Στην παρέμβασή του στο Συμβούλιο Ασφαλείας στη συζήτηση για τη Συρία, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης που ασκούσε καθήκοντα προέδρου, αναφέρθηκε στην ιστορική αλλαγή που έγινε στη Συρία με την πτώση του προηγούμενου καθεστώτος.
Όπως τόνισε, πρόκειται για έναν «σεισμικό» μετασχηματισμό που αναζωπύρωσε την ελπίδα για τον συριακό λαό, προσθέτοντας ότι «πρέπει να κρατήσουμε αυτή τη φλόγα της ελπίδας ζωντανή, παρά τις προκλήσεις που μπορούν να την σβήσουν».
Ο κ. Γεραπετρίτης υπογράμμισε ότι η Συρία βρίσκεται σήμερα μπροστά σε μια ιστορική ευκαιρία να επιτύχει πρόοδο και να διαδραματίσει ρόλο σταθερότητας στην περιοχή. Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρθηκε στην παραδοσιακή φιλία Ελλάδας-Συρίας, καθώς και στην επίσκεψη του στη Δαμασκό τον Φεβρουάριο, ακολουθούμενη από συμμετοχή σε διεθνή συνέδρια σε Παρίσι και Βρυξέλλες. Εξέφρασε τη βούληση της Ελλάδας να συμβάλει περαιτέρω στην ανοικοδόμηση της Συρίας και στη διατήρηση της «πλούσιας εθνοθρησκευτικής της ποικιλομορφίας».
Ο κ. Γεραπετρίτης ανέπτυξε τρεις βασικούς άξονες παρέμβασης:
Πολιτική μετάβαση χωρίς αποκλεισμούς. Η πρώτη του επισήμανση αφορούσε την ανάγκη η Συρία να προχωρήσει σε μια πολιτική μετάβαση «πλήρως χωρίς αποκλεισμούς», σύμφωνα με τις αρχές του Ψηφίσματος 2254 του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η συριακή κοινωνία, υπογράμμισε, αποτελεί «ένα μωσαϊκό από διαφορετικά στοιχεία, ικανά να ευδοκιμήσουν μαζί με ειρήνη και αρμονία». Εξού και η μεταβατική κυβέρνηση πρέπει να εξασφαλίσει την πολιτική ενσωμάτωση όλων: Χριστιανών, Αλαουιτών, Δρούζων, Κούρδων, με τη συμμετοχή όλων των Σύρων, «συμπεριλαμβανομένων των γυναικών».
Ο υπουργός Εξωτερικών αναγνώρισε θετικές ενδείξεις, όπως καταγράφηκαν στην ενημέρωση του ειδικού απεσταλμένου του γεν. γραμματέα, Γκίαρ Πέντερσεν, αλλά επέμεινε πως «υπάρχει σημαντικό περιθώριο βελτίωσης». Τόνισε την ανάγκη «το Σύνταγμα που θα ακολουθήσει τη Συνταγματική Διακήρυξη να αντικατοπτρίζει τις φωνές μιας πολυεθνοτικής και πολυθρησκευτικής κοινωνίας».
Ειδική αναφορά έκανε στην αξία της Συμφωνίας μεταξύ SDF και Δαμασκού της 10ης Μαρτίου, η οποία «δεσμεύει τα μέρη σε ειρηνική προσέγγιση». Η αντιμετώπιση τεχνικών θεμάτων, όπως το φράγμα Tishreen, θεωρήθηκε θετική εξέλιξη για την περιφερειακή σταθερότητα.
Ωστόσο, προειδοποίησε για τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης από ένοπλες ομάδες στον Βορρά, καλώντας τη μεταβατική κυβέρνηση να διασφαλίσει ότι αυτές «δεν θα παρεμποδίσουν τη διαδικασία». Παράλληλα, ζήτησε από τους περιφερειακούς δρώντες «να απέχουν από πράξεις βίας ή κλιμάκωσης».
Ο κ. Γεραπετρίτης έθεσε και θέμα ασφαλείας, σημειώνοντας ότι «η αποχώρηση των ξένων μαχητών και η ένταξη όλων των ένοπλων ομάδων στις εθνικές δυνάμεις ασφαλείας, με παράλληλο αποκλεισμό των τρομοκρατικών και εξτρεμιστικών στοιχείων», αποτελεί βασική προϋπόθεση για την πολιτική σταθερότητα.
Λογοδοσία και μεταβατική δικαιοσύνη. Δεύτερος κεντρικός άξονας της Ελλάδας είναι η ανάγκη για «λογοδοσία και προώθηση της μεταβατικής δικαιοσύνης». Ο κ. Γεραπετρίτης αναφέρθηκε στα φρικτά γεγονότα του Μαρτίου, όπου «χιλιάδες αθώοι πολίτες, κυρίως Αλαουίτες και Χριστιανοί», έχασαν τη ζωή τους στη Δυτική Συρία. Επισήμανε ότι το Συμβούλιο καταδίκασε απερίφραστα αυτά τα γεγονότα και αναμένει τη δημοσίευση των ευρημάτων της Ερευνητικής Επιτροπής.
Επιπλέον, εξέφρασε ανησυχία για τη βία που ξέσπασε στο Νότο κατά της Δρούζικης κοινότητας, τονίζοντας πως «για να γυρίσει σελίδα η Συρία, πρέπει να σταματήσει η σεχταριστική βία». Κάλεσε τις μεταβατικές αρχές να «διατηρήσουν την τάξη, να ελέγξουν τις ένοπλες ομάδες, να προστατεύσουν όλους τους πολίτες και να φέρουν ενώπιον της δικαιοσύνης τους υπαίτιους».
Εξέφρασε την υποστήριξη της Ελλάδας σε «ταχεία, διαφανή, αξιόπιστη και αμερόληπτη έρευνα», με συμμετοχή των σχετικών μηχανισμών του ΟΗΕ. Παράλληλα, αναγνώρισε τη συμμετοχή του ΥΠΕΞ της Συρίας στη Γενική Συνέλευση και τη «δήλωση ετοιμότητας για συνεργασία με διεθνείς μηχανισμούς λογοδοσίας», τονίζοντας πως «ο κόσμος περιμένει τα λόγια να συνοδευθούν από πράξεις».
Αντιμετώπιση της οικονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης. Ως τρίτο σημείο, ο υπουργός Εξωτερικών ανέδειξε το «ευάλωτο και δύσκολο» οικονομικό και ανθρωπιστικό περιβάλλον που αντιμετωπίζει η Συρία. Σημείωσε ότι «η χώρα αντιμετωπίζει ευρύτατη καταστροφή» και θύμισε ότι η Ελλάδα ήταν μεταξύ εκείνων που δεσμεύθηκαν οικονομικά στο 9ο Συνέδριο των Βρυξελλών. Δήλωσε ότι η Ελλάδα «παραμένει δεσμευμένη στη στήριξη των Σύριων καθώς ανοικοδομούν το έθνος τους».
Αναφερόμενος στην ΕΕ, επισήμανε πως υπήρξε «άμεση αναστολή ορισμένων περιοριστικών μέτρων», στο πλαίσιο «σταδιακής, υπό όρους και αναστρέψιμης προσέγγισης». Τόνισε ότι περαιτέρω άρσεις θα εξεταστούν με βάση την πρόοδο ως προς τη λογοδοσία, τη συμμετοχικότητα της πολιτικής διαδικασίας και τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου και των κυριαρχικών δικαιωμάτων των γειτονικών κρατών.
Αναφέρθηκε επίσης στην ανακοίνωση του Προέδρου Τραμπ για άρση των αμερικανικών κυρώσεων, σημειώνοντας ότι αυτή «αποτελεί σημαντική ευκαιρία για τη Συρία», εφόσον συνεργαστεί στενά με τους γείτονές της για την περιφερειακή σταθερότητα.
Προειδοποίησε, ωστόσο, για τον συνεχιζόμενο κίνδυνο από ριζοσπαστικές ομάδες και ξένους μαχητές. «Η βιωσιμότητα και ασφάλεια των καταυλισμών μαχητών του ISIS και των οικογενειών τους στη Βορειοανατολική Συρία είναι καίριας σημασίας», υπογράμμισε.
Τόνισε ακόμα πως η σταθερότητα της Συρίας θα επιτρέψει στη «σημαντική διασπορά της» να επιστρέψει με ασφάλεια και εθελοντικά.
Κλείνοντας, ο κ. Γεραπετρίτης επαναβεβαίωσε την πλήρη στήριξη της Ελλάδας «στην κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Συρίας», καλώντας σε καθολικό σεβασμό του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Δικαίου της Θάλασσας.
«Η Ελλάδα θέλει να δει τη Συρία να πετυχαίνει», δήλωσε, και να αποτελέσει «παράδειγμα ότι μια χώρα μπορεί να επιστρέψει ακόμη και από τις πιο δύσκολες συνθήκες». Για να συμβεί αυτό, η ηγεσία της Συρίας πρέπει να αγκαλιάσει μια «αυθεντικά συριακή και χωρίς αποκλεισμούς πολιτική μετάβαση, προάγοντας τη λογοδοσία, τη μεταβατική δικαιοσύνη και μια βιώσιμη συμφιλίωση».
Κατέληξε εκφράζοντας την πλήρη υποστήριξη της Ελλάδας στον ΟΗΕ και στον ειδικό απεσταλμένο Γκίαρ Πέντερσεν «σε αυτή την πορεία».