Η ώρα της πολιτικής αμνηστίας

Από τη στήλη αυτή έχουμε επιχειρηματολογήσει πάρα πολλές φορές πάνω στην ιδέα ότι οι πολιτικές ευθύνες αποδίδονται μόνο στην κάλπη γιατί όσες φορές η Βουλή λειτούργησε ως ανακριτής για τη διερεύνηση σκανδάλων, καμία ευθύνη δεν καταλογίστηκε σε πολιτικά πρόσωπα «πρώτης γραμμής». Αντιθέτως, η διαδικασία αυτή λειτούργησε ως εκλογίκευση της πολιτικής υστερίας του είδους που απομακρύνει την προσοχή των πολιτών από άλλα ζωτικά προβλήματα, με σημαντικότερα αυτά της Οικονομίας και της Παιδείας.

Είναι πολύ βολικές για το πολιτικό σύστημα οι Εξεταστικές Επιτροπές της Βουλής και τα Ειδικά Δικαστήρια: Γεμίζουν τη δημόσια σφαίρα ουρλιαχτά και δίνουν στους πολιτικούς την αφορμή του επιζητούν ώστε να μην τοποθετούνται για τα ζητήματα της καθημερινότητας που βασανίζουν τους Έλληνες.

Με κίνδυνο να στεναχωρήσουμε ιδεολογικούς συγγενείς και φίλους, την αυτοδυναμία των εκλογών του 2019 δεν την κέρδισε η υπόθεση Novartis. Οι Έλληνες απέρριψαν τον τρόπο διακυβέρνησης α λα ΣΥΡΙΖΑ. Απέρριψαν δηλαδή την αδαημοσύνη, την ατζαμοσύνη, την ιδεοληψία, την ανευθυνότητα στην εξουσία. Οι Έλληνες θέλαμε η Ελλάδα να πάει μπροστά υπερβαίνοντας τους διχασμούς του παρελθόντος. Αυτή ήταν και η βασική προεκλογική υπόσχεση της Νέας Δημοκρατίας, άλλωστε.

Όμως, αυτό το σημείωμα δεν αφορά το φιάσκο της υπόθεσης Novartis. Είμαστε από αυτούς που θυμούνται πολύ καλά όσα είχαν συμβεί το 1989 κι έτσι δεν περιμέναμε πολλά για την έκβασή της. Παρεμπιπτόντως, ελπίζουμε κάποτε, σε αυτή τη ζωή, να μάθουμε ποιοι είχαν παρασύρει τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στην απόφαση να οδηγήσει τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο.

Το σημείωμα αυτό αφορά ένα άλλο πολιτικό σκάνδαλο της πολύ πρόσφατης ιστορίας: Το αντισυνταγματικό και οδυνηρό δημοψήφισμα του 2015. Είναι η τελευταία φορά που εμείς πληκτρολογούμε, δημοσίως, τη λέξη «δημοψήφισμα» για να αναφερθούμε στα δραματικά γεγονότα εκείνου του Ιουλίου.

Μάλιστα, σε μια εντελώς συμβολική κίνηση, απενεργοποιήσαμε από τα κανάλια μας στα social media την επιλογή να μας θυμίζουν όσα γράψαμε από το διάστημα της 27ης Ιουνίου μέχρι και τις 10 Ιουλίου του 2015 κι αυτό γιατί είναι οδυνηρό να ξαναδιαβάζουμε τα σχόλια που κάναμε απελπισμένοι και κυρίως φοβισμένοι τότε.

Φυσικά δεν πρόκειται να ξεχάσουμε τίποτα, δεν ξεχνιούνται τα τραυματικά αυτά βιώματα, άλλωστε. Όμως σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είμαστε πεπεισμένοι ότι όταν το παρελθόν μετατρέπεται σε όπλο αντί να γίνεται αφορμή για να αναστοχασμό, ρίχνουμε πολύ χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών για το παρόν και το μέλλον μας.

Το πολιτικό σύστημα πρέπει να κάνει πολύ περισσότερα από το να κραδαίνει φαντάσματα: Άλλοι του Εμφυλίου, άλλοι του «βρώμικου '89» κι άλλοι του δημοψηφίσματος του 2015. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας προσωπικά πλήρωσαν την «αποκοτιά» του δημοψηφίσματος αυτού πολύ ακριβά: Έχασαν δια παντός την εμπιστοσύνη του κόσμου που τους ενδιαφέρει πάρα πολύ και χωρίς αυτόν θα δυσκολευτούν να ξανακυβερνήσουν και αναφερόμαστε, βέβαια, στον κόσμο του προοδευτικού κέντρου που θα προτιμά για καιρό την ασφάλεια της Νέας Δημοκρατίας από τον ψευδοαριστερό βολονταρισμό του ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν είναι μόνο ότι ο κ.Τσίπρας και τα πρωτοπαλίκαρά του δεν ζήτησαν ποτέ συγγνώμη για τον τρόπο που φέρθηκαν στους φιλελεύθερους. Είναι ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν τους δόθηκε η ευκαιρία να κλείσουν τα τραύματα του 2015, μας θύμισαν γιατί είναι απολύτως ακατάλληλοι να κυβερνούν αυτή τη χώρα. 

Ο κ. Τσίπρας και ο το κόμμα του έχουν τιμωρηθεί για τα καλά, λοιπόν. Το να συνεχίσουμε όμως εμείς να αναφερόμαστε με μένος στα γεγονότα του 2015 θα είναι σαν να τιμωρούμε τους εαυτούς μας γιατί έτσι, δίνουμε λόγους στα κόμματα, τη Νέα Δημοκρατίας και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ να είναι μέτρια και να χρησιμοποιούν τις έριδες ως προπέτασμα καπνού της ανεπάρκειάς τους.

Το δημοψήφισμα του 2015 δεν θα το ξεχάσουμε αλλά στο εξής δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα να χρησιμοποιήσει την ιστορική μνήμη ως όπλο. Να στρωθούν στη δουλειά όλοι, λοιπόν και να εργαστούν για το μέλλον της χώρας, αρκετά από τα προβλήματα της οποίας απαιτούν και ευρείες συναινέσεις. Οι μετριοπαθείς πολίτες δεν θα τους ακολουθήσουμε ποτέ ξανά στην υστερία της σκανδαλολογίας, των εξεταστικών επιτροπών και του διχασμού.