Τι τρομάζει τον ΠΟΥ σχετικά με τα πιστοποιητικά «ανοσίας»

Τι τρομάζει τον ΠΟΥ σχετικά με τα πιστοποιητικά «ανοσίας»

Η ανάγκη των κυβερνήσεων να περιορίσουν την ζημιά στις οικονομίες τους και να ανοίξουν τα σύνορα στον τουρισμό, ελλοχεύει τον κίνδυνο να γυρίσει μπούμερανγκ. Το μήνυμα αυτό έστειλε χθες ο ΠΟΥ εκφράζοντας την κατηγορηματικά του αντίθεση στα λεγόμενα «διαβατήρια ανοσίας» και σε κάθε είδους παρόμοιας λογικής υγειονομικά πιστοποιητικά.

Στην πράξη ο ΠΟΥ βλέπει ότι τέτοιες πρακτικές τις οποίες προωθούν διάφορες κυβερνήσεις ενέχουν τον κίνδυνο να ξεσπάσει νωρίτερα ένας δεύτερος γύρος πανδημίας. Κι αυτό καμία μέχρι σήμερα έρευνα δεν έχει προσφέρει αδιάσειστα στοιχεία ότι κάποιος που νόσησε από τον ιό και μετά θεραπεύτηκε, δεν μπορεί να ξανανοσήσει. Το αντίθετο μάλιστα συμβαίνει, καθώς είναι πολλές οι περιπτώσεις ανθρώπων που παρότι είχαν αρχικά θεραπευτεί, στην πορεία υποτροπίασαν ξανά.

Ούτε νοείται επομένως «διαβατήριο ανοσίας», ούτε μπορεί να υπάρξει -με τα μέχρι στιγμής δεδομένα- κάποιο πιστοποιητικό που να εξαφανίζει τον κίνδυνο νέας μόλυνσης από τον κορονοϊό.

Εδώ λοιπόν έχουν ενδιαφέρον τα επιχειρήματα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας γιατί Κάτια τέτοιο δεν μπορεί να σταθεί επιστημονικά.

Ήδη εδώ και ημέρες το επιστημονικό του επιτελείο είχε θέσει σειρά προϋποθέσεων που πρέπει να υπάρχουν προκειμένου να "ανοίξουν" για τους τουρίστες τα σύνορα ενόψει του καλοκαιριού, αλλά και της προσπάθειας να χαλαρώσουν τα μέτρα, ώστε οι άνθρωποι να επιστρέψουν στην εργασία τους.

Σύμφωνα με τους ειδικούς του ΠΟΥ όταν κάποιος προσβληθεί από τον SARS-CoV-2 ξεκινά μια αυτόματη αντίδραση από διάφορα στοιχεία του ανοσοποιητικού συστήματος και ακολουθεί η διαδικασία παραγωγής αντισωμάτων.

Έρευνες έχουν δείξει ότι άνθρωποι που ανέρρωσαν, έχουν εξουδετερωτικά αντισώματα (τα αντισώματα που πολεμούν τον ιό), όμως σε πολύ χαμηλά επίπεδα, εκτιμώντας ότι η κυτταρική ανοσία μπορεί να είναι καθοριστική για την ανάρρωση.

Παρόλα αυτά, μέχρι και σήμερα π; τα μένει άγνωστο στην επιστημονική κοινότητα κατά πόσο τα παραγόμενα αντισώματα παρέχουν ανοσία έναντι του ιού σε όσους πέρασαν την νόσο.

Εργαστηριακά τεστ που ανιχνεύουν τα αντισώματα χρειάζονται περαιτέρω αξιολόγηση για την ακρίβειά τους, ώστε τα αποτελέσματά τους να είναι βάσιμα. Ανακριβή αποτελέσματα θα επηρεάσουν δυσμενώς τις προσπάθειες ελέγχου της νόσου.

Ταυτόχρονα, τα τεστ αυτά δεν προσδιορίζουν ακόμη αν τα αντισώματα αφορούν τον συγκεκριμένο κορονοϊό ή κάποιον από τους άλλους τέσσερις κορονοϊούς που κυκλοφορούν στη φύση και προκαλούν ελαφρά αναπνευστικά συμπτώματα.

Τα τεστ αυτά θα παρέχουν στοιχεία για την έκταση της προσβολής του πληθυσμού, όμως οι σχετικές μελέτες δεν διερευνούν αν ο πληθυσμός έχει ανοσοποιηθεί έναντι νέων μολύνσεων.

Γι΄ αυτό, δεν υπάρχει εγγύηση από ένα "διαβατήριο ανοσίας" ή "εκτός κινδύνου πιστοποίηση", επισημαίνει ο ΠΟΥ και προσθέτει πως "οι άνθρωποι που θα συμπεράνουν πως έχουν ανοσία, μπορεί να αγνοήσουν τα μέτρα δημόσιας υγείας και να αυξήσουν έτσι τον κίνδυνο μετάδοσης του ιού".

Στην Ελλάδα

Για το θέμα των "διαβατηρίων ανοσίας" έχουν τοποθετηθεί αρνητικά τόσο ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας, όσο και ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας Νίκος Χαρδαλιάς.

Από την επιστημονική πλευρά, ο κ. Τσιόδρας έχει επανειλημμένα εξηγήσει ότι απλώς εικάζεται πως ο ιός θα πρέπει να δίνει ανοσία ενός έτους, εντούτοις, έχει υπογραμμίσει πως αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί ακόμη.

Έχει τονίσει μάλιστα πως τέτοια πιστοποιητικά είχαν ζητηθεί κατά τους επαναπατρισμούς, από διάφορες χώρες, όμως οι επαναπατριζόμενοι παρέμεναν - παρά το πιστοποιητικό - και σε 14ημερη καραντίνα. Όμως μια τέτοια διαδικασία δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί στον Τουρισμό.

Από την άλλη πλευρά, ο κ. Χαρδαλιάς, με αφορμή συζητήσεις για τέτοιο "διαβατήριο" προκειμένου οι άνθρωποι να επιστρέψουν στην εργασία τους, είχε επισημάνει ότι η χώρα μας δεν θα προάγει τέτοιου είδους στιγματισμό.

Διαχείριση Τουρισμού

Υπενθυμίζουμε ότι ο ΠΟΥ Ευρώπης, παρέθεσε τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να ανοίξει μια χώρα τα σύνορά της και να δεχθεί τουρίστες άλλων χωρών.

Κεντρικά σημεία αποτελούν η ικανότητα του συστήματος υγείας να διαχειριστεί νέα κρούσματα και εισαγόμενα κρούσματα, αλλά και η τήρηση αυστηρά των κανόνων υγιεινής.