Τι φέρνουν στις αγορές τα deals των ΗΠΑ για τους δασμούς
Shutterstock
Shutterstock

Τι φέρνουν στις αγορές τα deals των ΗΠΑ για τους δασμούς

Η νέα πραγματικότητα των υψηλότερων δασμών αποτελεί μείζον ζήτημα για τα χρηματιστήρια καθώς επηρεάζει όχι μόνο τα κέρδη των εισηγμένων αλλά και το γενικότερα κλίμα στις αγορές. Αυτό αποδείχτηκε με τον πιο πειστικό τρόπο τον περασμένο Απρίλιο, όταν οι βασικοί δείκτες της Wall Street έφταναν να υποχωρούν έως και άνω του 20% από τα ιστορικά υψηλά του Φεβρουαρίου.

Ο κίνδυνος μίας bear market περιορίστηκε στη συνέχεια όταν η ένταση αποκλιμακώθηκε, από τη στιγμή που οι ΗΠΑ άρχισαν να συνάπτουν εμπορικές συμφωνίες με τους βασικότερους εμπορικούς εταίρους τους.

Κάθε συμφωνία που καταλήγει σε δασμούς χαμηλότερους από εκείνους που είχε ανακοινώσει ο Τραμπ στις αρχές Απριλίου στη λεγόμενη «Ημέρα Απελευθέρωσης» αποτελεί μία μικρή «νίκη» για τις αγορές. Ή αν θέλετε έναν ακόμη λόγο αισιοδοξίας ότι το νέο ράλι που έχει ξεκινήσει ουσιαστικά από τον Απρίλιο, μπορεί να έχει και συνέχεια.

Ο S&P 500 έκλεισε την Τετάρτη 23/7 στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, στις 6.358 μονάδες, σημειώνοντας άνοδο 5,5% τον τελευταίο μήνα και καταγράφοντας ένα εντυπωσιακό ράλι της τάξης του 23% από τις 21 Απριλίου και 27,6% από τις 8 Απριλίου.

Βλέπετε, οι επενδυτές είχαν συνηθίσει να κοιτάζουν μόνο υψηλότερα τα τελευταία χρόνια και θέλουν να πιστεύουν ότι η δίμηνη περίπου πτώση (από 20 Φεβρουαρίου έως 20 Απριλίου) θα αποτελέσει απλά και μόνο μία… ανάπαυλα.

Τώρα, λοιπόν, που πλησιάζουμε στη νέα διορία της 1ης Αυγούστου, οι αγορές προσπαθούν να αξιολογήσουν τις εξελίξεις. Το σημαντικό νέο των ημερών είναι η διαφαινόμενη συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε., στην οποία αναφέρθηκαν οι Financial Times.

Το καθεστώς των υψηλότερων δασμών το οποίο έχει αρχίσει να διαμορφώνεται ανά την υφήλιο συνεπάγεται υψηλότερα κόστη για τις επιχειρήσεις, γεγονός που μπορεί να πλήξει τα περιθώρια κέρδους και να επηρεάσει κατ’ επέκταση τις χρηματιστηριακές επιδόσεις των μετοχών. Όμως οι εμπορικές συμφωνίες των ΗΠΑ με μεγάλες αγορές όπως της Ιαπωνίας ή ακόμη και το πιθανό deal με την Ε.Ε. δίνει στις αγορές ένα πλαίσιο ηπιότερο από τους δασμούς που είχαν εξαγγελθεί στο αποκορύφωμα του εμπορικού πολέμου, που σημαίνει και καλύτερες πιθανότητες προσαρμογής.

Μην ξεχνάμε ότι η Ε.Ε. ετοιμαζόταν να προχωρήσει σε αντίποινα, «χτυπώντας» τις ΗΠΑ με δασμούς 30% σε προϊόντα αξίας άνω των 100 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, στην περίπτωση που εντέλει η Ουάσιγκτον καταλήξει σε συμφωνία και με την Ε.Ε., για δασμούς 15%, ανάλογη δηλαδή με τη συμφωνία με την Ιαπωνία, οι αγορές θα αντιδράσουν θετικά και σε δεύτερο χρόνο θα μπορέσουν να αφήσουν πίσω την απαισιοδοξία που επικρατούσε τον περασμένο Απρίλιο.

Αυτή είναι η θετική πλευρά των εξελίξεων: να «ξεχάσουν» δηλαδή οι αγορές το δυσμενές σενάριο, ήτοι τον κίνδυνο ενός γενικευμένου εμπορικού πολέμου και φυσικά τον κίνδυνο ύφεσης.

Η άλλη πλευρά του νομίσματος έχει να κάνει με τον υπερβολικό εφησυχασμό που δείχνουν οι επενδυτές. Διότι ακόμη και με τις νέες εμπορικές συμφωνίες, η παγκόσμια οικονομία θα πρέπει να μάθει να λειτουργεί σε καθεστώς υψηλότερων δασμών.

Αναλυτές επενδυτικών οίκων εκτιμούν ότι οι δασμοί ενισχύουν τις πληθωριστικές πιέσεις και μειώνουν την καταναλωτική ζήτηση, με αποτέλεσμα να επιβραδύνει η οικονομική ανάπτυξη όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Όπως σημειώνει η Morningstar Wealth, οι επενδυτές επιδεικνύουν μία επικίνδυνη… απάθεια στις αρνητικές ειδήσεις. Ένα φαινόμενο που δεν περιορίζεται μόνο στις εξελίξεις στο πεδίο των δασμών.

Τα χρηματιστήρια επέδειξαν αξιοζήλευτη ανθεκτικότητα τόσο κατά τη διάρκεια των γεωπολιτικών αναταράξεων στη Μέση Ανατολή, όσο και στην πιθανότητα να απολύσει ο Τραμπ τον Τζερόμ Πάουελ, διοικητή της Fed. Οι επενδυτές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Τραμπ δεν κάνει πραγματικότητα τις απειλές του και γι’ αυτό πλέον δεν αντιδρούν υπερβολικά. Όμως για τον ίδιο λόγο το ράλι του 23% θα μπορούσε να κινδυνεύει.

Γιατί αυτή η «απάθεια» κρύβει τα προβλήματα που υπάρχουν, όπως τις αλλαγές που φέρνει το νέο καθεστώς των δασμών. Ο μέσος δασμολογικός συντελεστής σήμερα είναι ο υψηλότερος από τη δεκαετία του 1930 και οι αναλυτές της Morningstar εκτιμούν ότι για τις ΗΠΑ θα διαμορφωθεί στο 11,5% μεταξύ 2025 και 2029, όταν προηγουμένως περιοριζόταν στο 2,4%.

Τα μέχρι σήμερα τριμηνιαία αποτελέσματα των εισηγμένων στη Wall Street υποστηρίζουν τα νέα υψηλά αλλά αυτό δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο και για τη συνέχεια, όταν οι επιπτώσεις των υψηλότερων δασμών θα γίνουν αισθητές. Και αν τα αποτελέσματα αρχίσουν να εμφανίζονται χειρότερα των προσδοκιών η μεταβλητότητα θα επιστρέψει…