Τι εξάμηνο ήταν αυτό για τις παγκόσμιες αγορές. Γεμάτο συγκινήσεις και ανατροπές. Στο πρώτο μισό του 2025, η αγωνία, η ανησυχία και ο φόβος, σε παγκόσμιο οικονομικό και γεωπολιτικό επίπεδο, συνδυάστηκαν με νέα ιστορικά υψηλά για τα μεγαλύτερα χρηματιστήρια του πλανήτη. Ορισμένοι πιστεύουν ότι υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης και άλλοι ότι θα συνεχιστεί το… κρεσέντο της αβεβαιότητας. Τι από τα δύο θα συμβεί;
Αρχικά να πούμε πως από τη στιγμή που όλα όσα ζήσαμε με τους δασμούς και την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή δεν πτόησαν τους επενδυτές – με αποτέλεσμα ο S&P 500 να φτάνει περίπου 1% υψηλότερα από το ιστορικό υψηλό του Φεβρουαρίου -δύσκολα θα γίνει κάτι που θα τις… ταράξει. Κι όμως, τα χρηματιστήρια έχουν αποδείξει ότι κινούνται πολλές φορές αλλοπρόσαλλα. Σε καιρούς αναταράξεων (κυρίως όταν αυτές προέρχονται από το γεωπολιτικό πεδίο) ψάχνουν αφορμές για άνοδο και σε περιόδους νηνεμίας αναζητούν αυτό το κάτι που θα φέρει διόρθωση.
Σε κάθε περίπτωση, δύσκολα θα δούμε εντυπωσιακά κέρδη. Η Morgan Stanley, για παράδειγμα, ενώ βλέπει περιθώρια περαιτέρω ανόδου, διατηρεί την τιμή-στόχο για τον S&P 500 στις 6.500 μονάδες, που συνεπάγεται κέρδη 5,3% στο επόμενο 12μηνο και σε σύγκριση με το κλείσιμο της Δευτέρας 30/6.
Για να γίνει αντιληπτό το επίπεδο της νευρικότητας στις αγορές, αρκεί να πούμε ότι η μεταβλητότητα στο α’ εξάμηνο ήταν σχεδόν διπλάσια κατά μέσο όρο σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024. Ήταν τόσο μεγάλες οι διακυμάνσεις που συγκρίνονται μόνο με την εποχή της ενεργειακής κρίσης και με το δεύτερο κύμα της πανδημίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο «δείκτης φόβου» VIX έφτασε στις 7 Απριλίου στις 60 μονάδες, αντανακλώντας τις ανησυχίες για τους δασμούς του Ντόναλντ Τραμπ. Η τελευταία φορά που βρέθηκε τόσο ψηλά ήταν στις 5 Αυγούστου του 2024 (όταν σημειώθηκε το μεγάλο sell-off) και η αμέσως προηγούμενη ήταν τον Μάρτιο του 2020, στο αποκορύφωμα της αβεβαιότητας σχετικά με τον κορονοϊό.
Λογικό θα έλεγε κάποιος, από τη στιγμή που νέος πρόεδρος στις ΗΠΑ ορκίστηκε τον Ιανουάριο ο Τραμπ, παρουσιάζοντας μεγαλεπήβολα –και πολλές φορές ακραία– σχέδια, τα οποία προκάλεσαν τεράστιες αναταράξεις. Η καταιγίδα των δασμών οδήγησε στο χαμηλό του Απριλίου, φτάσαμε ένα βήμα πριν από παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο ενώ υπήρξαν ανησυχίες μέχρι και για «κανονικό» παγκόσμιο πόλεμο, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες ενεπλάκησαν στη σύγκρουση Ιράν-Ισραήλ.
Σήμερα, η καταιγίδα των δασμών έχει καταλαγιάσει, ο κίνδυνος γενικευμένης σύρραξης στη Μέση Ανατολή έχει – τουλάχιστον προσώρας – αποφευχθεί και η Wall Street απολαμβάνει τα υψηλότερα επίπεδα όλων των εποχών.
Η Morgan Stanley πάντως εκτιμά ότι οι μετοχές εμφανίζουν περιθώρια περαιτέρω ανόδου για τρεις λόγους. Ο πρώτος σχετίζεται με τα κέρδη διότι οι προοπτικές των κερδών του S&P 500 έχουν βελτιωθεί σημαντικά τις τελευταίες εβδομάδες. Και αυτό γιατί κυριαρχεί η αντίληψη ότι η ζημιά από τον εμπορικό πόλεμο είναι διαχειρίσιμη. Είναι ενδεικτικό ότι ο δείκτης ERB (earnings revision breadth) που μετράει το πόσο διαδεδομένες είναι οι θετικές ή αρνητικές αναθεωρήσεις των εκτιμήσεων για τα κέρδη, έχει ενισχυθεί από το -25% στα μέσα Απριλίου στο -5% σήμερα. Σύμφωνα με την Morgan Stanley, αυτή η βελτίωση «δείχνει» ανοδική τάση για τις μετοχές.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι και ο πιο σημαντικός για το επενδυτικό κλίμα. Όπως έχει επανειλημμένα αναφέρει το Liberal.gr, οι επενδυτές θεωρούν δεδομένη τη στροφή της Fed στο β’ εξάμηνο του έτους και η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής ευνοεί πάντα τις μετοχές. Μάλιστα, η Morgan Stanley εκτιμά ότι η Fed θα προχωρήσει σε 7 μειώσεις επιτοκίων το 2026, καθώς η ανεργία θα αρχίσει να την απασχολεί περισσότερο από τον πληθωρισμό. Και επειδή τα χρηματιστήρια προεξοφλούν τις εξελίξεις αυτές, θα κινηθούν ανοδικά όχι όταν γίνουν οι μειώσεις αλλά όταν σιγουρευτούν ότι έρχονται.
Ο τρίτος παράγοντας που επισημαίνει η Morgan Stanley είναι αυτός που αναφέραμε παραπάνω. Ότι τα χρηματιστήρια πολλές φορές αγνοούν τους γεωπολιτικούς κινδύνους και επανέρχονται πολύ γρήγορα σε τροχιά ανόδου, όταν τελειώνει μία γεωπολιτική κρίση. Τώρα που ο κίνδυνος εκτίναξης των τιμών του πετρελαίου έχει περιοριστεί, οι επενδυτές βλέπουν με μεγαλύτερη αισιοδοξία το μέλλον.
Μία άλλη προοπτική αφορά στην πορεία του δολαρίου. Η σύντομη κρίση στη Μ. Ανατολή προσέφερε κάποια στήριξη στο αμερικανικό νόμισμα αλλά τις τελευταίες μέρες η ισοτιμία με το ευρώ έσπασε ανοδικά το φράγμα των 1,17 δολαρίων και πλέον οι αναλυτές βλέπουν στον ορίζοντα το επίπεδο των 1,20 δολαρίων. Για να φτάσουμε εκεί θα χρειαστεί να υπάρξει κάποια εξέλιξη με τους δασμούς, τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα ή την ανεξαρτησία της Fed, που θα ενισχύσει το risk premium του δολαρίου, σημειώνει η ING. Επίσης, μία στροφή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ προς πιο χαλαρή νομισματική πολιτική θα ωθήσει την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου προς τα 1,20 δολάρια.