Η απέλαση του Μστιστλάβ Ροστροπόβιτς

Η απέλαση του Μστιστλάβ Ροστροπόβιτς

Ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς (1927-2007), άφησε ανεξίτηλα ίχνη στην τέχνη του 20ου αιώνα. Κορυφαίος ερμηνευτής με το βιολοντσέλο του, γύρισε όλο τον κόσμο, χαρίζοντας απλόχερα την ομορφιά στους αναρίθμητους θαυμαστές του. Διηύθυνε μεγάλες ορχήστρες, δίδαξε νέους ανθρώπους, κήρυξε τον ανθρωπισμό και όταν η πατρίδα του είχε ανάγκη υπεράσπισης τον Αύγουστο του 1991, πήρε ένα αυτόματο καλάσνικοφ και κλείστηκε μαζί με άλλους υπερασπιστές της νεαρής, τότε, ρωσικής δημοκρατίας στο κτίριο της κυβέρνησης, έτοιμος να δώσει τη ζωή του για την ελευθερία και την δημοκρατία. 

Το 1969, ανάμεσα σε λίγους υποστήριξε τον συγγραφέα Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, έγραψε μάλιστα και μία ανοιχτή επιστολή προς τον τότε γενικό γραμματέα του Κ.Κ.Σ.Ε. Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Ακολούθησε η ακύρωση των συναυλιών και των περιοδειών του στο εξωτερικό, μέχρι που το 1972 εγκλωβίστηκε οριστικά, μετά την άρνηση των αρχών να του χορηγήσουν διαβατήριο. 

Στις 18 Απριλίου 1974 ο γερουσιαστής Έντουαρντ Κένεντι, κατά τη διάρκεια επίσης επίσκεψής του στην Μόσχα μαζί με την σύζυγό του Τζοάν, παρέδωσε στον Μπρέζνιεφ επιστολή του Λ. Μπερνστέιν και πολλών άλλων καλλιτεχνών, με την οποία ζητούσαν από τις αρχές της Ε.Σ.Σ.Δ. να επιτρέψουν στον Ροστροπόβιτς να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Λίγο μετά την αναχώρηση του Αμερικανού γερουσιαστή, ο πρέσβης των ΗΠΑ στην ρωσική πρωτεύουσα, ενημέρωσε τον Ροστροπόβιτς πως οι αρχές του χορηγούν διαβατήριο, δήθεν για να κάνει μία μεγάλη περιοδεία στην Δύση, ενώ οι αμερικανικές αρχές θεώρησαν ήδη τη βίζα του. Ο μουσικός εγκατέλειψε την Ρωσία και το 1978 οι αρχές του στέρησαν την υπηκοότητα, την οποία ανέκτησε το 1990. 

Ας δούμε όμως πως περιγράφει ο ίδιος αυτό το επεισόδιο. 

* * *

Από την Μόσχα με απέλασαν στις 26 Μαΐου 1974. 

Στο τελωνείο μου τα πήραν όλα. 

- Είναι τα βραβεία μου, είπα στον τελωνιακό, ο οποίος ψαχούλευε τα βραβεία από τους διαγωνισμούς, το σήμα του βραβείου «Στάλιν». 

- Αυτά, πολίτη Ροστροπόβιτς, απάντησε ο τελωνιακός, δεν είναι δικά σας βραβεία, αλλά του κράτους. 

- Μα, να τα διεθνή βραβεία, τα οποία δεν είναι από χαλκό, αλλά από χρυσό. 

- Αυτά είναι πολύτιμα μέταλλα, τα οποία θέλετε να μεταφέρετε στο εξωτερικό! 

Μου άφησαν μόνο το σκυλί μου, τον Κούζια. Όταν φτάσαμε στην Αγγλία, άρπαξαν τον δυστυχή Κούζια και τον έκλεισαν σε ένα κλουβί. Τον έβαλαν σε καραντίνα. Για έξι μήνες. Εγώ πάλι, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο, παρά να τον επισκέπτομαι και να του πηγαίνω φιλέματα. Τον έσωσαν φίλοι μου. 

Μία ημέρα ξαφνικά, μου τηλεφώνησε ο Μαρκ Σαγκάλ και μου είπε:

- Στις 10 Σεπτεμβρίου θα γίνουν τα αποκαλυπτήρια του μωσαϊκού που έφτιαξα στην First American Bank στο Σικάγο. Θα μπορούσες να παίξεις Μπαχ στην τελετή; 

Δεν μπορούσα να αρνηθώ στον γέρο Μαρκ. Εισέπραξα την προκαταβολή, πήγα αεροπορικώς στο Σικάγο, μπήκα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου, άκουσα το τηλέφωνο να χτυπάει, σήκωσα το ακουστικό κι άκουσα μία γυναικεία φωνή: 

- Σλάβα, μπορεί να μην με θυμάστε, είμαι η χήρα του Τσέρι Βόρμπουργκ. Πέθανε πριν δύο χρόνια και λίγο πριν μου είχε πει: «Πρότεινε το βιολεντσέλο μας στον Ροστροπόβιτς. Αν δεν το αγοράσει θα μείνει για πάντα στην οικογένειά μας.  Ξέρω πως δεν μπορείτε να το αγοράσετε, μα σας τηλεφωνώ για να εκπληρώσω την τελευταία επιθυμία του συζύγου μου. 

Ένιωσα μία ανατριχίλα από την αναίδεια της και είπα: 

Η μοναδική ευκαιρία που έχετε να εκπληρώσετε την τελευταία επιθυμία του συζύγου σας, είναι να μου στείλετε αμέσως αυτό το βιολοντσέλο.

Λίγο πριν την έναρξη του κοντσέρτου, άνοιξε διάπλατα η πόρτα και στεκόταν ένας άνθρωπος, κρατώντας ένα Στραντιβάριους «Ντιουπόρ». 

Άρπαξα από τον λαιμό αυτόν τον θησαυρό και με τρεμάμενα πόδια, πήγα να παίξω. 

Σε μία μικρή αίθουσα, δίπλα στο τζάκι, έπαιξα την Τρίτη σουίτα του Μπαχ, τα πάντα έπλεαν μπροστά στα μάτια μου, τα χέρια μου τραγουδούσε το βιολοντσέλο μου... Το δικό μου βιολοντσέλο, γιατί είχα ένα φίλο, τον Πάουλ Σάχερ στην Ελβετία. Την επόμενη ημέρα τον επισκέφτηκα και του είπα: 

- Μπορείς να  μου προσφέρεις την ευτυχία της ζωής μου; 

Με ρώτησε: «Πόσα;» και αμέσως έγραψε μία επιταγή. Η αγορά έγινε έναντι ενός δολαρίου. Αυτή ήταν η παράδοση, όταν επρόκειτο για αγοροπωλησία ενός ανεκτίμητου πράγματος. Τα χρήματα που πλήρωσα δεν ήταν τίποτα. Το όργανο αυτό είναι περιουσία της ανθρωπότητας. Κι εγώ παίζω σε αυτό. 

Στην φωτογραφία ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς με τον σκύλο του Κούζια στην σκάλα του αεροπλάνου. Ο Κούζια ήταν ένα δώρο που έκαναν Καναδοί, ενθουσιασμένοι μετά από μία συναυλία του κατά την δεκαετία του ’60.