Πώς η Ουκρανία εξουδετέρωσε το ρωσικό στόλο

Πώς η Ουκρανία εξουδετέρωσε το ρωσικό στόλο

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει συμβάλει αποφασιστικά στην αναθεώρηση πολλών αντιλήψεων γύρω από αυτόν, ενώ δοκιμάζει ιδέες, τεχνολογίες και κυρίως την ανθρώπινη θέληση και αντοχή.

Η ναυτική διάσταση του πολέμου αυτού έχει προσελκύσει περιορισμένη προσοχή σε σχέση με τα γεγονότα στην ξηρά, ωστόσο θα έχει ουσιαστικές και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τόσο στη σχεδίαση της ναυτικής ισχύος όσο και στη διεξαγωγή των σχετικών επιχειρήσεων.

Όταν το Φεβρουάριο 2022 άρχισε η ρωσική εισβολή, στο θαλάσσιο πεδίο, δηλαδή σε αυτό της Μαύρης Θάλασσας, εκτιμάτο ότι η Ουκρανία δεν είχε καμία τύχη.

Ο Ρωσικός Στόλος της Μαύρης Θάλασσας (ΡΣΜΘ) εθεωρείτο ότι θα κυριαρχούσε ολοκληρωτικά του ανυπάρκτου Στόλου της Ουκρανίας και της περιοχής. Ωστόσο αυτά δεν επιβεβαιώθηκαν. Η Ουκρανία έχει επιτύχει σε σημαντικότατο βαθμό τη θαλάσσια απαγόρευση του Ρωσικού Στόλου. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, πως μια χώρα χωρίς πολεμικά πλοία οδηγήθηκε σε αυτό το αποτέλεσμα, εναντίον μάλιστα ενός Ναυτικού παγκοσμίου κλάσεως. 

 Ο ΡΣΜΘ δεν ήταν αμελητέα δύναμη, στην πολεμική μηχανή της Ρωσίας. Ήταν ένας κομβικός πυλώνας στην κυριαρχία της Ρωσίας, είχε βασικό ρόλο στην υποστήριξη των Ρωσικών επιχειρήσεων στη Συρία και στην Αφρική, όπως επίσης στην προβολή περιφερειακής ισχύος και στην ισχυρή ναυτική παρουσία.

Πριν την έναρξη του πολέμου, για παράδειγμα, η Νότια Στρατιωτική Περιοχή, που ανήκει και ο ΡΣΜΘ, παρότι αυτός βασιζόταν σε κορβέτες της κλάσεως Καρακούρτ, είχε τη δυνατότητα με μια ομοβροντία να εκτοξεύσει 80 πυραύλους πλεύσεως (Cruise) εναντίον χερσαίων στόχων, όταν η Δυτική Στρατιωτική Περιοχή είχε 85 και ο Βόρειος Στόλος μόλις 56. Έκτοτε βέβαια αυτή η ισορροπία έχει μεταβληθεί.

 Όταν άρχισαν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, ο ΡΣΜΘ διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, και έδειξε τις επιθετικές του δυνατότητες, ενσωματωμένες στην ευρύτερη ρωσική εκστρατεία.

Επέβαλε ναυτικό αποκλεισμό στην Ουκρανία, προσέβαλε χερσαίους στόχους και διεξήγαγε αμφίβιες επιχειρήσεις, έστω και μικρής κλίμακος, στις νότιες ακτές της Ουκρανίας. Διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην πολιορκία της Μαριουπόλεως και στην κατάληψη του Φιδονησίου, ενός μικρού νησιού στρατηγικής σημασίας στην βορειοδυτική Μαύρη Θάλασσα. Ωστόσο η κυριαρχία αυτή πολύ σύντομα αμφισβητήθηκε.

Την 13 Απριλίου 2022, η Ουκρανία αιφνιδιάζοντας τη Ρωσία και προκαλώντας την παγκόσμια έκπληξη, με τη χρησιμοποίηση εγχώριας παραγωγής αντιπλοϊκών πυραύλων Neptune, βύθισε τη ναυαρχίδα του ΡΣΜΘ, το καταδρομικό «Μόσχα», τη μεγαλύτερη ναυτική απώλεια της Ρωσίας από τις αρχές του 20ου αιώνα. Το γεγονός αυτό πέραν των επιπτώσεων στο ηθικό των αντιπάλων, αποτέλεσε την αφετηρία της Ουκρανικής προσπάθειας εναντίον του ΡΣΜΘ, αλλά και μιας επιθετικής προπαγανδιστικής εκστρατείας. 

Το Κίεβο, με ανύπαρκτο σχεδόν ναυτικό, ανέλαβε μια ασύμμετρη εκστρατεία εναντίον του ΡΣΜΘ. Δηλαδή, το Ρωσικό Ναυτικό δεν αντιμετώπισε μια συμβατική ναυτική δύναμη.

Η Ουκρανία με τη χρησιμοποίηση χερσαίων αντιπλοϊκών και πυραυλικών συστημάτων, μη επανδρωμένων εναερίων και θαλασσίων (επιφανειακών και υποεπιφανειακών) συστημάτων, γνωστών ως drones, σε συνδυασμό με καινοτόμες ασύμμετρες τακτικές και αξιοποιώντας τις δυνατότητες πληροφοριών αλλά και διοικήσεως και ελέγχου, εγχώριες αλλά και από δυτικές δυνάμεις, αμφισβήτησε το θαλάσσιο έλεγχο από τη Ρωσία στη Μαύρη Θάλασσα.

Κινούμενοι πλέον στο τέταρτο έτος του πολέμου, ο ΡΣΜΘ έχει αποστερηθεί περίπου το ένα τρίτο της μαχητικής του ισχύος, χωρίς να διεξαχθούν κλασσικές ναυμαχίες, έχει υποχρεωθεί να εγκαταλείψει την κύρια βάση του, το Ναύσταθμο της Σεβαστουπόλεως στην Κριμαία και να μετακινηθεί στο Νοβοροσίσκ, περιερχόμενος πρακτικά σε «κατάσταση επιβιώσεως».

Δηλαδή εγκλωβισμένος μέσα στο νέο Ναύσταθμο, πλην των υποβρυχίων του και αυτών σε μικρή έκταση, με θεμελιώδη σκοπό την επιβίωση των ναυτικών του μονάδων, με ελάχιστη επιχειρησιακή δραστηριότατα, υποστηρίζει τις επιχειρήσεις κυρίως με πυρά και ως εκ τούτου ενασκεί πολύ περιορισμένο έλεγχο στη Μαύρη Θάλασσα. Η Ουκρανικές επιχειρήσεις έδειξαν ότι ναυτικές μονάδες μπορούν να προσβληθούν και να εξουδετερωθούν ακόμη και εντός ναυτικών οχυρών, με σημαντικούς όμως κινδύνους και απώλειες και για τον επιτιθέμενο.

Ο ΡΣΜΘ αλλά και οι Ρωσικές δυνάμεις ευρύτερα, δεν είχαν αξιόπιστες επιλογές για την εξουδετέρωση των Ουκρανικών απειλών. Ως εκ τούτου αναγκάσθηκαν να μεταβάλλουν σταδιακά τη στάση τους στο ναυτικό πεδίο, οδηγήθηκαν σε στρατηγική αναδίπλωση, σηματοδοτώντας της αλλαγή της ρωσικής ναυτικής στρατηγικής και αναγνωρίζοντας σιωπηρά τις Ουκρανικές δυνατότητες.

Ωστόσο για το μέγεθος του Ρωσικού Ναυτικού αυτά αποτέλεσαν έκπληξη και είναι αδικαιολόγητα, για αυτό άλλωστε παρατηρηθήκαν καρατομήσεις ηγετικών στελεχών τόσο στο ΡΣΜΘ όσο και στο ευρύτερα. 

Με αυτά η Ουκρανία έχει επιτύχει να αποτρέψει οποιαδήποτε σημαντική αποβατική ενέργεια στο έδαφος της, να διατηρήσει ανοικτό τον θαλάσσιο διάδρομο Οδησσός – Βόσπορος για τα εμπορικά πλοία, ακόμη και μετά το πέρας της συμφωνίας διακινήσεως των σιτηρών, επιτρέποντας την επαναφορά των εξαγωγών της, στο ύψος προ του 2022, να εξουδετερώσει τη γέφυρα του Κερτς ως κύριου άξονα ανεφοδιασμού της Κριμαίας και να περιορίσει τη Ρωσική εξαγωγική δυνατότητα. 

Η σύγκρουση Ρωσίας - Ουκρανίας ανέδειξε το σημαντικό ρόλο των μη επανδρωμένων συστημάτων και στις θαλάσσιες επιχειρήσεις. Η ικανότητα της Ουκρανίας για παραγωγή τέτοιων συστημάτων, χαμηλού κόστους, όπως επίσης και ταχεία επιχειρησιακή τους αξιοποίηση είναι μεγάλα επιτεύγματα.

Τα drones ακόμη και με τεχνολογίες διπλής χρήσεως (εμπορικές και σε στρατιωτικές εφαρμογές) σε ρόλους πληροφοριών, επιτηρήσεως και αναγνωρίσεως παρείχαν εικόνα της καταστάσεως στον παράκτιο χώρο, σε πραγματικό χρόνο.

Επίσης χρησιμοποιήθηκαν για να παραπλανήσουν Ρωσικά πλοία και να προκαλέσουν κορεσμό στα αμυντικά τους συστήματα, σε συνδυασμό με ευρύτερες συντονισμένες επιχειρήσεις. Με την συνεχή τους παρουσία προκάλεσαν, την κόπωση του προσωπικού, την απομείωση των φόρτων πυρομαχικών αλλά και την υποβάθμιση της διαδικασίας λήψεως αποφάσεως των Ρωσικών ναυτικών μονάδων, με τα προαναφερθέντα αποτελέσματα.

Η αντιμετώπιση των θαλασσίων drones είναι ένα ζήτημα σε εξέλιξη. Οι Ρώσοι έδειξαν αξιοσημείωτη και ταχεία προσαρμογή στην αντιμετώπιση των ασύμμετρων επιχειρήσεων της Ουκρανίας. Χρησιμοποίησαν ελικόπτερα και αεροσκάφη επιτυχώς αλλά και μη επανδρωμένα αεροχήματα, για να τα εντοπίσουν και να τα εξουδετερώσουν, εκμεταλλευόμενοι την τρωτότητα τους από τον αέρα, περιορίζοντας σημαντικά τη δράση αλλά και την αποτελεσματικότητά τους. Επίσης ανέπτυξαν και ενέπλεξαν μη επανδρωμένα επιφανειακά θαλάσσια drones εναντίον Ουκρανικών στόχων. Στον αντίποδα οι Ουκρανοί αντέδρασαν εξοπλίζοντας θαλάσσια drones με αντιαεροπορικά πολυβόλα και πυραύλους, με αυτοματοποιημένα συστήματα εμπλοκής, τα οποία απέδωσαν τα πρώτα αποτελέσματα, δηλαδή προσβολές και εξουδετέρωση ρωσικών ελικοπτέρων και αεροσκαφών. 

Η σύγκρουση αυτή στη Μαύρη Θάλασσα έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της οικονομίας. Δηλαδή τη σχέση μεταξύ του περιορισμένου αριθμού υψηλού κόστους πυραύλων, σε σχέση με το μεγάλο αριθμό αλλά φθηνότερα drones (όπλα ή πλατφόρμες), αλλά και του ευρύτερου διακυβεύματος. Αυτό συνεπάγεται την ανάγκη αναζητήσεως οικονομικών όπλων εναντίον των drones.

Μια τέτοια κατηγορία όπλων θα μπορούσαν να είναι αυτά της κατευθυνόμενης ενέργειας. Έτσι τα πολεμικά πλοία θα ήταν δυνατόν να εξοπλιστούν, για παράδειγμα, με όπλα λέιζερ υψηλής ενέργειας, η ανάπτυξη των οποίων είναι σε εξέλιξη, περιορίζοντας το κόστος της κάθε εμπλοκής σε λίγα ευρώ, όσο δηλαδή είναι το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας η οποία καταναλώνεται. Σίγουρα πρέπει να αναζητηθούν λύσεις. 

Επίσης οι επιχειρήσεις αυτές ανέδειξαν τα θέματα της εκπαιδεύσεως και της επιχειρησιακής ετοιμότητας. Πολλές από τις απώλειες των ναυτικών μονάδων, και ειδικά αυτή του καταδρομικού «Μόσχα», οφείλονται στο γενικό εφησυχασμό η οποίος διαπερνά το ειρηνικό περιβάλλον και υποβαθμίζει την επιχειρησιακή ετοιμότητα. Η αύξηση της εντάσεως Ανατολής - Δύσεως πρέπει να ενισχύσει την ετοιμότητα και να εξαλείψει τις όποιες εστίες νωθρότητας. Η εκπαίδευση είναι ο καταλύτης σε αυτή τη διαδικασία, καθώς η περιορίζει τις αδυναμίες και τα κενά και καθιστά πιο εύκολη τη μετάπτωση στην πολεμική ετοιμότητα. 

Η ναυτική αντιπαράθεση λαμβάνει χώρα σε μια κλειστή θάλασσα και πλησίον των εχθρικών ακτών. Η γεωγραφία του χώρου επηρεάζει καταλυτικά τις απειλές αλλά και τις επιχειρήσεις εναντίον των ναυτικών δυνάμεων. Επίσης η εφαρμογή της Συνθήκης του Μοντρέ από την Τουρκία η οποία απαγορεύει τη διέλευση σκαφών από τα Στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων, για αμφότερους του εμπλεκομένους, βασικά επηρεάζει στη Ρωσία στην αναπλήρωση των απωλειών ή στην αποκατάσταση των ζημιών των ναυτικών της μονάδων, εκτός περιοχής.

Η συνολική εικόνα όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα, επιβεβαιώνει το μεγάλο αλλά και παγκόσμιο ενδιαφέρον για τις παράκτιες επιχειρήσεις, ενώ αναδεικνύει και κάποιους από τους περιορισμούς τους. 

Είναι δυνατόν οι μεγάλες ναυτικές μονάδες να επιβιώσουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον απειλών; Τα πλοία του ΡΣΜΘ επιχείρησαν υπό σταθερή επιτήρηση, σε περιορισμένα ύδατα, εντός του βεληνεκούς ενός ευρέος φάσματος όπλων, καθώς οι παράκτιες επιχειρήσεις προσφέρουν πλεονέκτημα στα χερσαία συστήματα. Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη ότι υπέστησαν απώλειες και φθορές.

Αν και εξουδετερώθηκαν και κύριες μονάδες, τα περισσότερα ήταν υποστηρικτικά και βοηθητικά πλοία. Έτσι γεννάται το ερώτημα πρέπει να εγκαταλειφθούν τα μεγάλα πλοία και να οδεύσουμε προς μικρότερες και χαμηλότερου κόστους ναυτικές μονάδες; Τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων στη Μαύρη Θάλασσα δεν σημαίνει ότι θα βρουν εφαρμογή αυτομάτως και σε άλλα γεωγραφικά περιβάλλοντα, π.χ. ανοικτή θάλασσα, ωστόσο δεν μπορεί να παραγνωρισθούν και σε καμία περίπτωση να υποτιμηθούν. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν σηματοδοτούν μια αλλαγή 180 μοιρών, δηλαδή της εγκαταλείψεως των συμβατικών πολεμικών πλοίων έναντι των μη επανδρωμένων συστημάτων.

Στην παρούσα φάση θα ήταν επικίνδυνο και αφελές να υποστηριχθεί ότι δεν χρειάζονται οι μεγάλες ναυτικές μονάδες, όμως το ίδιο ισχύει για την άκριτη συνέχιση της ναυπηγήσεως τέτοιων πλοίων. Μια πρώτη προσέγγιση θα ήταν ένας συνδυασμός μεγάλων και μικρότερων μονάδων και μη επανδρωμένων συστημάτων, όμως το ζήτημα είναι ανοικτό καθώς βρισκόμαστε σε ένα μεταβατικό στάδιο. Ειδικά για περιορισμένα γεωγραφικά επιχειρησιακά περιβάλλοντα, έκαστο με τις ιδιαιτερότητές του, απαιτείται μια συστηματική παρακολούθηση των εξελίξεων για λήψη αποφάσεων. 

Συνοψίζοντας, οι Ουκρανοί αξιοποιώντας τεχνολογικές καινοτομίες με ασύμμετρο τρόπο και εκμεταλλευόμενοι την χαμηλή ετοιμότητα και τρωτότητα του ΡΣΜΘ, επέτυχαν να περιορίσουν την επιχειρησιακή του επιρροή. Επίσης κατέστησαν τη Μαύρη Θάλασσα ένα «εργαστήριο» μελέτης και ανάλυσης των ναυτικών παρακτίων επιχειρήσεων. Τα ανωτέρω ενδιαφέρουν άμεσα και την Ελλάδα, ειδικά στο χώρο του Αιγαίου, που συνιστά αναντίρρητα ένα παράκτιο πεδίο, φυσικά εντελώς διαφορετικό από αυτό της Μαύρης Θάλασσας.

Ωστόσο στο Αιγαίο, η διατήρηση της εθνικής κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας των νήσων, αποτελεί ύψιστο εθνικό σκοπό. Έτσι δημιουργείται ένα ευρύ φάσμα ερωτημάτων και προκλήσεων για τη δομή, το ρόλο, τα έργα, τη σύνθεση των ελληνικών ναυτικών δυνάμεων και πως αυτές θα συνεισφέρουν στον εθνικό στόχο, τα οποία αναζητούν απαντήσεις. 


*Ο Κωνσταντίνος Γκίνης είναι στρατηγός ε.α.-Επίτιμος Α/ΓΕΣ