And then they took Berlin

Της Μαρίας Χούκλη

Σημάδια υπήρχαν από τις αρχές της δεκαετίας, αλλά οι καμπάνες άρχισαν να ηχούν δυνατά το 2014, όταν το Κόμμα της Ανεξαρτησίας κέρδισε τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Ηνωμένο Βασίλειο, επικρατώντας των Εργατικών και των Συντηρητικών, πρώτη φορά έπειτα από έναν αιώνα.

Τον περασμένο Δεκέμβριο, το Εθνικό Μέτωπο της  Μαρίν Λεπέν κέρδισε τον πρώτο γύρο στις περιφερειακές εκλογές στη Γαλλία. Τον Μάρτιο, ο  σχηματισμός, Εναλλακτική για τη Γερμανία, απέσπασε  σχεδόν το 25 τοις εκατό των ψήφων στη Σαξονία-Άνχαλτ. Και το Μάιο, στην Αυστρία, ο Νόρμπερτ Χοφερ του Κόμματος της Ελευθερίας, βρέθηκε μια αναπνοή από την προεδρία της Δημοκρατίας  Στον κατάλογο θα προσθέσουμε το Φίντες του Ούγγρου  πρωθυπουργού Ορμπαν και το κόμμα Νόμος και Τάξη των αδελφών Καντίτσκι στην Πολωνία.

Τι κοινό έχουν όλα αυτά τα κόμματα; Στο πολιτικό φάσμα τοποθετούνται πέραν της δεξιάς και φθάνουν στο άκρο του ανύσματος, είναι ούλτρα λαϊκιστικά και ξενοφοβικά. Όλα  ζητούν την αποκατάσταση της εθνικής αυτονομίας των χωρών τους. “ Η Ευρώπη μπορεί να κάνει ο, τι θέλει”, λένε, “αλλά χωρίς εμάς”. Το εννοούν και εργάζονται μεθοδικά γι' αυτό. Και ο κόσμος τους ακολουθεί.

Οι καμπάνες χτυπούν ολοένα και πιο δυνατά. Το Brexit υπερψηφίστηκε, η Λεπέν βάζει πλώρη για τα Ηλύσια Πεδία με τις δημοσκοπήσεις στα πανιά της και φωνάζει «Ήλθε η ώρα του εθνικού κράτους», ο νοσταλγός του μαύρου παρελθόντος της χώρας του, Χόφερ έχει ισχυρές πιθανότητες να γίνει ο επόμενος Αυστριακός πρόεδρος, Βουδαπέστη και Βαρσοβία γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τις απέλπιδες απειλές των Βρυξελλών να σεβαστούν τους ευρωπαϊκούς κανόνες και αξίες. Αν, όμως, επιλέγαμε να ακούσουμε μόνον μία σειρήνα, θα ήταν η εκρηκτική άνοδος των Γερμανών Εναλλακτικών, οι οποίοι μετά την Σαξονία και την Πομερανία, “they took Berlin”. Τι θέλουν; Κανέναν ξένο στα μέρη τους και την χώρα τους πίσω στον λαό της. Δεν είναι πλέον τα γραφικά παιδιά της οικονομικής κρίσης αλλά υπολογίσιμη δύναμη στο πολιτικό τοπίο της ηγέτιδας Γερμανίας.

Η Ευρώπη δεν αρέσει πλέον, έχει γραφτεί και έχει ειπωθεί με χίλιους τρόπους και από χίλες μεριές. Όμως, μοιάζει να μην είναι συγκυριακό φαινόμενο. Μεγάλο κομμάτι των κοινωνιών της κεντρικής και βόρειας Ευρώπη ασφυκτιά χωρίς σύνορα(!) . Αν αθροίσουμε τον πληθυσμό των κρατών με δυσανεξία στις Βρυξέλλες και ό, τι συμβολίζει, αγγίζουν τα 350 εκατομμύρια ανθρώπους συνυπολογίζοντας την Ολλανδία, τη Δανία και την Φινλανδία, όπου ευρωσκεπτικιστικά κόμματα έχουν σημαντική πολιτική  επιρροή.  

Το γυαλί σαν να ράγισε ανεπανόρθωτα. Τι θα κάνουμε; Θα προσποιούμαστε ότι το ευρωπαϊκό εγχείρημα αντέχει και σηκώνει μερεμέτια παρόλο που οι άνεμοι από ανατολικά και νότιο-ανατολικά είναι εναντίον του; Παρόλο που μετά τις 8 Νοεμβρίου μπορεί να έχει εχθρικά ρεύματα και από τα δυτικά;

Πολλοί ψηφοφόροι φαίνεται να συμφωνούν, ότι μια Ευρώπη των εθνών-κρατών θα τους γιάτρευε  από τη λιτότητα, το μεταναστευτικό, την τρομοκρατία. Υποτιμούν ή ανησυχούν  λιγότερο για το χάος που θα προκύψει από την διάλυση της Ένωσης, καθώς φοβούνται περισσότερο τη φτώχεια, την ανεργία, τον ξένο, τον φανατικό βομβιστή.  Βλέπουν το ορατό. Ότι οι ευρωπαϊκές ηγεσίες αναλώθηκαν τα τελευταία χρόνια  στο να στηρίζουν αδύναμες οικονομίες του νότου, έδωσαν προτεραιότητα σε αλλοεθνείς και αλλόθρησκους, προστάτευσαν το δικαίωμα της ανοχής και άφησαν απροστάτευτες τις κοινωνίες τους από την εισβολή τρομοκρατών που στοχεύουν στον τρόπο ζωής τους. «Όλοι μαζί πλέον δεν μπορούμε, ο καθένας ας προστατεύσει τη δική του επικράτεια και όσα περιλαμβάνει» είναι το δόγμα που κερδίζει έδαφος. Μας αρέσει δεν μας αρέσει.

Όσο δεν γίνεται το άλμα που θα είναι μεγαλύτερο από τη φθορά, οι φυγόκεντρες δυνάμεις θα ενισχύονται και θα εξουδετερώνουν τις κεντρομόλες. Άλλο –exit δεν θα υπάρξει γιατί απλώς το επόμενο βήμα θα είναι ο καθένας στο σπίτι του. Δυο κρίσιμες εκλογές αναμετρήσεις εντός του 2017, στην Γαλλία και στη Γερμανία θα έχουν αυτό το διακύβευμα.

Πληθαίνουν οι αναλυτές που πιστεύουν ότι η Ευρώπη θα λειτουργήσει καλύτερα αν εγκαταλείψει την φαντασίωση της ηπειρωτικής ενότητας και υιοθετήσει τον γεωπολιτικό πλουραλισμό. Αν επιστρέψει στα έθνη-κράτη τα οποία θα συνεχίσουν να έχουν σχέσεις συνεργασίας και καλής γειτονίας, για να θυμηθούμε το language από τις εποχές των συνόρων, οι οποίες όμως ήταν και εποχές της Άκρων.

Τι εγγυάται, όμως, ότι ο γεωπολιτικός πλουραλισμός δεν θα εξελιχθεί σε επιθετικό εθνικισμό ο οποίος θα γεννήσει πάλι Τέρατα;