Ενεργός ο ρόλος της SWIFT στα ψηφιακά νομίσματα

Ενεργός ο ρόλος της SWIFT στα ψηφιακά νομίσματα

Το δικό τους σχέδιο για τη δημιουργία μίας παγκόσμιας κεντρικής τράπεζας διαχείρισης ψηφιακών νομισμάτων παρουσίασαν πρόσφατα οι εκπρόσωποι του διεθνούς συστήματος ανταλλαγής διατραπεζικών οικονομικών μηνυμάτων γνωστού και ως SWIFT. 

Η παρουσίαση αυτή πραγματοποιήθηκε μετά από οκτάμηνες δοκιμές με διαφορετικές τεχνολογίες και νομίσματα στις οποίες, τον τελευταίο μήνα, συμμετείχαν οι κεντρικές τράπεζες της Γαλλίας και της Γερμανίας, καθώς και διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως η HSBC και  η Standard Chartered. 

Στις δοκιμές αυτές εξετάστηκε το πώς τα ψηφιακά νομίσματα κεντρικών τραπεζών θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν διεθνώς και ακόμη και να μετατραπούν σε χρηματικά ποσά αν και όπου αυτό απαιτείται.

Σύμφωνα με διεθνή στατιστικά στοιχεία, περίπου το 90% των κεντρικών τραπεζών του κόσμου τώρα χρησιμοποιούν, δοκιμάζουν ή αναζητούν ψηφιακά νομίσματα (CBDC). Και αυτό γιατί δεν θέλουν να υστερήσουν σε σχέση με την διάδοση του Bitcoin και των άλλων κρυπτονομισμάτων επιλέγοντας την…περιπέτεια της τεχνολογικής πολυπλοκότητας.

Ο επικεφαλής καινοτομίας του SWIFT, Nick Kerigan, δήλωσε ότι η δοκιμή της, η οποία θα ακολουθηθεί από πιο προηγμένες δοκιμές τον επόμενο χρόνο, έμοιαζε με τροχό ποδηλάτου όπου συνολικά 14 κεντρικές και εμπορικές τράπεζες συνδέονται σαν ακτίνες το κέντρο του.

Η βασική ιδέα είναι ότι όταν το σύστημα φθάσει σε πλήρη ανάπτυξη  κάθε τράπεζα θα χρειάζεται μόνο μια κύρια παγκόσμια σύνδεση, αντί για χιλιάδες, δηλαδή μία για κάθε συμβαλλόμενο μέρος.

«Πιστεύουμε ότι ο αριθμός των απαιτούμενων συνδέσεων είναι πολύ μικρότερος», είπε ο Kerigan. . «Έτσι, η πιθανότητα διακοπών στην αλυσίδα περιορίζεται σημαντικά και αντίθετα, αυξάνεται η αποτελεσματικότητα». 

Τα ψηφιακά νομίσματα κεντρικών τραπεζών (CBDC) θεωρούνται ως ένα βήμα προόδου, καθώς θα μπορούσαν να προγραμματιστούν αποτελεσματικά για να ανταποκρίνονται σε πολύ συγκεκριμένες ανάγκες του Δημόσιου και Ιδιωτικού τομέα, όσο και των ατόμων, παρά το γεγονός ότι έχουν εγείρει ανησυχίες σχετικά με το απόρρητο των συναλλαγών, τη ρύθμιση και την επιτήρηση τους.

Στις δοκιμές του SWIFT εξετάστηκε η χρήση διαφορετικών τεχνολογιών, που είναι γνωστές ως  Τεχνολογίες κατανεμημένες Λογιστικής. Βέβαια, η χρήση διαφορετικών  τεχνολογιών μπορεί να αποτελέσει και ένα πιθανό εμπόδιο για την ταχεία παγκόσμια υιοθέτηση του συστήματος των κεντρικά ελεγχόμενων ψηφιακών νομισμάτων.

Κατά τη διάρκεια των προαναφερομένων οκτάμηνων δοκιμών πραγματοποιήθηκε επίσης μια ξεχωριστή δοκιμή με τη Citi και  τον οίκο συμψηφισμού Clearstream and Northern Trust σε «tokenized» περιουσιακά στοιχεία και  παραδοσιακά περιουσιακά στοιχεία, όπως μετοχές και ομόλογα. Αυτά  μετασχηματίστηκαν σε ψηφιακές μάρκες οι οποίες, στη συνέχεια, μπορούν να εξαργυρωθούν και η διαπραγμα΄τευσή τους να γίνει σε πραγματικό χρόνο.

Ορισμένες χώρες όπως οι Μπαχάμες και η Νιγηρία έχουν ήδη τέτοιου είδους ψηφιακά νομίσματα σε λειτουργία. Η Κίνα έχει προχωρήσει αρκετά με τις πραγματικές δοκιμές ενός e-yuan, ενώ ο όμιλος  της κεντρικής τράπεζας της χώρας, η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, έχει επίσης πραγματοποιήσει δοκιμές με διασυνοριακές συναλλαγές. 

Το κύριο πλεονέκτημα της SWIFT η οποία δοκιμάζει τα CBDC είναι ότι το υπάρχον δίκτυό της χρησιμοποιείται σε περισσότερες από 200 χώρες και συνδέει περισσότερες από 11.500 τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης διαθεσίμων.

Η εταιρεία που έχει έδρα το Βέλγιο από σχεδόν άγνωστη εκτός τραπεζικών κύκλων σε γνωστό όνομα φέτος, ήρθε στη δημοσιότητα αφού απέκοψε τις περισσότερες ρωσικές τράπεζες από το δίκτυό της ως μέρος των κυρώσεων της Δύσης για την εισβολή της χώρας στην Ουκρανία.

Ο Kerigan είπε ότι αυτό το είδος κίνησης θα μπορούσε επίσης να συμβεί σε ένα νέο σύστημα CBDC, αλλά αμφέβαλλε εάν θα εμπόδιζε τις χώρες να ενταχθούν σε αυτό.

«Τελικά αυτό που επιδιώκουν να κάνουν οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες είναι να μας παράσχουν ένα CBDC για τις καθημερινές συναλλαγές, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς.

Έτσι η λύση αυτή που είναι γρήγορη και αποτελεσματική και η οποία θα είναι προσβάσιμη σε όσο το δυνατόν περισσότερες χώρες θα φαινόταν ελκυστική».