Στη δίνη του πληθωρισμού οι αγορές

Στη δίνη του πληθωρισμού οι αγορές

Μετά από έξι μήνες ηχηρών απωλειών, οι αγορές ψάχνουν να βρουν τα πατήματά τους σε ένα περιβάλλον που μοιάζει με κινούμενη άμμο, καθώς η μία αβεβαιότητα διαδέχεται την άλλη. Το σενάριο που επικρατεί σήμερα είναι ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα για καιρό, με αποτέλεσμα οι κεντρικές τράπεζες να πρέπει να προβούν σε πιο επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων, αυξάνοντας τις πιθανότητες ύφεσης.

Και όσο η ύφεση θα πλησιάζει τόσο οι αγορές θα προσπαθούν να εκτιμήσουν το βάθος και τη διάρκειά της, μέχρι να προεξοφλήσουν το χειρότερο σενάριο και να δούμε αντιστροφή της τάσης. Αυτός είναι ο βασικός λόγος που οι αγορές μοιάζουν εγκλωβισμένες: Δεν είναι ξεκάθαρο, και επομένως δεν έχει προεξοφληθεί, το χειρότερο σενάριο.

Η χθεσινή αντίδραση των αγορών στην εκτίναξη του πληθωρισμού στις ΗΠΑ στο 9,1% που είναι νέο υψηλό 41 ετών, προσφέρει ίσως μία προβολή των τάσεων που θα επικρατήσουν το επόμενο διάστημα. Οι μετοχές επηρεάστηκαν αρχικά αρνητικά από το νέο άλμα του πληθωρισμού, που ήταν υψηλότερο από κάθε πρόβλεψη, αλλά στη συνέχεια οι επενδυτές είδαν τα πράγματα πιο ψύχραιμα και άρχισαν να ποντάρουν στις εκτιμήσεις που θέλουν το φαινόμενο να κορυφώνεται.

Η αλήθεια βέβαια είναι πως μάχη με τον πληθωρισμό μόλις ξεκίνησε. Μπορεί η συνεχόμενη άνοδος των τιμών να πλήττει νοικοκυριά και επιχειρήσεις εδώ και μήνες και η Fed να έχει ήδη προχωρήσει στις πρώτες αυξήσεις επιτοκίων, όμως τα στοιχεία για τον πληθωρισμό υποδεικνύουν ότι έχουμε μπροστά μας πολλά επεισόδια πριν επανέλθει η ισορροπία στο σύστημα, ήτοι πριν υποχωρήσει ο δείκτης κοντά στο 2%.

Γι’ αυτό χθες, δευτερόλεπτα μετά την ανακοίνωση για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ, οι αναλυτές άρχισαν να ξαναγράφουν τις εκτιμήσεις τους για την επόμενη κίνηση της Fed. Είναι πλέον πολύ πιθανό ο Τζερόμ Πάουελ να ανακοινώσει σε δύο εβδομάδες από σήμερα (26-27/7) νέα αύξηση, αυτή τη φορά κατά 100 μονάδες βάσης ή μία ποσοστιαία μονάδα, στο 2,5%-2,75%. Σύμφωνα με το βαρόμετρο της CME για τις αποφάσεις της Fed, το ποσοστό των traders που αναμένουν αύξηση 100μ.β. στην επόμενη συνεδρίαση αυξήθηκε χθες στο 42% από 7,6% που βρισκόταν… προχθές, ενώ η πιθανότητα αύξησης 75 μ.β. μειώθηκε από το 92,4% στο 58%.

Υπενθυμίζεται ότι στη συνεδρίαση του Ιουνίου, η Fed αύξησε τα επιτόκια κατά 0,75% στην πιο επιθετική αύξηση από το 1994, στο 1,5%-1,75%. Για την ιστορία να πούμε επίσης ότι το υψηλότερο επιτόκιο της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας καταγράφηκε στο 20% το 1980, όταν ο τότε κεντρικός τραπεζίτης Πολ Βόλκερ προσπάθησε να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, ενώ το χαμηλότερο επιτόκιο ήταν το 2020, όταν στον απόηχο της πανδημίας η Fed μείωσε τα επιτόκια στο 0%-0,25%.

Σήμερα, λοιπόν, οι αγορές προετοιμάζονται για μακρά περίοδο… συγκινήσεων. Όσοι οι πιθανότητες ύφεσης αυξάνονται τόσο θα πελαγοδρομούν, αδυνατώντας να βρουν στηρίγματα καθώς τα αισιόδοξα σενάρια αποτελούν είδος προς εξαφάνιση. Όσο ο πληθωρισμός συνεχίζει να εμφανίζεται τετραπλάσιος ή πενταπλάσιος του στόχου που έχουν θέσει οι κεντρικές τράπεζες, τόσο θα ενισχύονται οι προοπτικές αύξησης των επιτοκίων και θα καθίσταται δυσκολότερη η ομαλή προσγείωση της οικονομίας, ήτοι η καταπολέμηση του πληθωρισμού χωρίς να προκληθεί ύφεση.

Δεν το λέμε εμείς αλλά η Fed. Σε νέα της μελέτη η καθ’ ύλην αρμόδια για τον πληθωρισμό, παραδέχεται ότι η πιθανότητα ύφεσης μέσα στο 2023 έχει αυξηθεί στο 35% και μάλιστα στο βασικό σενάριο, το οποίο προβλέπει ότι ο δομικός πληθωρισμός θα υποχωρήσει το 2023 σε επίπεδο περίπου 1 ποσοστιαία μονάδα υψηλότερο από την μακροπρόθεσμη τάση του.

Στο σενάριο, ωστόσο, που οι αυξήσεις επιτοκίων είναι πιο επιθετικές, ο δομικός πληθωρισμός πέφτει σε «φυσιολογικά» επίπεδα το 2023 αλλά η πιθανότητα ύφεσης αυξάνεται στο 60%, ποσοστό που όπως τονίζει η Fed, συνήθως οδηγεί σε ύφεση. Τη μελέτη υπογράφουν οι Αντρέα Αγέλο, Λούκα Μπενζόνι, Μακένα Σουίν, Γιάνικ Τίμερ και Φρανσίσκο Βάσκεθ-Γκράντε.

Στην Ευρώπη τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα και ο δρόμος έως την κορύφωση του πληθωρισμού ενδεχομένως να είναι ακόμη μακρύς, αφού πολλά εξαρτώνται από το ρωσικό φυσικό αέριο. Οι επενδυτές παρακολουθούν με αγωνία τις εξελίξεις σε ό,τι αφορά την επανεκκίνηση του Nord Stream 1, του οποίου η λειτουργία διακόπηκε για συντήρηση και χθες η Gazprom προειδοποίησε ότι δεν μπορεί να εγγυηθεί τη λειτουργία του αγωγού. Αν επιβεβαιωθούν οι φόβοι και οι ροές δεν επιστρέψουν σε φυσιολογικά επίπεδα τότε το outlook για τις ευρωπαϊκές αγορές θα «μαυρίσει» επικίνδυνα.