Η σύγκρουση Ινδίας – Πακιστάν και οι επιπτώσεις στη χρησιμοποίηση της αεροπορικής ισχύος

Η σύγκρουση Ινδίας – Πακιστάν και οι επιπτώσεις στη χρησιμοποίηση της αεροπορικής ισχύος

Την 7η Μαΐου 2025 έλαβε χώρα, εφόσον επιβεβαιωθούν τα στοιχεία, η μεγαλύτερη εκτός οπτικής επαφής αερομαχία, από πλευράς συμμετοχής αλλά και χρονικής διάρκειας, στη σύγχρονη αεροπορική ιστορία.

Η Ινδία αντιδρώντας στην εκτέλεση 26 τουριστών Σιχ, την 22 Απριλίου, στον Ινδικό Κασμίρ, την οποία απέδωσε σε πακιστανικές παραστρατιωτικές και τρομοκρατικές οργανώσεις, κάτι που αρνήθηκε το Πακιστάν, ανέλαβε την Επιχείρηση «Sindoor».

Έτσι, τις πρώτες ώρες της 7 Μαΐου, χωρίς αεροσκάφη της να εισέλθουν στον πακιστανικό εναέριο χώρο, διεξήγαγε αεροπορικές και πυραυλικές προσβολές ακριβείας, εναντίον υποδομών των οργανώσεων αυτών, κατά μήκος των ινδο-πακιστανικών συνόρων, εντός του Πακιστάν και του ελεγχόμενου από αυτό τμήματος του Κασμίρ.

Αργότερα, την ίδια ημέρα, στο πλαίσιο της προβολής ισχύος, οι πολεμικές αεροπορίες και των δύο χωρών απογείωσαν μαχητικά αεροσκάφη το οποία αναπτύχθηκαν στον εναέριο χώρο εκάστης.

Και οι δύο πλευρές δεν διακινδύνευσαν την είσοδό τους στον εναέριο χώρο της άλλης, έχοντας κατά νου τις εξευτελιστικές εικόνες ενός Ινδού πιλότου ο οποίος καταρρίφθηκε και συνελήφθη στο πακιστανικό έδαφος, στην αντιπαράθεση του 2019 και περιεφέρετο ως τρόπαιο στις πακιστανικές τηλεοράσεις. Σύμφωνα με πηγές του Πακιστάν, στην αερομαχία συμμετείχαν 125 μαχητικά από τις δύο χώρες, τα οποία αντήλλαξαν πυρά με πυραύλους αέρος – αέρος, σε αποστάσεις 100 έως και 140 χιλιόμετρων, για χρονική διάρκεια πέραν της μιας ώρας.

Στην εναέρια μάχη συμμετείχαν αεροσκάφη προερχόμενα από διάφορες χώρες. Από πλευράς Ινδίας γαλλικά αεροσκάφη Rafale, 4,5 γενιάς και ενδεχομένως Mirage 2000, όπως επίσης και ρωσικά Sukhoi Su-30 και MiG-29, ενώ το Πακιστάν ανέπτυξε κινεζικά J-10C, 4,5 γενιάς και J-17 ενώ υπάρχουν αμφιβολίες για τη χρησιμοποίηση αμερικανικών F-16. Χρησιμοποιήθηκαν προηγμένοι πύραυλοι αέρος-αέρος, όπως οι γαλλικοί Meteor και MICA από τους Ινδούς και οι κινεζικοί PL-15E από τους Πακιστανούς.

Μετά το πέρας της μάχης το Πακιστάν ανακοινώσε ότι κατέρριψε με τη χρησιμοποίηση των κινεζικών αεροσκαφών J-10C, 5 Ινδικά αεροσκάφη και ειδικότερα τρία Rafale, ένα Su-30 και ένα Mig-29, ενώ εμφανίσθηκαν σε μέσα ενημερώσεως εικόνες από συντρίμμια αεροσκαφών τα οποία όμως απαιτούν περαιτέρω έρευνα.

Η Ινδία διέψευσε την απώλεια αεροσκαφών από ενέργειες της πακιστανικής αεροπορίας, ενώ ισχυρίσθηκε ότι κατέρριψε και αυτή πακιστανικά αεροσκάφη χωρίς όμως αξιόπιστες αποδείξεις. Ανεξάρτητες πηγές επιβεβαίωσαν μερικώς του πακιστανικούς ισχυρισμούς, πλέον συγκεκριμένα ότι κατατρίφθηκε ένα Rafale, πιθανότατα με κινεζικό πύραυλο PL-15E, χωρίς βέβαια να αποκλείεται και η προσβολή από επίγεια αντιαεροπορικά συστήματα του Πακιστάν ή και η τεχνική βλάβη.

Ανεξαρτήτως του πραγματικού αποτελέσματος το Πακιστάν επέτυχε μια σημαντική νίκη στο επικοινωνιακό πεδίο και αυτό της προπαγάνδας. Επίσης, σημαντική νίκη επέτυχε και η Κίνα καθώς τα κινεζικά οπλικά συστήματα για τα οποία υπήρχαν σημαντικά ερωτηματικά για την αποδοτικότητα και αξιοπιστία τους, έναντι των αμερικανικών, ευρωπαϊκών και ρωσικών, φαίνεται ότι επιβεβαίωσαν τις δυνατότητες τους σε συνθήκες μάχης.

Η πτώση του Rafale, προκάλεσε το παγκόσμιο ενδιαφέρον των ειδικών για τις συνθήκες που αυτό έλαβε χώρα, ωστόσο τα διαθέσιμα στοιχεία είναι εντελώς ανεπαρκή για την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. Υιοθετώντας, σε επίπεδο εργασίας, ως πιθανότερο σενάριο αυτό της καταρρίψεως από κινεζικό πύραυλο που εκτοξεύθηκε από αντίστοιχο αεροσκάφος, είναι εξαιρετικά ανασφαλές να οδηγηθούμε σε συγκρίσεις του τύπου, αεροσκάφος εναντίον αεροσκάφους, συμπεριλαμβανομένων και των βλημάτων.

Πέραν αυτού, το οποίο δεν πρέπει να υποτιμηθεί και σε καμία περίπτωση να αγνοηθεί, πρέπει να ληφθούν υπόψη παράγοντες, όπως η ενημερότητα επί της καταστάσεως, η λειτουργικότητα των ραντάρ και άλλων αισθητήρων (επίγειων, εναέριων και διαστημικών),η εκπαίδευση των χειριστών, το δόγμα, οι τακτικές, οι τεχνικές, οι επικοινωνίες, η συγχώνευση και η ροή των δεδομένων, η λειτουργία των πυραύλων, οι κανόνες εμπλοκής, η εκπαίδευση των χειριστών, η λειτουργία του συστήματος αυτοπροστασίας, οι ηλεκτρονικές και οι επιχειρήσεις κυβερνοχώρου και άλλοι παράγοντες για να εξαχθούν τεκμηριωμένα συμπεράσματα, για την κατάρριψη.

Φυσικά, η κατάρριψη του Rafale δεν μπορεί να υποβαθμίσει την αξία του ως πλατφόρμας για την εκπομπή πυρών αέρος – εδάφους και επιφανείας, όπως και αέρος-αέρος, σε διάφορα βεληνεκή, ακόμη και πέραν των 150 χιλιομέτρων, ανάλογα με τα όπλα που φέρει. Απλώς μας υπενθυμίζει ότι ένα δυτικό αεροσκάφος 4,5 γενιάς δεν είναι αφανές (stealth), μπορεί να εμπλακεί από πολύ μεγάλες αποστάσεις (πλέον 100 χιλιομέτρων) και να καταρριφθεί.

Επίσης ανατρέπεται με ηχηρό τρόπο, η ψευδαίσθηση των δυτικών κοινωνιών περί απόλυτης αεροπορικής κυριαρχίας, έναντι των αντιπάλων τους. Μετά το πέρας του Ψυχρού Πολέμου, όλες οι στρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξήχθησαν βασίσθηκαν στην πλήρη αεροπορική υπεροχή των δυτικών αεροπορικών δυνάμεων, με ηγέτη τις ΗΠΑ και ήταν πάντοτε έναντι υποδεεστέρων αντιπάλων. Αυτά επιβάλουν την επανεξέταση της κλασσικής εφαρμογής της αεροπορικής ισχύος (αναχαιτίσεις, βομβαρδισμοί, εγγύς αεροπορική υποστήριξη κτλ), έναντι ισοδυνάμων αντιπάλων, ώστε να τεθεί σε νέες βάσεις.

Η κλειστή αερομαχία, ο βομβαρδισμός στόχων σε βάθος με κλασσικές βόμβες γενικής χρήσεως, η συνοδεία προστασίας των επιθετικών αεροσκαφών με αντίστοιχα αμυντικά, η προσβολή στόχων προς υποστήριξη χερσαίων τμημάτων, η παροχή τακτικής προστασίας σε ναυτικές δυνάμεις, οι επιχειρησιακές και τακτικές μεταφορές και άλλα, αν οι τακτικές τους δεν είναι ξεπερασμένες, είναι σίγουρα απαραίτητο να προσεγγισθούν κάτω από το νέο πρίσμα των δυνατοτήτων εμπλοκής των αεροπορικών δυνάμεων σε μεγάλα βεληνεκή.

Παρότι το ενδιαφέρον από την εναέρια μάχη εκτός οπτικής επαφής, που διεξήχθη μεταξύ Ινδικών και Πακιστανικών αεροπορικών δυνάμεων, έχει επικεντρωθεί στην παρούσα φάση σε δύο αεροσκάφη και στα κύρια πυραυλικά συστήματα που έφεραν, είναι βέβαιο ότι οι ειδικοί όταν αποδεσμευθούν περισσότερα στοιχεία, θα προβούν σε πλήρη ανάλυση της μάχης. Θα εστιάσουν στην συμπεριφορά των αεροσκαφών, των χειριστών, των βλημάτων, των αισθητήρων, των επικοινωνιών κτλ ώστε να καταλήξουν σε αξιοποιήσιμα συμπεράσματα για τον νέο πλαίσιο που διαμορφώνεται για την εκδίπλωση της αεροπορικής ισχύος στο σύγχρονο πεδίο της μάχης, στο οποίο από ότι φαίνεται θα διαδραματίσουν θεμελιώδη ρόλο τα αφανή(stealth) αεροσκάφη, τα οποία όμως και αυτά έχουν τα τρωτά τους σημεία.

Φυσικά από αυτή, δεν μπορεί να απουσιάζουν τα αντιαεροπορικά συστήματα αλλά και τα drones. Επιπλέον η εναέρια αυτή μάχη θα πυροδοτήσει μια δυναμική στα προγράμματα εκσυγχρονισμού των αεροπορικών δυνατοτήτων διαφόρων χωρών, ώστε να καταστούν ικανές να ανταποκρίνονται στο σύγχρονο πεδίο της μάχης, αλλά και νέων συμμαχιών καθώς αναδύονται και νέοι προμηθευτές σύγχρονου και αξιόπιστου πολεμικού υλικού.

Η Ελλάδα, καθώς βρίσκεται σε μια παρατεταμένη σύγκρουση με την Τουρκία, στην οποία η αεροπορική ισχύς και από τις δύο πλευρές διαδραματίζει κεντρικό ρόλο, πάρα την υπερδιετή διακοπή των παραβιάσεων του ελληνικού εναερίου χώρου από την τουρκική πολεμική αεροπορία, μπορεί να αντλήσει χρήσιμα διδάγματα από την πρόσφατη αερομαχία που αναφέρθηκε ανωτέρω. Πρώτον, οι κλειστές αερομαχίες που ελάμβαναν χώρα στο Αιγαίο, μεταξύ ελληνικών και τουρκικών αεροσκαφών στο πλαίσιο των παραβιάσεων, υπερπτήσεων του εθνικού εναερίου χώρου και των παραβάσεων των κανόνων εναέριας κυκλοφορίας, είναι ξεπερασμένη τακτική η οποία δεν μπορεί να εφαρμοσθεί σε μια πραγματική κατάσταση.

Δεύτερον, η Ελλάδα έχει επενδύσει σε δυνατότητες αναχαιτίσεως πέραν της οπτικής επαφής όπως επίσης και σε αφανή αεροσκάφη (stealth), τα οποία της δίνουν τη δυνατότητα να επιχειρήσει αποδοτικά στο σύγχρονο πεδίο της μάχης. Φυσικά χρειάζεται πολύ προσπάθεια ακόμη.

Τρίτον, η Τουρκία είναι γνωστό ότι αναζητεί εναγωνίως δυνατότητες παρόμοιες με αυτές τις Ελλάδος και πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα θα το επιτύχει. Στην περίπτωση αυτή μια αεροπορική μάχη μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας θα λάβει παρόμοιο χαρακτήρα, όπως αυτή μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Τα ελληνικά αεροσκάφη θα αναπτυχθούν στο μέσο του Αιγαίου, τα αντίστοιχα τουρκικά πάνω από το έδαφος της Μικράς Ασίας και θα ανταλλάξουν πυρά με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς. Φυσικά, όλες οι άλλες αποστολές και των δύο πλευρών πρέπει να επανεξετασθούν και να επανασχεδιασθούν με βάση τα νέα δεδομένα.

Κλείνοντας, η εναέρια μάχη της 7ης Μαΐου μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν διαμόρφωσε μια τεράστια πρόκληση, τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και στο τοπικό, που αφορά και στην Ελλάδα, για την αποτελεσματική χρησιμοποίηση της αεροπορικής ισχύος στο σύγχρονο πεδίο της μάχης. Ο αποφασιστικός παράγοντας που θα την καθοδηγήσει είναι η τεχνολογία, η οποία πρέπει να παρακολουθείται συστηματικά και να μεταφέρεται στο πεδίο, με νέες επιχειρησιακές αντιλήψεις και δόγματα, άλλως θα παραμείνει αναξιοποίητη και γράμμα κενό.


Ο Κωνσταντίνος Γκίνης είναι στρατηγός ε.α. – Επίτιμος Α/ΓΕΣ