Η υπερφορολόγηση υπονομεύει την ανάπτυξη

Η υπερφορολόγηση υπονομεύει την ανάπτυξη

Του Γιάννη Κουτσούκου*

Η φοροκεντρική πολιτική και η συνέχιση της λιτότητας, έχει οδηγήσει στην εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των Ελλήνων πολιτών. Αποτυπώνεται στην αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, τα οποία εκτινάχθηκαν στα 93 δισ., καθώς και στην αύξηση των οφειλών στα ασφαλιστικά ταμεία που εγγίζουν τα 20 δισ. 

Το προβλεπόμενο υπέρογκο πρωτογενές αποτέλεσμα του 2016 μόνο για πανηγυρισμούς δεν προσφέρεται, καθώς δεν προέρχεται από την ανάπτυξη, αλλά από πρόσθετους φόρους, την υπερφορολόγηση και την τεχνητή συγκράτηση δαπανών, όπως δείχνουν τα στοιχεία για την αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες που ανέρχονται σε 6,21 δισ.

Στην πραγματικότητα οι οφειλές του Δημοσίου προς τους Ιδιώτες είναι πολλαπλάσιες, καθώς οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων αφορούν μόνο τις εκκαθαρισμένες υποθέσεις (με έκδοση ΑΦΕΚ) ενώ στις ΔΟΥ εκκρεμούν χιλιάδες υποθέσεις με αιτήματα επιστροφής φόρων, κυρίως Φ.Π.Α.

Το φάντασμα του «κόφτη» πλανάται πάνω από την Κυβέρνηση και την αναγκάζει σε μεθοδεύσεις λογιστικού χαρακτήρα και τακτοποιήσεις για να αποφύγει την εφαρμογή του, σε βάρος  όμως της πραγματικής οικονομίας που στενάζει από έλλειψη ρευστότητας.

Η υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές αποτέλεσμα το 2016, σύμφωνα με τις προβλέψεις, κατά 1.032 δισ. ή 0,59% του ΑΕΠ είναι αποτέλεσμα επαχθών μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής και μάλιστα  υστερεί, καθώς αυτά τα μέτρα για το 2015 2016 σωρευτικά ανέρχονται στο ύψος των  7.273 δισ..

Το μέγεθος της υπερφορολόγησης για να επιτευχθεί το πρωτογενές αποτέλεσμα είναι πολύ μεγαλύτερο από την φαινομενική υπέρβαση του στόχου κατά 1 δισ., καθώς πρέπει να συνεκτιμηθεί ότι οι Κυβερνητικές προβλέψεις στο σκέλος των εσόδων έπεσαν έξω κατά 2,9 δισ. με την απώλεια εσόδων 1,3 δισ. από τα ANFA's – SMPs  και 1,6 δισ. από τις αποκρατικοποιήσεις.

Επίσης, πρέπει να συνυπολογιστεί και η αύξηση των πρωτογενών δαπανών κατά 916 εκατ., μεταξύ των οποίων τα 586 εκατ. της τροπολογίας για την επιχορήγηση του ΕΦΚΑ, προκειμένου να καλυφτεί η τρύπα της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης Κατρούγκαλου.

Κατά συνέπεια η φορολογική αφαίμαξη για την επίτευξη του αυξημένου πρωτογενούς πλεονάσματος υπερβαίνει τα 3,85 δισ. (2,9 απώλεια εσόδων + 916 εκατ. αύξηση δαπανών + 1,032 υπέρβαση στόχου).

Οφείλεται καθαρά στα μέτρα Δημοσιονομικής Προσαρμογής που έπληξαν όλες τις κοινωνικές ομάδες με πρόσθετους έμμεσους και άμεσους φόρους, αυξήσεις εισφορών, περικοπές συντάξεων, κλπ.

Τα ίδια φοροκεντρικά χαρακτηριστικά έχει και ο Προϋπολογισμός του 2017, καθώς το προβλεπόμενο πρωτογενές πλεόνασμα των 3,687  δισ. ή 2,0% του ΑΕΠ προέρχεται από την σωρευτική επίδραση των δημοσιονομικών μέτρων του 2015-2016-2017 της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, των 12,5 δισ. του 3ου Μνημονίου.

Σύμφωνα με την Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού τα δημοσιονομικά μέτρα για το 2017 ανέρχονται στα 4.011,4 δισ. από τα οποία 3.051 δισ. στα έσοδα και 960,4 εκατ. στις δαπάνες.

Από τα 3,1 δισ. στα έσοδα, τα 2,5 δισ. είναι νέοι φόροι που επιβάλλονται από 1-1-2017 και αφορούν: το φόρο εισοδήματος, την εισφορά αλληλεγγύης, την αύξηση Φ.Π.Α. στο 24%, τη φορολογία αυτοκινήτων, τον ΕΦΚ στα καύσιμα, το τέλος στη συνδρομητική τηλεόραση, το τέλος συνδρομητών σταθερής τηλεφωνίας, τον ΕΦΚ στο ζύθο, την αύξηση φόρου κατανάλωσης στα τσιγάρα, τον φόρος στον καφέ κ.λ.π..

Τα 960,4  εκατ. περικοπές δαπανών προκύπτουν από τις  νέες περικοπές για το 2017 που αθροίζονται σε 1.831,4 δισ. και αφορούν Συντάξεις και Κοινωνικά επιδόματα, αφαιρουμένων των παροχών 871 εκατ. (τα 571 εκατ. για το ΚΕΑ +300 για κοινωνικές δράσεις).

Η εκτίμηση ότι οι νέοι φόροι που επιβάλλονται από 1-1-2017 είναι περίπου 2,5 δις προκύπτει και από την προβλεπόμενη αύξηση του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων κατά 1,161 δισ. και των έμμεσων  φόρων κατά 1,335 δισ. (αύξηση ΦΠΑ 769 εκατ., φόρων κατανάλωσης 712 εκατ.).

Είναι να απορεί κανείς, πως με αυτή τη φορολογική επιδρομή στα εισοδήματα και την πραγματική οικονομία μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος για ανάπτυξη 2,8% το 2017.

Τα επιμέρους στοιχεία δεν επιτρέπουν αυτή την υπεραισιόδοξη εκτίμηση, καθώς οι προβλέψεις για Ιδιωτική Κατανάλωση +1,8 %, Δημόσια Κατανάλωση – 0,3% βρίσκονται πολύ χαμηλά, ενώ το κλίμα στην αγορά, τα λουκέτα, το ύψος της ανεργίας,  η χαμηλή ανταγωνιστικότητα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και η έλλειψη ρευστότητας δεν επιτρέπουν αυτή την αισιοδοξία. Ούτε βέβαια αυτή μπορεί να επέλθει από τη μικρή αύξηση του Π.Δ.Ε..

Χαρακτηριστική είναι η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και των καταναλωτών κατά 4,5 δισ. για τι 2015 σύμφωνα με τη ΕΛΣΤΑΤ.

Τις ίδιες επιφυλάξεις για το υπεραισιόδοξο αυτό σενάριο της ανάπτυξης, εκφράζει και το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής αναφερόμενο στις υφεσιακές επιδράσεις των προκυκλικών μέτρων.

Εξάλλου και η ίδια η Εισήγηση του Προϋπολογισμού αναγνωρίζει τις αβεβαιότητες και  τους κινδύνους. Ουσιαστικά πρέπει να «συνωμοτήσει το σύμπαν» για να επιτευχθούν οι στόχοι του Προϋπολογισμού.

Το υπεραισιόδοξο Κυβερνητικό σενάριο για το 2017, εκτός των οικονομικών δεδομένων και του κλίματος, έχει αντίπαλο τις Κυβερνητικές αμφιθυμίες, την πολιτική αβεβαιότητα, τους Κυβερνητικού τακτικισμούς και την αδυναμία του ετερόκλητου κυβερνητικού σχηματισμού να προσελκύσει επενδύσεις και να αξιοποιήσει ακόμα και αυτή την περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου.

Η αδυναμία της Κυβέρνησης να παρουσιάσει το νέο ΜΠΔΣ δίνει βραχυπρόθεσμο χαρακτήρα στις πολιτικές παρεμβάσεις και δηλώνει την αδυναμία για επαναδιαπραγμάτευση των όρων του μνημονίου με τους οποίους δέσμευσε τη Χώρα.

Δυστυχώς η Κυβέρνηση, αφού πρώτα ως αντιπολίτευση υπονόμευσε  την πορεία της χώρας, αυτοϋπονομεύθηκε με τις γνωστές αυταπάτες και τώρα είναι δέσμια των όσων συμφώνησε και υπόγραψε ο κ. Τσίπρας.

* Ο κ. Γιάννης Κουτσούκος είναι Βουλευτή Ηλείας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.