Το κοινοβουλευτικό «ακορντεόν» και η αριθμητική της συνταγματικής αναθεώρησης

Το κοινοβουλευτικό «ακορντεόν» και η αριθμητική της συνταγματικής αναθεώρησης

Του Νίκου Μηλαπίδη*

milapidisΜέσα σε συνθήκες κοινοβουλευτικής αναπηρίας και ηθικής κατάπτωσης, όπου οι κανόνες λειτουργίας της Βουλής και του Πολιτεύματος κατ' επέκταση γίνονται «ακορντεόν» για να χωρέσει η πλειοψηφία της «κοπτοραπτικής», ανάμεσα σε άλλα μείζονα, που η κοινή γνώμη παρακολουθεί με «κομμένη την ανάσα» για να μην εισπνεύσει την δυσωδία που εκπέμπει η σήψη του μεγαλύτερου μέρους του πολιτικού συστήματος, είναι και η ολοκλήρωση της α' φάσης της συνταγματικής αναθεώρησης.

Η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης μέχρι στιγμής, πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες κοινοβουλευτικής ομαλότητας, περισώζοντας έστω κατ' έλαχιστο το τρωθέν κύρος της Βουλής. Είναι «ηλίου φαεινότερο» ότι καμία αναθεώρηση του Συντάγματος δεν μπορεί να προστατέψει την ελληνική κοινωνία απ' όσα τραγελαφικά μας «σερβίρει» το πολιτικό σύστημα. Η θεσμική παρακμή που βιώνει η χώρα οφείλεται στην έλλειψη αξιοκρατίας, την ψηφοθηρία και τις φαύλες πρακτικές που επανέρχονται μπολιασμένες με όλο και πιο ισχυρά ως προς την διαβρωτική ικανότητα, υλικά.

Το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα η ολομέλεια της παρούσας Βουλής θα επιλέξει με την ψήφο της, ποιες διατάξεις θα προκριθούν ως αναθεωρητέες και άρα επεξεργάσιμες ως προς το περιεχόμενό τους στην β' φάση της αναθεώρησης, από τη νέα πλέον σύνθεση της Βουλής, όπως προκύψει μετά τις εθνικές εκλογές.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι λοιποί «ανεξαρτητοεξαρτώμενοι» υποστηρικτές του, δια του εισηγητή κ. Κατρούγκαλου, διατείνεται ότι η σημερινή Βουλή διαπιστώνει την ανάγκη αναθεώρησης, επιλέγει τις διατάξεις και τις προσδιορίζει ουσιαστικά ως προς το περιεχόμενο και κατεύθυνση. Πρόκειται για μια καινοφανή ερμηνεία του άρθρου 110 Σ, κόντρα στην αυστηρή διαδικασία των δυο φάσεων αναθεώρησης και των ειδικών πλειοψηφιών τριών πέμπτων και απόλυτης πλειοψηφίας (110 παρ. 2,3,4 Σ) που προβλέπει ο συνταγματικός νομοθέτης, που εξυπηρετεί προφανείς πολιτικές σκοπιμότητες. Επιχειρούν να δεσμεύσουν a priori την επόμενη Βουλή, ως προς το δικαίωμα επεξεργασίας και προσδιορισμού, όσων διατάξεων έχουν κριθεί -δια της ψήφου της σημερινής προτείνουσας Βουλής- αναθεωρητέες. Κι αυτό γιατί γνωρίζουν ότι με την μεσολάβηση των εκλογών, δεν θα διαθέτουν τις απαιτούμενες πλειοψηφίες για να προσδώσουν το επιθυμητό σε εκείνους, περιεχόμενο.

Ασφαλώς και δεν αποτελεί έκπληξη, η πρόσκαιρη εργαλειοποίηση και του Συντάγματος από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι στη συνταγματική ιστορία της χώρας και κυρίως στα χρονικά της μεταπολίτευσης δεν έχει καταγραφεί ποτέ, η άποψη ότι η απόφαση της πρώτης Βουλής να ορίσει κατεύθυνση δεσμεύει την δεύτερη αναθεωρητική Βουλή. Πραγματικές διαδικασίες αναθεώρησης είχαμε μετά το 1975, το 1986, το 2001, το 2008 και τώρα. Στις τρεις  προηγούμενες διαδικασίες αναθεώρησης, η πρώτη Βουλή που διαπίστωσε την ανάγκη, κατέγραψε τον αριθμό και τον κατάλογο των υπό αναθεώρηση διατάξεων και επιφύλαξε τον προσδιορισμό της κατεύθυνσης στην δεύτερη Βουλή.

Η κρατούσα θέση στην επιστημονική συζήτηση εξακολουθεί να είναι ότι η δεύτερη Βουλή διαθέτει την αρμοδιότητα να αποφασίζει σχετικά με τις αναθεωρητές διατάξεις. Δεσμεύεται μεν απέναντι στην προτείνουσα Βουλή (την σημερινή) ως προς τον κατάλογο των αναθεωρητέων διατάξεων και δεν μπορεί να τον υπερβεί. Δεν δεσμεύεται όμως, ως προς την κατεύθυνση και το περιεχόμενο των διατάξεων που θα υποστούν επεξεργασία.

Μια εντοπισμένη συνταγματική αναθεώρηση, με αντικείμενο τις αποδεδειγμένα προβληματικές διατάξεις του Συντάγματος παράγει κοινωνικό και πολιτικό έργο θετικού αθροίσματος, μόνο εάν υπάρχει εμπιστοσύνη και συναίνεση μεταξύ των κομμάτων. Μόνο τότε μπορεί να έχουμε 180 και παραπάνω ψήφους. Εάν δεν υπάρχει αυτό, πρέπει η αυξημένη πλειοψηφία των 180 να διατηρείται για τη δεύτερη Βουλή προκειμένου ή να επιτευχθεί εκεί συναίνεση, ή να ματαιωθεί η αναθεώρηση.

Τελικά και ενόψει εκλογών που αναβιώνει ο διπολισμός μηδενικού αθροίσματος, εάν δεν υπάρξει πραγματική συναίνεση, μια λύση για να διασωθεί η συνταγματική αναθεώρηση θα ήταν να προκριθούν με 151 ψήφους-όχι πάντως άνω των 179- όλες οι προτάσεις αναθεώρησης και η επόμενη Βουλή να καθορίσει με 180 ψήφους, το ακριβές περιεχόμενό τους.

* Ο κ. Νίκος Μηλαπίδης είναι Νομικός με ειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο.