Με τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ να πλησιάζουν τον επόμενο μήνα, αλλαγές στην εμπορική πολιτική και τους δασμούς θα εξαρτηθούν από το αποτέλεσμα της κάλπης και θα επηρεάσουν τόσο την οικονομία όσο και τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια.
Σύμφωνα με την επενδυτική τράπεζα Morgan Stanley, η εμπορική πολιτική είναι από τους τομείς που είναι οι πιο ευαίσθητοι στο αποτέλεσμα της κάλπης. Οι επιπτώσεις νέων και υψηλότερων δασμών στην οικονομία μπορεί να είναι διευρυμένες με αντίκτυπο στην κατανάλωση, την ανάπτυξη, τον πληθωρισμό και τη χρηματιστηριακή αγορά.
Από τη μία η εμπορική πολιτική της υποψήφιας των Δημοκρατικών Kamala Harris δείχνει πως θα είναι συνέχεια της πολιτικής του προέδρου Joe Biden. Ωστόσο, η εικόνα δεν είναι ξεκάθαρη και δημιουργεί ένα βαθμό αβεβαιότητας για τους επενδυτές.
Από την άλλη, οι προτάσεις του πρώην προέδρου και υποψήφιου των Ρεπουμπλικανών Donald Trump περιλαμβάνουν αυξημένους δασμούς στις εισαγωγές από την Κίνα αλλά και μια οριζόντια αύξηση που μπορεί να πιέσει την παραγωγικότητα, την ανάπτυξη και να προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις.
Μένει λιγότερο από ένας μήνας μέχρι τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ και οι επενδυτές προσπαθούν να καταλήξουν στο ποιες μπορεί να είναι οι επιπτώσεις μακροπρόθεσμα στην οικονομία και στις αγορές από τις πολιτικές που υποστηρίζουν οι δύο υποψήφιοι.
Η πολιτική για τους δασμούς μπορεί να έχει αντίκτυπο στην οικονομία, το ΑΕΠ, τον πληθωρισμό, στις δαπάνες των νοικοκυριών και στην πορεία των αγορών.
Συγκεκριμένα, ο πρώην πρόεδρος Trump προτείνει σχέδιο επιθετικής αύξησης των δασμών, στο 60% για τα κινεζικά αγαθά αλλά και το λανσάρισμα ενός νέου «παγκόσμιου» δασμού για όλες τις υπόλοιπες αγορές που θα είναι της τάξης του 10%-20%.
Ένα καθεστώς επιθετικής αύξησης των δασμών μπορεί να αναζωπυρώσει τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ και να πλήξει την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα, σημειώνει η Morgan Stanley.
Στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, η νυν αντιπρόεδρος Kamala Harris δεν έχει προσφέρει σαφή κατεύθυνση της πολιτικής που έχει κατά νου αλλά δεν έχει δείξει κάποια επιθυμία να αλλάξει τη σημερινή δομή, που σημαίνει ότι οι πολιτικές της, εάν εκλεγεί, μπορεί να παραμείνουν ευθυγραμμισμένες με αυτές της κυβέρνησης Biden. Τα πρώτα συμπεράσματα που πρέπει να έχουν υπόψη οι επενδυτές όπως έχουν τα πράγματα σήμερα:
Πόσο έχουν επηρεάσει οι τωρινοί δασμοί τα νοικοκυριά
H σημερινή δομή των δασμών δεν έχει δημιουργήσει διάχυτες πληθωριστικές πιέσεις, ωστόσο, έφερε υψηλότερα κόστη για τους καταναλωτές στις ΗΠΑ. Οι δασμοί που εισήγαγε ο Trump όταν ήταν πρόεδρος συνεχίστηκαν από την κυβέρνηση Biden και μαζί με την αντίδραση της Κίνας είχαν σαν αποτέλεσμα το ισοδύναμο μιας ετήσιας επιβάρυνσης $80 δισ. για τους Αμερικανούς, που μεταφράζεται γύρω στα $200-$300 ετησίως ανά νοικοκυριό.
Πώς μπορεί να επηρεαστεί ο πληθωρισμός από μεταβολές στην πολιτική των δασμών
Ενώ η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ πιθανότατα θα μείνει σταθερή σε μια κυβέρνηση Harris, oι αυξήσεις που προτείνει ο Trump στους δασμούς μπορεί να ανεβάσουν τον πληθωρισμό στην οικονομία των ΗΠΑ και να επηρεάσουν αρνητικά την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη.
Μια αύξηση της τάξης του 60% στους δασμούς στα κινεζικά προιόντα και ένας δασμός 10%-20% στις εισαγωγές αγαθών από τις υπόλοιπες αγορές θα προσέθετε πληθωρισμό 2,5% και θα μείωνε το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά 0,5% τα δύο πρώτα χρόνια εφαρμογής του.
Mπορεί να πλήξει μια αύξηση των δασμών τη χρηματιστηριακή αγορά και την οικονομία στις ΗΠΑ;
Οι επιπτώσεις των δασμών εξαρτώνται από τη φάση του οικονομικού κύκλου. Οταν εισάγονται υπάρχει μεγαλύτερη επίπτωση στην παραγωγικότητα όταν η οικονομία βρίσκεται σε φάση επέκτασης.
Σύμφωνα με μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το 2019, μια αύξηση δασμών 5% με την οικονομία σε φάση ανάπτυξης μπορεί να μειώσει την παραγωγικότητα κατά 1% σε βάθος πενταετίας. Αντίθετα, οι δασμοί αυξάνουν την παραγωγικότητα όταν η οικονομία βρίσκεται σε φάση συρρίκνωσης, αλλά η επίπτωση είναι στατιστικά μη σημαντική. Η επίπτωση στο χρηματιστήριο ποικίλλει.