Της Μαριάννας Σκυλακάκη
Περισσότεροι από 210.000 πολίτες συμμετείχαν χθες στην προκριματική εκλογή για την ανάδειξη του νέου επικεφαλής της κεντροαριστεράς - ξεπερνώντας κατά πολύ τις προσδοκίες που είχαν διαμορφωθεί. Το γεγονός ότι στο δεύτερο γύρο περνούν η Φώφη Γεννηματά και ο Νίκος Ανδρουλάκης, αποτελεί τρανταχτή απόδειξη ότι το ΠΑΣΟΚ παραμένει μια δύναμη υπολογίσιμη στην Ελλάδα του 2017. Η εξέλιξη έχει βέβαια πολλές ερμηνείες, όπως έχει και μια σειρά από επιπτώσεις.
Για αρχή, είναι μια εξέλιξη κακή για τον ΣΥΡΙΖΑ: δημιουργεί μια ελκυστική εναλλακτική για σοσιαλιστές ψηφοφόρους, οι οποίοι μπορεί να έβρισκαν ένα φορέα με πιο κεντρώο/φιλελεύθερο αρχηγό λιγότερο φιλόξενο. Αντίστοιχα, είναι μια καλή εξέλιξη για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, καθώς οι κεντρώοι ψηφοφόροι που ενδεχομένως να απωθούνται από το δεξιό προφίλ κάποιων στελεχών της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και κάποιες απ'' τις πιο δεξιόστροφες επιλογές των τελευταίων μηνών, δεν θα νιώσουν το ίδιο άνετα σε ένα "νέο ΠΑΣΟΚ", όσο θα ένιωθαν με τον Γιώργο Καμίνη ή τον Σταύρο Θεοδωράκη στο πηδάλιο.
Βέβαια, ουδέν καλόν αμιγές κακού, καθώς οι δύο τελευταίοι θα ήταν πιο "φυσικοί" κυβερνητικοί εταίροι για τη ΝΔ, σε μια μάλιστα συγκυρία κρίσιμη, κατά την οποία, λόγω της προεδρικής εκλογής το 2019, ένας κυβερνητικός συνασπισμός θα είναι εξ ορισμού πιο ασταθής. Επιπροσθέτως, αν δεν αλλάξει ξανά ο εκλογικός νόμος, οι μεθεπόμενες εκλογές με απλή αναλογική λειτουργούν ως "τυράκι αστάθειας", καθώς τα μικρότερα κόμματα έχουν πολλά να κερδίσουν απ'' το νέο αυτό σύστημα, θα θέλουν λοιπόν να φτάσουμε στο νέο καθεστώς όσο το δυνατόν γρηγορότερα, και με το μικρότερο για τα ίδια κόστος από πλευράς κυβερνητικών ευθυνών.
Από την άλλη, το γεγονός ότι θα είναι ευκολότερο για τη ΝΔ να αλιεύσει ψηφοφόρους από το κέντρο αυξάνει τις πιθανότητες για αυτοδυναμία, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει, παράλληλα με τις επιθέσεις στη Νέα Δημοκρατία, να περιορίσει και τις διαρροές ψηφοφόρων του προς τον νέο κεντροαριστερό φορέα.
Για περισσότερα άρθρα από το αθηΝΕΑ, επισκεφθείτε το www.a8inea.com.