Ένας Γερμανός στην Αθήνα

Το διάστημα Μαρτίου-Αυγούστου 2010, όταν η Εθνική Πινακοθήκη είχε οργανώσει την έκθεση «Ερνέστος Τσίλλερ-Αρχιτέκτων (1837-1923)» σε επιμέλεια της Μαριλένας Κασιμάτη, η συγκυρία σχεδόν απαγόρευε στον οποιονδήποτε να προσκαλέσει, ενθουσιασμένος, τους συμπολίτες του, να σπεύσουν να θαυμάσουν το έργο ενός Γερμανού του 19ου αιώνα που έφτασε στην Ελλάδα το 1861 ακολουθώντας τους διορισμένους βασιλείς από τις «προστάτιδες δυνάμεις», την τρόικα της εποχής. 

Δέκα χρόνια μετά, σε μια εντελώς διαφορετική συγκυρία και σε μια εποχή που το εκσυγχρονιστικό αίτημα, νεογέννητο την εποχή που ο Χαρίλαος Τρικούπης διόριζε τον Ερνέστο Τσίλλερ διευθυντή της Υπηρεσίας Δημοσίων Έργων, έχει επανέλθει πιο δυνατό από ποτέ ως η «η ιδέα που τίποτα δεν μπορεί να της αντισταθεί γιατί ήρθε η ώρα της», όπως θα μας διαβεβαίωνε και ο Βίκτωρ Ουγκό στον οποίο ανήκει κι αυτή η διάσημη ρήση, η πρώην επιμελήτρια του Τμήματος Σχεδίων και Χαρακτικών της Εθνικής Πινακοθήκης επανέρχεται. Αυτή τη φορά δημοσιεύοντας επιμελώς σχολιασμένες τις «Αναμνήσεις του Ερνστ Τσίλλερ» σε μια πολύ ιδιαίτερη και εντυπωσιακή δίγλωσση έκδοση, στα Ελληνικά και τα Γερμανικά.

Είναι μόλις εικοσιτεσσάρων ετών ο Ερνέστος Τσίλλερ το 1861 όταν φτάνει στην Αθήνα, ένα χρόνο πριν από την έξωση του βασιλιά Όθωνα. Από τη Βενετία στην Κέρκυρα κι από εκεί στον Πειραιά ανεβαίνοντας προς την πόλη για να καταλύσει στον ξενώνα «Βιτάλης» της οδού Αιόλου, η Αθήνα του φαίνεται ένα «μεγάλο χωριό». Εξηντα δύο χρόνια μετά, κι αφού ολοκλήρωσε 500 διαφορετικά κτίρια, εμβληματικά δημόσια και πλήθος ιδιωτικά σε όλη την Ελλάδα, πεθαίνει στο πτωχοκομείο της πόλης έχοντας συμβάλλει καθοριστικά στη διαμόρφωση μιας αρχιτεκτονικής της πτυχής που παραμένει διακριτή και πολύ αγαπητή μέχρι και σήμερα. 

Τα Νέα Ανάκτορα [το σημερινό Προεδρικό Μέγαρο], το Ιλίου Μέλαθρον (Νομισματικό Μουσείο), το Βασιλικό Θέατρο [το σημερινό Εθνικό Θέατρο], το Μέγαρο Σταθάτου [νέα πτέρυγα Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης], η πρώτη βασιλική έπαυλη στο Τατόι, το Μέγαρο Μελά (στην Αιόλου), ο Ναός του Αγίου Λουκά Πατησίων, η οικία Ανδρέα Συγγρου [το σημερινό κεντρικό κτίριο του ΥΠΕΞ], το ξενοδοχείο «Μπάγκειον» στην Ομόνοια, είναι κάποια από τα πιο γνωστά, σε όλους, έργα του ενώ η Βιβλιοθήκη, η Ακαδημία και το Ζάππειο, χτίστηκαν υπό την επίβλεψή του.

Το μεγαλύτερο κομμάτι του αρχείου των σχεδίων του, τα οποία είναι ζωγραφικά, ακολουθώντας μια μεγάλη σχεδιαστική παράδοση της Ιταλίας και της Γερμανίας του 18ου και του 19ου αιώνα, βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη χάρις στον Μαρίνο Καλλιγά. Κι εδώ πρέπει να κάνουμε μια παρένθεση για να υπενθυμίσουμε ότι χάρις στον Μαρίνο Καλλιγά η Εθνική Πινακοθήκη διαθέτει και σειρές χαρακτικών του Γκόγια, αυτές που εξέθεσε το 2008, πάλι σε επιμέλεια της Μαριλένας Κασιμάτη, με τον τίτλο «Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα», προβλέποντας, λες, όσα θα συμβούν στη χώρα τα αμέσως επόμενα χρόνια. 

Οι «Αναμνήσεις» του Τσίλλερ ήταν γνωστές από ένα κείμενο στα Ελληνικά που είχε επιμεληθεί η κόρη του Ιωσηφίνα Δήμα-Τσίλλερ. Το γερμανικό βρέθηκε στα αρχεία της Πινακοθήκης από τη Μαριλένα Κασιμάτη. Η ιστορία του αρχείου και της ανεύρεσης του γερμανικού κειμένου των «Αναμνήσεων» έχει ενδιαφέρον από μόνη της, όπως διαπιστώνει όποιος διαβάζει το βιβλίο.

Όπως επισημάναμε ήδη, το βιβλίο έχει μια εντυπωσιακή δομή, κάτι που έχουμε τη θεωρητική επάρκεια να το κρίνουμε, γιατί απευθύνεται τόσο στον απόλυτα εξειδικευμένο στην ιστορία της αρχιτεκτονικής αναγνώστη όσο και σε κάποιον που δεν έχει ακούσει καν το όνομα Τσίλλερ. Το πλήθος των έγχρωμων σχεδίων και των φωτογραφιών εποχής το κάνουν ένα έξοχο και υψηλού επιπέδου coffee table book για όσους αρκούνται σε αυτό ενώ η πλαισίωση του κειμένου του Τσίλλερ με κείμενα εποχής που γράφτηκαν για εκείνον, ο ιστορικός σχολιασμός του κειμένου, το εξαιρετικά διαφωτιστικό και καλογραμμένο επίμετρο της Ελένης Φεσσά-Εμμανουήλ και τα παραρτήματα με τα έγγραφα και τα τεκμήρια του «Αρχείου Τσίλλερ» της Πινακοθήκης, το μεταμορφώνουν σε εγχειρίδιο ιστορίας για τους λάτρεις του είδους.

Ο Τσίλλερ έγινε δεκτός στην αθηναϊκή ελίτ του β’ μισού του 19ου αιώνα αρχαιολόγων (κάτι που κάνουν ακόμα και σήμερα οι αρχιτέκτονες) και όχι άδικα γιατί η μελέτη του για τις οπτικές βελτιώσεις του Παρθενώνα (τις περίφημες καμπύλες ευθείες - εύρημα του Ικτίνου) και οι ανασκαφές του που αποκάλυψαν το Παναθηναϊκό Στάδιο ήταν σημαντικές. Τον απασχολούσαν όμως και ζητήματα της καθημερινότητας της ευρύτερης περιοχής της πόλης. Όταν έβλεπε τις εξοχικές παρυφές της στις νεροποντές να πλημμυρίζουν και το νερό μετά να χάνεται αφήνοντάς τις άνυδρες, σχεδίαζε υδατοφράχτες. 

Διαβάζουμε και για τις περιπέτειές του με την ελληνική Δικαιοσύνη. Το γεγονός ότι αποκάλυψε κακοδιαχείριση των κονδυλίων της ανέγερσης του Ζαππείου είχε ως αποτέλεσμα να απολυθεί από επιβλέπων του έργου. Κατέφυγε στη δικαιοσύνη όπου δικαιώθηκε μετά από δεκαπέντε χρόνια (μήπως σας θυμίζει κάτι;), ο Χαρίλαος Τρικούπης για να τον αποκαταστήσει θα τον διορίσει διευθυντή Δημοσίων Έργων, θέση που θα κρατήσει μέχρι το 1897 όταν η χώρα πτωχεύει και η υπηρεσία καταργείται. 

Η πτώχευση της Ελλάδας έφερε και την οικονομική κατάρρευση του Τσίλλερ που πέθανε πάμπτωχος.

Οι περιγραφές του για την εποχή και την ελληνική κοινωνία είναι ζωντανές και διανθισμένες πιο πολύ με χιούμορ παρά με κακία. Δείχνει ένας άνθρωπος ανοιχτός που έχει αποδεχτεί πλήρως τις...ιδιαιτερότητες της νέας του πατρίδας. Διαθέτει βέβαια εκλεπτυσμένο γούστο γι αυτό και ξαφνιάζει η στεναχώρια που εκφράζει για την απόφαση του γιού του Όττο να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη μουσική και να μην ασκήσει το δικό του, ανδροπρεπές, όπως το χαρακτηρίζει, επάγγελμα.

Οι αφηγήσεις του Ερνστ Τσίλλερ αποτυπώνουν μια Ελλάδα μακρινή αλλά την ίδια στιγμή πολύ οικεία στο σημερινό αναγνώστη. Κάποια πράγματα έχουν μείνει ίδια.

Η Μαριλένα Κασιμάτη είναι από τις ελάχιστες Ελληνίδες των Γραμμάτων και των Επιστημών που δηλώνει ανοιχτά φιλελεύθερη όχι από οικογενειακή παράδοση αλλά από επιλογή και η πολιτική της στάση διακρινεται στην παρρησία με την οποία εκφέρει τις απόψεις της για τα εικαστικά και όχι μόνο πράγματα και την προσωπική της παρουσία σε κάθε φιλελεύθερη διεκδίκηση. Όσοι την παρακολουθούν στα σόσιαλ μήντια θαυμάζουν τον τρόπο που μοιράζεται και μεταδίδει τις γνώσεις της στο ευρύ κοινό συνδέοντας το χθες με το σήμερα, με μια μοναδική  «ικανότητα να ανασυστήνει το παρελθόν, χωρίς να κάνει άμεσες αναφορές στην ιστορία».

Στις δημοσιεύσεις της, στα σόσιαλ μήντια, για τους πολλούς, οι αναφορές «στον Ερνέστο της» είναι συχνές. Στην έκδοση που επιμελήθηκε, η τρυφερότητα και η αγάπη της μελετήτριας στο αντικείμενό της διακρίνεται στη μετάφραση. Η Μαριλένα Κασιμάτη μετέφρασε από τα Γερμανικά τις «Αναμνήσεις» του Τσίλλερ σε άμεσα, γάργαρα και λαμπερά Νέα Ελληνικά και σχολίασε το κείμενο εξαντλητικά και σχολαστικά. Ο αναγνώστης αισθάνεται ότι έχει απέναντί του τον ίδιο τον Τσίλλερ να του αφηγείται τις αναμνήσεις του από τη ζωή του στην Ελλάδα.

Μια έκδοση πολυεπίπεδη, πολυτελής αλλά και προσιτή, για τον ειδικό και τον φιλομαθή ερασιτέχνη, που αφήνει στον αναγνώστη την επιλογή να πάει όσο βαθιά επιθυμεί ή αντέχει, κάτι που χαρακτηρίζει και το ίδιο το έργο του Τσίλλερ. Μια απόλυτα «τσιλλερική» έκδοση λοιπόν για τον μεγάλο Ερνστ Τσίλλερ, ένα Γερμανό στην Αθήνα του 19ου αιώνα. Τη συστήνουμε ανεπιφύλακτα.

* Μαριλένα Κασιμάτη, Αναμνήσεις του Έρνστ Τσίλλερ,  Peak Publishing.