Πώς ο Κούνδουρος «φυγάδευσε» τον Ταρκόφκσι στη Δύση

Πώς ο Κούνδουρος «φυγάδευσε» τον Ταρκόφκσι στη Δύση

Του Γιώργου Μυλωνά

Τριάντα χρόνια συμπληρώνονται από την πτώση του τείχους και πληθαίνουν οι ιστορίες ανθρώπων που με τον ένα ή άλλο τρόπο κατόρθωσαν να σπάσουν το «σιδηρούν παραπέτασμα» και να περάσουν στη Δύση. Κάποιες από αυτές έμειναν στη συλλογική μνήμη, όπως η περίπτωση του μεγάλου Νουρέγιεφ που διέφυγε από τους σωματοφύλακες της KGB στο αεροδρόμιο Bourget και με ένα θρυλικό σάλτο, πραγματοποίησε το άλμα της ζωής του, αυτομολώντας στο Παρίσι. Δέκα χρόνια μετά, το 1972, ο δικός μας Νίκος Κούνδουρος, αυτοεξόριστος και περιπλανώμενος σε μεγάλες πόλεις της Ευρώπης (Παρίσι, Ρώμη, Λονδίνο, Μόσχα και Γενεύη), περιγράφει μια ιστορία που δεν έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό.

Αστικής καταγωγής – ο πατέρας του είχε διατελέσει υπουργός του Βενιζέλου -, ο Έλληνας κινηματογραφιστής ήταν απέναντι σε κάθε είδους ολοκληρωτισμό, συμπεριλαμβανομένου και του κομμουνιστικού. Με την αφορμή της μεγάλης έκθεσης που του αφιερώνει το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, δημοσιεύουμε μια ιστορία με πρωταγωνιστή τον ίδιο τον Κούνδουρο και τον κορυφαίο ομότεχνό του Ταρκόφσκι. Το νήμα που συνέδεσε τους δύο ήταν ο αγιογράφος Αντρέι Ρουμπλιόφ, τη ζωή του οποίου μετέφερε ο Ταρκόφσκι. Είναι μια ταινία στοχασμός πάνω στην τέχνη και την πνευματική αποστολή του καλλιτέχνη, η οποία βρήκε τοίχο επάνω στη σοβιετική λογοκρισία, καθώς στη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης οι τοιχογραφίες στη μονή Ανδρόνικοφ και σε άλλα μοναστήρια καταστράφηκαν, με το επιχείρημα ότι το νέο κράτος δεν θέλει Εκκλησία. Οι καταστροφές αυτές είναι από τις μεγαλύτερες συμφορές του πολιτισμού.

Να, λοιπόν, πώς περιγράφει ο Κούνδουρος τη «συνάντησή» του με τον μέγα σκηνοθέτη. «Έχουμε ετοιμαστεί για επιστροφή, όταν ξαφνικά χτυπάει την πόρτα του ξενοδοχείου ο Λαμπρινός, είναι σπουδαστής της Σχολής Κινηματογράφου της Μόσχας. Μιας σχολής θρυλικής όπου όλοι μεγάλοι Ρώσοι σκηνοθέτες, κληρονόμοι του Αϊζενστάιν, προσπαθούσανε να δημιουργήσουν μια νέα γενιά σκηνοθετών.

«Γεια σου σύντροφε» μου λέει, γεια σου του λέω και συνεχίζει: «Εδώ στη Σοβιετική Ένωση είμαστε υποχρεωμένοι να γνωρίσουμε ότι ένα σκληρό κράτος υπερασπίζεται μια σειρά από συμπεριφορές ξένες ίσως σ' εμάς, αλλά σεβαστές στις αρχές του κομμουνισμού. Δεν καταγγέλλω κανέναν και αν βρίσκομαι εδώ, είναι για έναν εντελώς συγκεκριμένο λόγο. Η αρμόδια επιτροπή του κόμματος απαγόρευσε την προβολή και κυρίως τη διακίνηση της ταινίας Αντρέι Ρουμπλιόφ του Ταρκόφσκι, για αιτίες που δεν κατάλαβα, η λογοκρισία του κινηματογράφου απαγόρευσε την προβολή της. Μπορεί να σεβόμαστε τη χώρα που μας φιλοξενεί αλλά οφείλουμε να διατηρούμε κάποιο δικαίωμα στην προσωπική μας αντίσταση. Με τη βοήθεια φίλων από τη σχολή κινηματογράφου τα καταφέραμε να κλέψουμε μια κόπια σε 35 millimetre της ταινίας. Έχω εδώ την ταινία σε τέσσερα μεταλλικά κουτιά. Σκεφτήκαμε με τους συμμαθητές να την παραδώσουμε σε Ευρωπαίους φίλους του έτσι κι αλλιώς πασίγνωστου σοβιετικού σκηνοθέτη. Οι τέσσερις μπομπίνες των εξακοσίων μέτρων είναι δύσκολο και επικίνδυνο να περάσουν από τα τελωνεία. Θέλω να σε παρακαλέσω να κρύψεις στις βαλίτσες σου τις δύο, τις άλλες δύο θα τις κρατήσω εγώ». Δέχτηκα χωρίς συζήτηση και τα δύο μεταλλικά κουτιά χωρέσανε ανάμεσα στα ρούχα μου στη βαλίτσα μου.

Στο τελωνείο δεν έγινε ιδιαίτερος έλεγχος και τα δύο μεταλλικά κουτιά με τη ζωή και το έργο του μεγάλου Ρουμπλιόφ μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα. Και μια παράξενη λεπτομέρεια, η ταινία του μεγάλου Ρουμπλιόφ σε μαυρόασπρο είχε αναπάντεχο αλλά ουσιαστικό τέλος. Το τέταρτο από τα τέσσερα κουτιά είχε έγχρωμο υλικό, πράγμα σημαντικό για τη βιογραφία ενός ζωγράφου. Η ταινία παίχτηκε σε όλη την Ευρώπη και ο Αντρέι Ρουμπλιόφ – ο μεγάλος Αντρέι Ρουμπλιόφ – έγινε παγκόσμιος μύθος και ο σκηνοθέτης Ταρκόφσκι κατέκτησε μια περίοπτη θέση στην παρουσία του σοβιετικού κινηματογράφου σε όλο τον κόσμο, αυτοεξορίστηκε στην Ιταλία και πέθανε λίγα χρόνια αργότερα.

Ποτέ δεν έμαθα πως η σοβιετική λογοκρισία αντιμετώπισε αυτή την τολμηρή κίνηση, που να ''ναι καλά ο σπουδαστής της Σχολής Κινηματογράφου της Μόσχας που τόλμησε να ξεπεράσει και στην περίπτωση να πολεμήσει ένα καθεστώς αμφισβητούμενης ελευθερίας».

Η ιστορία έχει περίεργα γυρίσματα. Ο Κούνδουρος επέστρεψε στη Σοβιετική Ένωση και μάλιστα γνώρισε το τέλος του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού στη διάρκεια της ταινίας που πραγματοποιούσε στη Γιάλτα για τον Byron. Εκεί, ο Έλληνας δημιουργός οραματίστηκε και έστησε το δικό του Μεσολόγγι, μια μνημειακή εγκατάσταση με πρωταγωνιστή ένα ολόκληρο χωριό Τατάρων. Λίγο πιο πέρα, κρυβόταν ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ παίρνοντας μαζί του το άστρο της σοβιετικής δημοκρατίας.