Δασμοί και ελλείμματα βγάζουν μπροστά τις «αρκούδες»
Shutterstock
Shutterstock

Δασμοί και ελλείμματα βγάζουν μπροστά τις «αρκούδες»

Όποιοι πίστεψαν ότι τελειώσαμε με την κρίση των δασμών και τις απειλές του Ντόναλντ Τραμπ είναι πολύ πιθανό να απογοητευτούν. Ο χειρότερος εφιάλτης για τους επενδυτές, αυτός της απόλυτης αβεβαιότητας για το τι ξημερώνει αύριο, επιστρέφει καθώς ο Τραμπ έχει αποφασίσει να δίνει ο ίδιος τον τόνο στα χρηματιστήρια. Δεν εξηγείται διαφορετικά. Εκεί που οι αγορές έδειχναν, με φόντο τη συμφωνία ΗΠΑ-Κίνας για εμπορική ανακωχή 90 ημερών, να έχουν ξεπεράσει την αναταραχή που προκάλεσαν οι δασμοί, ο Αμερικανός πρόεδρος προκάλεσε νέες σεισμικές δονήσεις.

Η Ευρώπη είναι η αγορά που αυτή τη φορά βρίσκεται στο στόχαστρο του Τραμπ, μετά την απειλή του ότι θα επιβάλλει δασμούς 50% στα ευρωπαϊκά προϊόντα από την 1η Ιουνίου. Γιατί πολύ απλά, ο Αμερικανός πρόεδρος βλέπει πως οι συζητήσεις με την Ε.Ε. δεν οδηγούν πουθενά. Η νέα αυτή εξέλιξη οδήγησε σε νέα πτώση τα χρηματιστήρια σε ΗΠΑ και Ευρώπη, με τον S&P 500 να τρέχει ένα σερί τεσσάρων πτωτικών συνεδριάσεων με συνολικές απώλειες στην εβδομάδα της τάξης του 2,7%.

Το απόγευμα της Παρασκευής ο Τραμπ επανέλαβε τις απειλές του για την Ευρώπη, προσθέτοντας ότι κολοσσοί όπως η Apple και η Samsung που κατασκευάζουν τα κινητά τους τηλέφωνα στο εξωτερικό θα πληγούν με δασμούς 25%. Η μετοχή της Apple σημείωσε πτώση 3%, καταγράφει απώλειες επί 9 συνεχόμενες συνεδριάσεις, ενώ από τα υψηλά του Δεκεμβρίου έχει χάσει το 25% της αξίας της, με την κεφαλαιοποίησή της να υποχωρεί κάτω από τα 3 τρισ. δολάρια.

Μπορεί να είναι κλισέ, όμως ο όρος σκωτσέζικο ντους είναι ο άκρως κατάλληλος για να περιγράψει αυτό που βιώνει η παγκόσμια οικονομία με τον Αμερικανό πρόεδρο και τους δασμούς.

Σαν να μην έφταναν αυτά, οι αναλυτές του οίκου Jefferies προειδοποιούν πως όσο ο Τραμπ αυξάνει τον έλεγχό του στην εκτελεστική εξουσία, όπως το να απολύει επικεφαλής ανεξάρτητων οργανισμών και να αγνοεί τις αποφάσεις του Κογκρέσου για τις δαπάνες, τόσο μεγαλύτερο θα είναι το πλήγμα για τις αγορές. «Πιστεύουμε ότι η διευρυμένη προεδρική εξουσία αποτελεί αρνητικό παράγοντα για τα risk assets και παράλληλα υποβαθμίζει την έννοια της αμερικανικής ανωτερότητας στις αγορές», ανέφεραν την περασμένη Πέμπτη.

Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου να αναστείλει αποφάσεις κατώτερων δικαστηρίων που προστάτευαν αξιωματούχους που είχαν διοριστεί από την κυβέρνηση Μπάιντεν στο Εθνικό Συμβούλιο Εργασιακών Σχέσεων, ίσως είναι το σημείο καμπής, σύμφωνα με την Jefferies. Και φυσικά το μυαλό όλων πηγαίνει στη Federal Reserve, καθώς ο Τραμπ έχει επανειλημμένα εκφράσει την επιθυμία να απολύσει τον Τζέι Πάουελ γιατί δεν ακολουθεί τη νομισματική πολιτική που θα ήθελε ο Πρόεδρος.

Την ίδια ώρα, ο Τραμπ προσπαθεί να μεταπείσει τους Ρεπουμπλικάνους που διαφωνούν με το «μεγάλο και όμορφο» νομοσχέδιο που προβλέπει, μεταξύ άλλων, την επέκταση των φορολογικών μειώσεων του 2017 και περικοπές στις δαπάνες. Ένα νομοσχέδιο που οι ειδικοί εκτιμούν ότι προσθέτει 3,2 τρισ. δολάρια στο χρέος στα επόμενα δέκα έτη, απειλώντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα των ΗΠΑ λόγω του κόστους εξυπηρέτησης.

Αν, λοιπόν, στο ευρύτερο σκηνικό προστεθούν και τα δεδομένα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ, γίνεται αντιληπτό ότι η εποχή της αυξημένης μεταβλητότητας στις αγορές όχι μόνο δεν τελείωσε αλλά είναι πολύ πιθανό να δούμε νέα επεισόδια ακραίας αβεβαιότητας και μάλιστα πολύ σύντομα.

Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί η ναυτιλιακή δραστηριότητα από την Κίνα προς τις ΗΠΑ, η οποία έχει μειωθεί σημαντικά, παρά την αρχική αισιοδοξία λόγω της ανακωχής 90 ημερών στον πόλεμο των δασμών μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου. Σύμφωνα με το MarketWatch, που επικαλείται στοιχεία του Bloomberg, ο κορυφαίος ναυλοδείκτης του Χρηματιστηρίου Ναύλων του Λονδίνου (Baltic Exchange) διαμορφώθηκε την Παρασκευή στις 1.340 μονάδες, πολύ χαμηλότερα δηλαδή από τον μέσο όρο των 1.763 μονάδων.

Όπως αναφέρει στο αμερικανικό δίκτυο, αναλυτής του Apollo Global Management, μία εξήγηση για τη μείωση είναι ότι οι αμερικανικές εταιρείες δεν είναι έτοιμες να επιστρέψουν στο ύψος των παραγγελιών προ δασμών, ακριβώς γιατί η δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ μπορεί να αλλάξει ανά πάσα στιγμή. Υπάρχει βέβαια και η εξήγηση που θέλει τις αμερικανικές επιχειρήσεις να έχουν αυξήσει σημαντικά τα αποθέματά τους για να προλάβουν τους δασμούς, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει μεγάλη ανάγκη για νέες παραγγελίες. Σε κάθε περίπτωση, η αυξημένη αβεβαιότητα δείχνει να έχει επηρεάσει συνολικά το εμπόριο και με τον ίδιο τρόπο είναι πολύ πιθανό να επηρεάσει και τις αγορές.