Του Παναγιώτη Γκλαβίνη*
Στις 20 Φεβρουαρίου, το Eurogroup αποφάσισε να στείλει την Τρόικα πίσω στην Αθήνα. Λίγες ημέρες αργότερα, η Τρόικα επέστρεψε, πλην όμως έφυγε γρήγορα χωρίς συμφωνία.
Το Eurogroup της 20ης Μαρτίου διαπίστωσε το αδιέξοδο και αποφάσισε την συνέχιση των διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες, όπου και παρέμειναν οι Έλληνες διαπραγματευτές, με σκοπό την επίτευξη μιας συμφωνίας επί των βασικών κατ' αρχήν σημείων.
Στο Eurogroup της 7ης Απριλίου επήλθε συμφωνία των θεσμών με την Ελληνική κυβέρνηση στα βασικά σημεία (α) της μείωσης της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% του ΑΕΠ το 2019 και (β) της αύξησης των φορολογικών εσόδων κατά 1% του ΑΕΠ το 2020 μέσω ανάλογης περικοπής του αφορολόγητου.
Πρόκειται ακόμη μια φορά για γνήσιες πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης, που επιβάλλουν περαιτέρω μειώσεις σε συντάξεις (αμέσως) και μισθούς (εμμέσως, δια της αύξησης της φορολόγησης). Οι πολιτικές αυτές, όμως, έχουν φτάσει στα όριά τους, όπως και όλες οι κυβερνήσεις που αναγκάστηκαν να τις νομοθετήσουν εδώ και 7 χρόνια. Απομένει να δούμε κατά πόσον η παρούσα κυβέρνηση θα καταφέρει να εφαρμόσει ένα ακόμη κύμα τέτοιων πολιτικών, μέχρι να έρθει το επόμενο, σε περίπτωση που η ελληνική οικονομία εξακολουθήσει να μην αναπτύσσεται, όπως με βεβαιότητα θα συμβεί όποια κι αν είναι η εξέλιξη στο Eurogroup του Μαΐου.
Εναλλακτικά, από τη στιγμή που καμιά κυβέρνηση δεν θα μπορεί πλέον να εφαρμόζει τέτοιες πολιτικές, η χώρα θα υποχρεωθεί να υποστεί τις συνέπειες μιας εξωτερικής υποτίμησης, ήτοι να εγκαταλείψει το Ευρώ, με αποτέλεσμα –χωρίς καμιά κυβέρνηση να υποχρεωθεί τότε να νομοθετήσει ο,τιδήποτε– οι μισθοί και οι συντάξεις να υποστούν μια αυτόματη περαιτέρω διόρθωση άνω του 30%, όσο δηλαδή και η υποτίμηση του νέου νομίσματος της χώρας σε σχέση με το Ευρώ.
Μια τέτοια εξέλιξη θα είναι τραγική για τη χώρα, η οποία –πλέον της εσωτερικής υποτίμησης– θα κληθεί να υποστεί και τις συνέπειες μιας εξωτερικής υποτίμησης, που θα έρθει την στιγμή ακριβώς που δεν θα απομένει πλέον λίπος στο σώμα της ελληνικής οικονομίας. Λόγος για τον οποίο η εξέλιξη αυτή θα πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία, εκτός των άλλων και γιατί θα πρόκειται για μια εθνική ήττα.
Για να γίνει, όμως, αυτό, η οικονομία θα πρέπει να φύγει γρήγορα στην ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο με την παρούσα κυβέρνηση είναι αδύνατο, όποια κι αν είναι η εξέλιξη της επικείμενης διαπραγμάτευσης. Και το γνωρίζουν καλά αυτό οι δανειστές μας, διότι τους το λένε οι ίδιοι οι επενδυτές τους, οι οποίοι αρνούνται να επενδύσουν στην Ελλάδα με την παρούσα κυβέρνηση.
Και το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι: αφού γνωρίζουν κάτι τέτοιο οι δανειστές μας, γιατί έδωσαν στην κυβέρνηση αυτή ένα ακόμη περιθώριο πολιτικού χρόνου να κλείσει αυτή την αξιολόγηση; Γιατί δεν επέτρεψαν σε μια νέα κυβέρνηση να αναλάβει να διασώσει ό,τι μπορεί πριν αποφασίσουν αν θα μας συμπεριλάβουν ή όχι στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική; Για πέντε λόγους:
Πρώτον, διότι δεν πιστεύουν ότι μπορούμε πλέον να σωθούμε με οποιαδήποτε κυβέρνηση. Το έχουν πάρει απόφαση ότι είμαστε μια χαμένη υπόθεση και γι' αυτό αδιαφορούν αν θα βγούμε στην ανάπτυξη.
Δεύτερον, διότι έχουν πάρει όλη την ιδιωτική περιουσία του ελληνικού Δημοσίου ως ενέχυρο, με αποτέλεσμα να μην φοβούνται ότι κάποια στιγμή δεν θα πάρουν πίσω και το τελευταίο ευρώ που μας δάνεισαν σε κεφάλαιο και τόκους. Στο σημείο αυτό, μάλιστα, έχουν ακόμη λαμβάνειν. Δεν έχει συσταθεί η τέταρτη εταιρία συμμετοχών που προβλέπεται να κρεμαστεί κάτω από το Υπερταμείο και ξέρουν πολύ καλά ότι με τους αστούς στην εξουσία δεν θα την πάρουν, ενώ με τους αριστερούς θα την πάρουν, όπως και όλα μέχρι τώρα.
Τρίτον, διότι έχουν πάντα την λύση του Grexit στο τραπέζι, την οποία έχουν αποδεχθεί ως ενδεχόμενο από τον Ιούλιο του 2015. Το ίδιο και οι αγορές, στις οποίες θα φανεί πλέον ως φυσικό επακόλουθο της αποτυχίας και του τρίτου προγράμματος.
Τέταρτον, διότι δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να διαπραγματευτεί σε νέα βάση με τον Κυριάκο αυτή τη στιγμή. Ξέρουν πολύ καλά πως αν τον αφήσουν να έρθει στην εξουσία, θα υποχρεωθούν να του παραχωρήσουν χώρο για να επιχειρήσει να γυρίσει το παιχνίδι. Και τέτοιο χώρο δεν έχουν, ούτε και υπάρχει κανένας αυτή τη στιγμή που να μπορεί να διαπραγματευτεί σε νέα βάση μαζί του, ενώ εξελίσσονται εκλογικές διαδικασίες σε Γαλλία και Γερμανία. Προτιμούν, λοιπόν, να κλωτσήσουν ακόμη μια φορά το τενεκεδάκι στο δρόμο, παρά να δώσουν μια τελευταία ευκαιρία στη χώρα να σωθεί από μια νέα κυβέρνηση. Αποδέχονται, όμως, κάτι τέτοιο και γι' αυτό δεν αφήνουν την κυβέρνηση αυτή να πέσει. Την κρατάνε στη ζωή με μηχανική υποστήριξη, μέχρι να διαπιστωθεί ο κλινικός θάνατος της χώρας, τον οποίο αποδέχονται ως ενδεχόμενο.
Πέμπτον, διότι δεν έχουν ούτε θεσμικό χρόνο στη διάθεσή τους, στο μέτρο που θα πρέπει να ετοιμάσουν την Ευρώπη των πολλαπλών ταχυτήτων μέχρι την άνοιξη του 2019, πριν εμφανιστούν στον ευρωπαϊκό λαό για να ζητήσουν την ψήφο του τον Μάιο του 2019, στις επόμενες ευρωεκλογές δηλαδή. Το ορόσημο αυτό θέτει και το ακραίο όριο της ολοκλήρωσης της Νέας Ευρώπης, το οποίο συμπίπτει με το χρονικό όριο της εξόδου του Η.Β. από την Ε.Ε. τον Μάρτιο του 2019, με ή χωρίς συμφωνία (προφανώς με συμφωνία). Στο μεταξύ, το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Αύγουστο του 2018. Μέχρι τότε, θα πρέπει να έχουμε βγει στις αγορές, διαφορετικά θα χρειαστούμε νέο πρόγραμμα και νέα στήριξη, ήτοι Τέταρτο Μνημόνιο, το οποίο, όμως, δεν θα δοθεί παρά μόνο για να στηρίξει την έξοδο της Ελλάδος από το Ευρώ, αν όχι και από την Ε.Ε. Τέταρτο Μνημόνιο με Ευρώ, δεν υπάρχει περίπτωση να λάβει η Ελλάδα.
Το ζήτημα είναι αν η Ελλάδα υποχρεωθεί να φύγει ως αποτέλεσμα της νέας Ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής και κατ' εφαρμογή των νέων συνθηκών, ή αν θα φύγει πιο πριν, όπως και η Αγγλία, ώστε ν' αφήσει χώρο να κτισθεί η Νέα Ευρώπη χωρίς την ανάγκη επίλυσης δυο σοβαρών προβλημάτων. Αυτά θα λυθούν από μόνα τους πιο πριν. Το ένα λύθηκε ήδη με το ανόητο δημοψήφισμα του Κάμερον στην Αγγλία. Το δεύτερο μπορεί να τους το λύσει η πρώτη και τελευταία φορά Αριστερά στην Ελλάδα (και στην Ευρώπη ολόκληρη, εδώ που τα λέμε).
Γνώμη μου είναι ότι θα επιλεγεί η δεύτερη λύση, εις τρόπον ώστε –μετά την αποχώρηση Η.Β. και Ελλάδος– η Νέα Ευρώπη να μπορεί να θεσμοθετηθεί και να εμφανιστεί τον Μάιο του 2019 ενώπιον του ευρωπαϊκού λαού για να λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης του.
Κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει αυτούς που μπορούν και θέλουν να τρέξουν πιο γρήγορα για να κτίσουν την περισσότερη Ευρώπη που χρειάζονται για ν' αντεπεξέλθουν στις νέες προκλήσεις του διεθνούς περιβάλλοντος, να το κάνουν. Η κρίση προκλήθηκε επειδή δεν υπήρχε όση Ευρώπη χρειαζόταν για να αντιμετωπισθεί. Τώρα, αυτοί που και θέλουν και μπορούν, θα την φτιάξουν και σε κανέναν που δεν θα μπορεί (Ελλάδα) ή δεν θα θέλει ν' ακολουθήσει (ΗΒ), δεν θα επιτραπεί να την εμποδίσει. Αυτή είναι η νέα Ευρώπη που αποφάσισαν να δημιουργήσουν οι Ευρωπαίοι στη Ρώμη.
Πριν τρεις μήνες, είχα αμφισβητήσει σ' αυτήν εδώ τη στήλη ότι υπήρχε χώρος για τον Κυριάκο στην ατζέντα των δανειστών. Δεν το πίστευα τότε, πλην όμως τα σημάδια το δείχνανε. Το τελευταίο Eurogroup, το επιβεβαίωσε. Τίποτε δεν μπορούμε να περιμένουμε πια από τους δανειστές μας. Τις έχουν πάρει τις αποφάσεις τους. Ό,τι κάνουμε, θα το κάνουμε μόνοι μας.
* Ο κ. Παναγιώτης Γκλαβίνης είναι αν. καθηγητής διεθνούς οικονομικού δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ.