Λαϊκισμός στις Η.Π.Α: «Mind the gap»!

Λαϊκισμός στις Η.Π.Α: «Mind the gap»!

Του Σωτήριου Σέρμπου*

Το τελευταίο διάστημα είναι έκδηλη η ανησυχία αναλυτών και αρθρογράφων για την άνοδο του λαϊκισμού στη Δύση. Με αφορμή τόσο τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ και το προφίλ της υποψηφιότητας του Donald Trump, όσο και το συνεχιζόμενο οπισθοδρομικό λαϊκισμό που διέπει την πολιτική δράση ορισμένων εκ των ηγετών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αλήθεια είναι πως παρουσιάζει ειδικό ενδιαφέρον να φωτίσουμε όψεις των πολιτικών που ακολουθήθηκαν και συνέβαλαν στην άνοδο του λαϊκισμού. Τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη. Συζητώντας πρώτα για την περίπτωση των ΗΠΑ και σε επόμενο άρθρο για εκείνη της Ε.Ε. με έμφαση στις ορατές διαφορές που συνεχίζουν να διακρίνουν τις δύο πλευρές του Ατλαντικού (φερειπείν ας μη συγχέουμε τη μία οικονομία των ΗΠΑ με τις «πολλές» οικονομίες της Ε.Ε.).

Προετοιμάζοντας τον Trump

Αφετηρία της σύντομης ανάλυσης είναι η αναγνώριση πως το μείζον πολιτικό πρόβλημα στη Αμερική αφορά τις διευρυνόμενες κοινωνικές ανισότητες και τις προκλήσεις που τα αποκλεισμένα στρώματα της κοινωνίας θέτουν (ή πρόκειται να θέσουν) στο σύστημα εξουσίας. Στις ΗΠΑ, το τριγωνικό σχήμα δικομματικό σύστημα – Γερουσία – Ανώτατο Δικαστήριο λειτουργεί ως μια μορφή ελέγχου επί της δημοκρατίας, δηλαδή ως μέσο ελέγχου των ελίτ και συμβιβασμού των ανταγωνιστικών συμφερόντων. Με αυτόν τον τρόπο διοχετεύεται η αναγκαία πολιτική ποικιλομορφία της χώρας μέσω της ανάδειξης εκπροσώπων (κυρίως μέλη της ανώτερης τάξης με υψηλή μόρφωση, υπέρμαχοι του συστήματος και της παγκοσμιοποίησης) που εκπροσωπούν τους θεσμούς και ασκούν δυσανάλογο έλεγχο όσον αφορά τις ιδέες που θα εκφραστούν. Αυτό σημαίνει ότι συγκεκριμένες ιδεολογίες και θεωρίες περιθωριοποιούνται στον πολιτικό διάλογο και οι ψηφοφόροι επιλέγουν το μικρότερο κακό. Η πρακτική που ακολουθείται είναι ως ένα βαθμό προσχηματική, υπονοώντας ότι αυτό είναι ωφέλιμο τόσο για τη δημοκρατία (καθώς είναι οι ελίτ που μάλλον διαθέτουν τη σοφία που δεν κατέχουν οι λαϊκιστές), όσο και για τον μέσο πολίτη που κινδυνεύει να πέσει θύμα τους. Τουτέστιν, κάποιες ιδέες και αρνητικά συμπτώματα καλό είναι να καταστέλλονται.

Από την άλλη πλευρά, σε περιόδου κρίσης (βλ. παρακάτω) το αφήγημα θα επιστρέφει με τη μορφή λαϊκιστών τύπου Trump ως «προδότες» της τάξης που εκπροσωπούν διακηρύττοντας ότι γνωρίζουν το σύστημα από μέσα κι έτσι μπορούν να το αλλάξουν τώρα που τόσο οι παραδοσιακές ελίτ όσο και οι ίδιοι οι θεσμοί έχουν εκτεθεί στα μάτια των πολιτών. Το λαϊκιστικό αφήγημα βρίσκει γόνιμο έδαφος στα χαμηλότερα εργατικά στρώματα και τους κοινωνικά αποκλεισμένους ως ομάδες ψηφοφόρων που αποτελούν άλλωστε και τους κύριους αποδέκτες των αρνητικών πλευρών της παγκοσμιοποίησης.

Στην πράξη, οι λαϊκιστές συνήθως απλά επισημοποιούν τη θέση των αποκλεισμένων ως συμμετέχοντες ψηφοφόρους που αποδέχονται πλέον την παρουσία τους στο σύστημα (ως αποκλεισμένοι) ψηφίζοντας λαϊκισμό. Κοντολογίς, φαινόμενα τύπου Trump ακόμα κι αν δεν υπήρχαν θα έπρεπε να έχουν εφευρεθεί. Κι αυτό ως απόρροια των πολιτικών επιπλοκών που δημιουργεί στο αμερικανικό μοντέλο η διευρυνόμενη ανισοκατανομή εισοδήματος.

Το βάρος των κοινωνικών ανισοτήτων

Από τη δεκαετία του 1990, η διαδικασία της κοινωνικής κινητικότητα στις ΗΠΑ έχει απολέσει τη δυναμική της σ' ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού. Πρόκειται για εξέλιξη που πληγώνει βαριά το αμερικανικό όνειρο. Όλα ξεκίνησαν λίγο νωρίτερα, τη δεκαετία του 1980 επί διακυβέρνησης Ronald Reagan. Οπότε και άρχισε η μείωση των πραγματικών μισθών που παρέμειναν παγωμένοι και οδήγησαν στη μεγάλη ανισοκατανομή του πλούτου. Τη δεκαετία του 1990, η ανισοκατανομή ενισχύθηκε εξαιτίας της ανόδου του χρηματιστηρίου και της αύξησης του εισοδήματος των μεσαίων στρωμάτων μέσω του λεγόμενου «αποτελέσματος πλούτου» (wealth effect) των νοικοκυριών (μετοχές, ακίνητα περιουσιακά στοιχεία), βελτιώνοντας έτσι τη σχετική τους θέση. Παρά τη μείωση των πραγματικών μισθών, το πρόβλημα δεν ήρθε στην επιφάνεια, καθώς το εργατικό δυναμικό χαμηλής ειδίκευσης συνέχιζε να έχει πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα. Ως εκ τούτου, οι σταθερά μειούμενες αποταμιεύσεις του αντιμετωπίζονταν μέσω του τραπεζικού δανεισμού.

Μάλιστα, από το 2000 και μετά η πιστωτική επέκταση «θέριεψε», με το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα να υποδέχεται αθρόα κεφάλαια από το εξωτερικό κι έτσι να συνεχίζει να παρέχει απλόχερα (με σαθρά κριτήρια) καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια στα χαμηλότερα στρώματα. Ενδεικτικά, οι τιμές των ακινήτων αυξήθηκαν κατά 70 - 80% την περίοδο 2001-2007. Παρακολουθώντας την αξία των περιουσιακών τους στοιχείων να εκτοξεύονται, οι ευάλωτες εισοδηματικά ομάδες θεωρούν πως τώρα διαθέτουν ασφαλιστική δικλείδα και αντίβαρο εξισορρόπησης στο ζήτημα των πραγματικών μισθών και του διαθέσιμου εισοδήματος τους.

Άρα, ενώ το πρόβλημα παραμένει υπαρκτό, καλύπτεται προσωρινά από τα ενυπόθηκα δάνεια υψηλού κινδύνου. Μέσω δηλαδή του χαλαρού τραπεζικού δανεισμού και των χαμηλών επιτοκίων κρατήθηκε σταθερό το επίπλαστο βιοτικό επίπεδο των χαμηλότερων στρωμάτων της αμερικανικής κοινωνίας. Τα συστατικά στοιχεία για την παρασκευή ενός πολιτικού τύπου Trump θα παρέμεναν στο ψυγείο μέχρι νεωτέρας…

Η ώρα της κρίσης!

Με τη χρηματοπιστωτική κρίση 2007-2009 το συσσωρευμένο πρόβλημα «έσκασε» (μεταξύ άλλων η επίσημη ανεργία διπλασιάστηκε και σκαρφάλωσε στο 9% –η ανεπίσημη ήταν αρκετά μεγαλύτερη). Οι κύριοι παράγοντες που οδήγησαν στην αύξηση την ανισοκατανομής εισοδήματος σχετίζονται με τον αντίκτυπο των –κατ'' ευφημισμό μόνο– πολιτικών οικονομικών της προσφοράς (επί προεδρίας Reagan απλώς μειώθηκαν οι φορολογικοί συντελεστές για τα ανώτερα στρώματα και αυξήθηκαν οι κρατικές δαπάνες, χωρίς όμως να προχωρήσουν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της παραγωγικής ικανότητας της οικονομίας) που άφησαν αφορολόγητο τον πλούτο από κοινού με την επίδραση της παγκοσμιοποίησης. Γεγονός που οδήγησε σε μείωση τους μισθούς των εργαζομένων χαμηλής ειδίκευσης, εξαιτίας των φθηνότερων εισαγωγών αλλά και της μεταφοράς εργασίας σε χώρες με χαμηλότερο κόστος εργασίας. Εξαιτίας της κρίσης, ο λογαριασμός για τα χαμηλότερα στρώματα έρχεται με αναδρομική ισχύ και είναι δυσβάσταχτος. Το χτύπημα είναι διπλό ως απόρροια του συνδυασμένου αντίκτυπου από τη ραγδαία πτώση των τιμών των ακινήτων και της απότομης αύξησης της ανεργίας.

Αρκεί να λάβουμε υπόψη μας πως, με την οικονομική κρίση, ο καθαρός πλούτος και η λογιστική θέση του μέσου νοικοκυριού στις ΗΠΑ υποχώρησαν κατά 32% (εξαιτίας της δραματικής μείωση των τιμών των ακινήτων, που αποτελούν και το κύριο περιουσιακό στοιχείο για τον μέσο Αμερικανό). Μέχρι την έναρξη της κρίσης, η οικονομική ανάπτυξη διατηρούνταν μέσω του δανεισμού (νοικοκυριά, κράτος, χρηματοδότηση πολεμικών επιχειρήσεων σε Αφγανιστάν και Ιράκ). Τα επίσημα στοιχεία από την Υπηρεσία Απογραφής των ΗΠΑ δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης. Για το έτος 2014, το φτωχότερο 20% των Αμερικανών έλαβε το 3,6% του εθνικού εισοδήματος (5,7% το 1974), την ίδια στιγμή που το ανώτερο 20% των Αμερικανών έλαβε σχεδόν το 50% του εθνικού εισοδήματος (κάτι λιγότερο από 40% το 1974). Αποτέλεσμα; Ο αποκλεισμένος αποστολέας του μηνύματος «mind the gap» (προσοχή στο κενό) θα αναζητήσει πολιτικό παραλήπτη… Εκείνον που θα εναντιωθεί στο κατεστημένο το οποίο και θεωρείται υπεύθυνο για τη συγκάλυψη των ενόχων που προκάλεσαν τη χρηματοπιστωτική κρίση. Σα να περίμενε από καιρό, ο «αντισυστημικός» Donald Trump δηλώνει παρών και καθόλα έτοιμος για να κηρύξει ανένδοτο αγώνα ενάντια στους «εσωτερικούς» και «εξωτερικούς» εχθρούς (παγκοσμιοποίηση, Wall Street, τρομοκρατία, μετανάστες κ.α.) που απειλούν την Αμερική και τους αποκλεισμένους ψηφοφόρους της.

Προσοχή στον Trump2!

Με βάση την ανάλυση που προηγήθηκε, αυτή είναι σε αδρές γραμμές η εκλογική πελατεία του Donald Trump. Ερεθίζοντας τα ανακλαστικά των προθύμων ψηφοφόρων και «τρέφοντας» τους γενικότερους φόβους τους για την αδυναμία, φθορά και εν τέλει καθίζηση και πτώση της Αμερικής. Αυτήν την πελατεία προσπαθεί να προσεταιριστεί και ο Γερουσιαστής Bernie Sanders των Δημοκρατικών που πλασάρεται ως αντίπαλο δέος του Trump. Ο ένας με αμετροεπή λαϊκισμό και άλλος με περισσότερο υπεύθυνο τρόπο κάνοντας αναφορά στο μέγεθος της έντονης διάβρωσης που έχει υποστεί το αμερικανικό όνειρο της σκληρής δουλειάς με αξιοπρεπή διαβίωση. Και οι δύο προσπαθούν να θέσουν επί τάπητος το ζήτημα, αφού αυτό έχει συμβεί και έχει πλέον «σκάσει» η δυσαρέσκεια των ασθενέστερων στρωμάτων. Το μέγεθος του προβλήματος από τις διογκούμενες κοινωνικές ανισότητες και ο αντίκτυπος τους στη συνεκτικότητα των ΗΠΑ είναι τέτοιες που και η Hillary Clinton (το αδιαφιλονίκητο φαβορί των Δημοκρατικών) θα χρειαστεί –υπό μια άλλη περισσότερο ορθόδοξη προσέγγιση– να το εντάξει στο πρόγραμμα της και να το επικοινωνήσει πολιτικά. Με έμφαση στις δεξαμενές των αναποφάσιστων και ανεξάρτητων ψηφοφόρων. Προκειμένου να αποφευχθεί μία απορρύθμιση (ενδεχομένως έως και εκτροπή) του αμερικανικού συστήματος από την εκλογή Trump.

Σε κάθε περίπτωση, αν και για σειρά λόγων δεν είναι πιθανή η εκλογή του Donald Trump στο προεδρικό αξίωμα [ακόμη κι αν τελικά καταφέρει (;) να λάβει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανικού Κόμματος], είναι το πολιτικό περιεχόμενο της υποψηφιότητάς του και τα ενδογενή αίτια που τη συνοδεύουν που μας απασχολούν. Τα οποία και επιβάλλεται να ληφθούν σοβαρά υπόψη από τα κέντρα εξουσίας στις ΗΠΑ. Πολύ περισσότερο από τον ίδιο τον 45ο Πρόεδρο και τις πολιτικές που θα κληθεί να εφαρμόσει μετά την ορκωμοσία του στις 20 Ιανουαρίου 2017.

Προσοχή λοιπόν διότι ο ιός έχει καταφέρει να περάσει στο σύστημα και είναι βέβαιο πως θα παρασύρει και άλλους πολιτικούς! Αν και συγκριτικά με την Ευρώπη το αμερικανικό κατεστημένο αντιμετωπίζει σαφώς καλύτερα τα θέματα που έχει μπροστά του, δεν είναι δεδομένο ότι η λαϊκή βάση θα συμπεριφερθεί εξίσου ώριμα και υπεύθυνα. Σε αυτήν την περίπτωση, η Αμερική ίσως αποδειχθεί επιρρεπής στο λαϊκισμό που επεκτείνεται. Ξεκινώντας από τη μεταπολεμική περίοδο, το ζήτημα της κοινωνικής κινητικότητας είναι τοποθετημένο στο σκληρό πυρήνα του αμερικανικού DNA και «πολύ σκληρό για να πεθάνει». Άλλωστε, το ίδιο ισχύει και για το ενδεχόμενο εμφάνισης ενός περισσότερου εξελιγμένου και βελτιωμένου λαϊκιστικού μοντέλου τύπου Trump… @Trump2_2020!

* Ο κ. Σωτήρης Σέρμπος είναι Επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.