Η ευρωπαϊκή οικονομία έχει «πουντιάσει». Θα αρρωστήσει βαριά;

Του Κωνσταντίνου Βέργου*

Μέχρι πρόσφατα, η οικονομική κρίση και σήψη του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, που εδραιώθηκε με την πολιτική «περιθωριοποίησης - σκουπιδοποίησης» της μισής Ευρώπης, είχε μείνει στο οικονομικό επίπεδο, με χρεοκοπίες περιφερειακών κρατών και εταιρειών, συστηματικές απάτες από μεγάλες εταιρείες και χρηματιστηριακή πτώση των τιμών των ομολόγων και μετοχών. Τώρα όμως διαφαίνεται ότι το πρόβλημα παίρνει πολιτική διάσταση. Θα επιλυθεί όμως το πρόβλημα της Ευρώπης τώρα;

Ενώ οι ΗΠΑ βρίσκονται στον έκτο συνεχή χρόνο οικονομικής ανάκαμψης, με την ανεργία κάτω από 5% και την αγορά ακινήτων, μετοχών και ομολόγων σε ικανοποιητική πορεία, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε σοβαρή κρίση. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντί να υπάρξει μια πιο αλληλέγγυα αλλά και ανοιχτή οικονομία, υπήρξε ένας ιδιότυπος προστατευτισμός. Τα τελευταία έξι χρόνια, το οικονομικό μοντέλο που ακολουθήθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν εκείνο του προστατευτισμού κυρίως των βιομηχανικών κολοσσών που βρίσκονται πίσω από τη σημερινή πολιτική ηγεσία της Γερμανίας. Τα προβλήματα των περιφερειακών χωρών αντιμετωπίστηκαν με «τιμωρητική» διάθεση, ξεφεύγοντας από το πλαίσιο αλληλεγγύης που αποτελούσε αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακόμη και η «Ποσοτική Χαλάρωση» του κυρίου Draghi, που υποτίθεται ότι θα διοχέτευε ρευστότητα στις αδύναμες οικονομίες και υποτιμημένα ομόλογα, κατευθύνθηκε στις τσέπες των γερμανικών, γαλλικών και ολλανδικών μεγαλοτραπεζιτών. Όμως η οικονομική κρίση δεν λύθηκε. Διευρύνθηκε. Ενώ η Αγγλία, μόνη μεγάλη χώρα της Ε.Ε. εκτός ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ, με ανοικτό μοντέλο, ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό τους ισχυρούς αμερικάνικους ρυθμούς ανάπτυξης, η υπόλοιπη Ευρώπη έμεινε πίσω. Τυχαίο;

Η φτώχεια οδήγησε σε πολιτική αναστάτωση τις ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα κόμματα με ακραίες θέσεις, που αντιστρατεύονται τη λογική της ύπαρξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως ρατσιστικού τύπου, να ενισχύονται σημαντικά. Η πολιτική σκανδαλώδους ενίσχυσης των συμφερόντων, όμως, μιας χούφτας εταιρειών συνεχίστηκε. Η οικονομική πραγματικότητα δεν μπόρεσε όμως να καλυφθεί και άρχισαν να αποκαλύπτονται πλέον γιγαντιαία σκάνδαλα σε εταιρείες όπως της Volkswagen, της Siemens και της Deutsche Bank. Αντί να υπάρξει τιμωρητική πολιτική προς τους επιχειρηματίες που εμπλέκονται στα σκάνδαλα, όπως σε υγιή Καπιταλισμό, η Γερμανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έκλεισε βιαστικά και χωρίς εξήγηση τον «φάκελο Deutsche Bank» συγκαλύπτοντας τα σκάνδαλα LIBOR και αγοράς εμπορευμάτων (commodities). Προχτές όμως αποκαλύφθηκε ότι τα γερμανικά δικαστήρια θέλουν να εισάγουν μια νέα καινοτομία, να απαγορεύσουν (!) σε ξένα δικαστήρια να διεξάγουν δίκες οπουδήποτε εμπλέκονται γερμανικές εταιρείες, προσπαθώντας έτσι να συγκαλύψουν όλες τις γερμανικές εταιρείες που έχουν εμπλακεί επίσης σε σκάνδαλα όπως της Siemens και της Volkswagen! Εν ολίγοις, η πολιτική συγκάλυψης της Deutsche Bank ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου, μια πρόγευση του τι θα ακολουθήσει. Τώρα η γερμανική ηγεσία του κυρίου Schauble θέλει να συγκαλύψει με ένα «τεράστιο σεντόνι» όλα τα σκάνδαλα, όλες τις ακαθαρσίες των γερμανικών εταιρειών που τον στηρίζουν. Φαίνεται ότι η οικονομική αποσύνθεση έχει δώσει τη θέση της στην πολιτική αποσύνθεση. Ίσως καθόλου τυχαίο ότι χτες στη Γερμανία το κόμμα του κυρίου Schauble ηττήθηκε από την ανάδειξη πανίσχυρων ρατσιστικών κομμάτων. Όπου έστρωσε ο κύριος Schauble, θα κοιμηθεί, όμως η οικονομική και πολιτική σήψη είναι ένας λογαριασμός που θα τον πληρώσουμε όλοι εμείς οι Ευρωπαίοι πολίτες. Και φυσικά ούτε λόγος πλέον για αισιοδοξία για ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Πιθανότατα θα δούμε σημαντική μείωση θέσεων σε ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, καθώς αυξάνεται όχι μόνο το οικονομικό, αλλά και το πολιτικό, ρίσκο από τη σαπίλα, αφού φαίνεται να έρχεται αποκαθήλωση ακόμη και του κόμματος της κυρίας Merkel. Η πορεία των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων με τέτοιες πρωτοφανείς συγκαλύψεις οικονομικών σκανδάλων κορυφαίων ευρωπαϊκών εταιρειών, αλλά και με ανάδειξη ρατσιστικών κομμάτων παντού, θα είναι ένα χρηματιστήριο με διαβάθμιση Junk (σκουπίδια), όπως ακριβώς κατάντησε η Ευρώπη…

* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.

Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.