡΙ (Transmission Protection Instrument) για να ελέγχει τα spreads των ομολόγων στην ευρωζώνη στον ανοδικό κύκλο επιτοκίων.

Η ΕΚΤ πρέπει να ισορροπήσει πάνω σε τεντωμένο σχοινί, να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό και να αποφύγει την ύφεση. Με τον υψηλό πληθωρισμό να επιταχύνεται πιθανότατα τους επόμενους μήνες, η ΕΚΤ θα διατηρήσει τις ταχείς αυξήσεις επιτοκίων μέχρι αυτά να φτάσουν σε ουδέτερα επίπεδα, εκτιμά η UBS. Βλέπει νέα αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης τον Σεπτέμβριο που θα ακολουθηθεί από αυξήσεις των 25 μβ τον Οκτώβριο και τον Δεκέμβριο.

Αν η ευρωζώνη αποφύγει την ύφεση τον χειμώνα, τότε υπάρχουν περιθώρια για περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων το 2023. Όμως, αν οι ήδη σημαντικοί κίνδυνοι οικονομικής επιβράδυνσης γίνουν πραγματικότητα, τότε η ΕΚΤ θα σταματήσει να ανεβάζει τα επιτόκια τον Δεκέμβριο, εκτιμά η UBS.

Όσο για το νέο εργαλείο ΤΡΙ, η έλλειψη ορίων στο μέγεθός του και συγκεκριμένων δημοσιονομικών στόχων θα παρέχουν στήριξη στα spreads των ομολόγων. Ωστόσο, η διακριτικότητα για το πότε θα ενεργοποιηθεί μπορεί να επιτρέψει σημαντικές απώλειες στα ομόλογα της περιφέρειας και η UBS συστήνει επιφυλακτική στάση στα assets της περιφέρειας της ευρωζώνης, δεδομένου του ρίσκου ύφεσης στην Ευρώπη.

Εκτιμά ότι η εγκατάλειψη του forward guidance από την ΕΚΤ θα εντείνει τη μεταβλητότητα στα επιτόκια πριν από τις επόμενες συνεδριάσεις της, καθώς οι επενδυτές θα προσπαθούν να μαντέψουν το μέγεθος των επόμενων αυξήσεων.

Όπως ανακοίνωσε η ΕΚΤ, το μέγεθος του TPI δεν θα έχει όρια και θα εξαρτάται από την έκταση του κινδύνου που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Η χρησιμοποίηση του ΤΡΙ θα είναι ανοιχτή για όλες τις χώρες με περιορισμένη αιρεσιμότητα. Για να δύνανται να συμμετέχουν, οι χώρες θα πρέπει να ικανοποιούν τέσσερα κριτήρια.

Η ΕΚΤ θα είναι η μόνη που θα αποφασίζει: Πρώτον, θα πρέπει να συμμορφώνονται με το δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ, δεύτερον θα πρέπει να μην έχουν σοβαρές μακροοικονομικές ανισορροπίες, τρίτον θα πρέπει να έχουν βιώσιμο προϋπολογισμό και τέταρτον βιώσιμες μακροοικονομικές πολιτικές.

---

Το αμερικανικό Κογκρέσο προχωρά με πολύ αργούς ρυθμούς την ετοιμασία και την οριστική ψήφιση του νομοσχεδίου που προβλέπεται να δώσει οικονομική ενίσχυση περίπου 52 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις επιχειρήσεις του κλάδου της βιομηχανίας μικροεπεξεργαστών, προκειμένου να τις ενθαρρύνει να κατασκευάσουν νέες παραγωγικές εγκαταστάσεις εντός των ΗΠΑ, αλλά οι Κινέζοι τρέχουν όλο και πιο γρήγορα, παρά τους πολύ αυστηρούς περιορισμούς που έχουν επιβάλλει οι αμερικανικές αρχές στην αποστολή μηχανημάτων προηγμένης τεχνολογίας στους κινέζους κατασκευαστές μικροεπεξεργαστών.

Δεν έχουν περάσει πολλές μέρες από τότε που ασχοληθήκαμε με την προσπάθεια των ΗΠΑ να πείσει την ολλανδική ASML να σταματήσει να πουλά κάποιες από τις μηχανές της σε κινεζικές εταιρείες (https://www.liberal.gr/news/o-polemos-diarkeias-ton-mikroepexergaston/459390). Την Πέμπτη που μας πέρασε, από ρεπορτάζ του Bloomberg μάθαμε, πως η μεγαλύτερη κινεζική εταιρεία κατασκευής μικροεπεξεργαστών, η οποία κατασκευάζει τα microchips για λογαριασμό πελατών της, εξέπληξε την παγκόσμια αγορά με την πρόοδό της.

Το πρακτορείο ανέφερε πως, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του, η Semiconductor Manufacturing International  Corp (SMIC), παρουσίασε μικροεπεξεργαστές της τεχνολογίας των 7 νανομέτρων, ενώ οι περισσότεροι παρατηρητές υπέθεταν πως ακόμα βρίσκεται στην τεχνολογία των 14 νανομέτρων, δηλαδή δύο γενιές τεχνολογίας πίσω. Εδώ πρέπει να υπενθυμίσουμε πως η καλύτερη τεχνολογία είναι αυτή που παράγει τους μικρότερους δυνατούς μικροεπεξεργαστές, οι οποίοι έχουν και περισσότερες δυνατότητες από τα microchips μεγαλύτερου μεγέθους.

Η εξέλιξη αυτή, που μάλλον δεν αποτελεί απλή φήμη, δημιουργεί μεγάλες αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα των αμερικανικών κυρώσεων, αφού η αμερικανική κυβέρνηση έχει απαγορεύσει την – χωρίς ειδική άδεια – πώληση στην Κίνα εξοπλισμού που μπορεί να χρησιμεύσει στην παραγωγή μικροεπεξεργαστών με τεχνολογία μικρότερη των 10 νανομέτρων. Η πρόοδος που σημειώνει η SMIC δείχνει πως ο περιορισμός της τεχνολογικής ανάπτυξης της Κίνας είναι πολύ δύσκολη υπόθεση.

Αν η κινεζική επιχείρηση, ή άλλες συνάδελφοί της εντός Κίνας έχουν ήδη προοδεύσει τόσο πολύ, θα μπορούν σε λίγο να παράξουν μικροεπεξεργαστές πολύ πιο υψηλής τεχνολογίας και να εφοδιάσουν με αυτά τους πελάτες τους μέσα στην Κίνα, όπως ας πούμε η υπό διωγμό Huawei, ή να τους πουλήσουν σε πελάτες τους στην Ρωσία, το Ιράν και άλλες χώρες των οποίων την πρόσβαση σε προηγμένους μικροεπεξεργαστές προσπαθούν να περιορίσουν οι ΗΠΑ.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, το τεχνολογικό προβάδισμα των μεγάλων εταιρειών της Ταϊβάν και της Νοτίου Κορέας απέναντι στην SMIC είναι πλέον της τάξεως των τεσσάρων ετών, ενώ μέχρι πριν λίγο εκτιμάτο κοντά στην δεκαετία.

Όπως λένε και οι σχολιαστές των αγώνων της Formula 1, οι καθρέφτες τους είναι γεμάτοι με την εικόνα της SMIC. Έτσι όπως πάμε, οι κυρώσεις μπορεί σε λίγο να μην έχουν καμία πλέον χρησιμότητα.

---

Οι συνιδρυτές του Three Arrows Capital (που κατέρρευσε με χρέη άνω των $3.5 δισ. από υψηλή μόχλευση) Zhu Su και Kyle Davies σε συνέντευξη στο Bloomberg δήλωσαν ότι το αντισταθμιστικό κεφάλαιο είχε τοποθετηθεί για μια αγορά που «δεν συνέβη τελικά» και «η όλη κατάσταση είναι λυπηρή». Οι επενδυτές δήλωσαν ότι μετακόμισαν από την Σιγκαπούρη, στο Ντουμπάι για να αποφύγουν τους «τρελούς επενδυτές κρυπτονομισμάτων που τους εξαπέλυαν απειλές θανάτου».

«Η όλη κατάσταση είναι λυπηρή», είπε ο Kyle Davies στο Bloomberg, «πολλοί άνθρωποι έχασαν πολλά χρήματα» προσέθεσε. Ο Zhu ανέφερε: «Τοποθετηθήκαμε σε μια κατεύθυνση αγοράς που τελικά δεν συνέβη». Οι δύο επενδυτές είχαν επινοήσει το sypercycle, δηλαδή μια κατεύθυνση που οι αγορές των κρυπτονομισμάτων θα κινούνταν μόνο ανοδικά, και δεν θα υπήρχαν σημαντικές διακυμάνσεις.  

Το 3AC διαχειρίζονταν δισεκατομμύρια δολάρια ως ένα από τα hedge funds με υψηλό προφίλ, πριν καταρρεύσει το οικοσύστημα Terra και το κρυπτονόμισμα luna. Το αντισταθμιστικό κεφάλαιο υπέβαλε αίτηση πτώχευσης νωρίτερα αυτόν το μήνα. Τα δικαστικά έγγραφα που δημοσιεύθηκαν τη Δευτέρα από τους εκκαθαριστές του 3AC - και αργότερα διαγράφηκαν - δείχνουν ότι το 3AC χρωστούσε 3,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε 27 εταιρείες κρυπτονομισμάτων. Οι ιδρυτές εξήγησαν στη συνέντευξη πως όλες οι μεγάλες τους επενδύσεις, δηλαδή το Terra Luna, το Grayscale Bitcoin Trust και το staked Εther εξελίχθηκαν πολύ άσχημα. «Αυτό που δεν καταλάβαμε ήταν ότι το luna μπορούσε να πέσει στο πραγματικό μηδέν μέσα σε λίγες μέρες», είπε ο Zhu.

Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.