Πώς η διάλυση των αγγλικών μοναστηριών από τον Ερρίκο VIII συνέβαλε στον πλουτισμό της Δύσης

Πώς η διάλυση των αγγλικών μοναστηριών από τον Ερρίκο VIII συνέβαλε στον πλουτισμό της Δύσης

Γράφει ο James Pethokoukis

Θυμάμαι ότι είχα διαβάσει κάποτε ότι το θέμα της Βιομηχανικής Επανάστασης μοιάζει με καλοστυμμένο πορτοκάλι. Δεν του έχει απομείνει πολύ ζουμί. Ωστόσο, συναντώ συνεχώς επιστημονικά έργα που προσθέτουν σε όσα γνωρίζουμε για αυτό το σημαντικό γεγονός.

Για παράδειγμα, το «The Long-run Impact of the Dissolution of the English Monastery» των Leander Heldring (Πανεπιστήμιο Northwestern), James A. Robinson (Πανεπιστήμιο του Σικάγο), και Sebastian Vollmer (Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν). Το έγγραφο εργασίας του NBER εξετάζει τη διάλυση των αγγλικών μοναστηριών που ξεκίνησε το 1535 όταν ο Ερρίκος VIII απαλλοτρίωσε όλα τα μοναστικά περιουσιακά στοιχεία. Προηγουμένως, η μοναστική γη δεν μπορούσε να πωληθεί, “εμποδίζοντας έτσι την αποτελεσματική κατανομή της σε άτομα που μπορούσαν να τη χρησιμοποιήσουν καλύτερα”. Έτσι, η διάλυση δημιούργησε μια αγορά για περιουσιακά στοιχεία όπου προηγουμένως δεν υπήρχε.

Αλλά υπάρχει και ένα επιπλέον ενδιαφέρον στοιχείο. Αυτές οι μοναστικές γαίες δεν διέπονταν κατά κανόνα από το φεουδαρχικό σύστημα κατοχής της γης, δημιουργώντας έτσι ένα ενδιαφέρον φυσικό πείραμα. Παραθέτω από το άρθρο:

«Η διαφορά στην εφαρμογή του φεουδαρχικού συστήματος στη μοναστική και τη μη μοναστική γης ήταν μια άμεση συνέπεια του Μαύρου Θανάτου. Τα μοναστήρια, και η Εκκλησία ευρύτερα, ήταν ισχυροί ιδιοκτήτες, και ενώ οι ενοικιαστές διαπραγματεύονταν αιώνιες μισθώσεις με χαμηλά σταθερά ονομαστικά ενοίκια μετά τον Μαύρο Θάνατο με μη μοναστικούς ιδιοκτήτες, τα μοναστήρια ήταν πιο αποτελεσματικά στη διαπραγμάτευση σύντομων μισθώσεων. Έτσι, η συχνότητα της αέναης κατοχής γης από ενοικιαστές σε μοναστικές εκτάσεις ήταν 70% χαμηλότερη από ό,τι σε μη μοναστική γη».

Εξαιτίας αυτής της μορφής κατοχής της γης σε μη μοναστικές εκτάσεις, υπήρχαν λίγα κίνητρα για επενδύσεις από ιδιοκτήτες γης, καθώς όλη η απόδοση θα αποδιδόταν στους ενοικιαστές. Έτσι, οι πρώην μοναστικές εκτάσεις θα μπορούσαν να «εμπορευματοποιηθούν πιο αποτελεσματικά σε σχέση με τις μη μοναστικές εκτάσεις, όπου η φεουδαρχία παρέμεινε μέχρι τον εικοστό αιώνα».

Τώρα, η οικονομική σημασία της διάλυσης των μοναστηριών είχε θεωρηθεί στο παρελθόν ότι οδήγησε σε μια τάξη «ευγενών» εμπορευματοποιημένων καλλιεργητών. Αλλά αυτό το άρθρο προσθέτει σε αυτό το εύρημα δείχνοντας ότι οι ενορίες που επηρεάστηκαν από τη διάλυση είχαν στη συνέχεια «υψηλότερη καινοτομία και αποδόσεις στη γεωργία, μεγαλύτερο μερίδιο του πληθυσμού που εργαζόταν εκτός της γεωργίας και τελικά υψηλότερα επίπεδα εκβιομηχάνισης». Επιπλέον, αυτοί οι ευγενείς καλλιεργητές διαδραμάτισαν βασικό ρόλο στη Βιομηχανική Επανάσταση παρέχοντας κεφάλαιο για την αναπτυσσόμενη βιομηχανία εξόρυξης άνθρακα και επιχειρηματίες όπως ο Josiah Wedgewood.

Οι συγγραφείς καταλήγουν: «Συνολικά, τα ευρήματά μας υποστηρίζουν μια σχετικά παραδοσιακή θεωρία της βιομηχανικής και ίσως της αγροτικής επανάστασης - ότι προκλήθηκε τουλάχιστον εν μέρει από την αυξανόμενη εμπορευματοποίηση της οικονομίας η οποία είχε μια σειρά θεσμικών, κοινωνικών και οικονομικών συνεπειών».

Αυτή η έννοια της κοινωνικής «εμπορευματοποίησης» μπορεί να φανεί γνώριμη σε εκείνους τους αναγνώστες που είναι εξοικειωμένοι με την οικονομολόγο Deirdre McCloskey, το έργο της οποίας έχει παρουσιαστεί συχνά στο AEIdeas και επίσης της έχω πάρει συνέντευξη στο podcast μου Political Economy. Το ότι η Δύση έγινε μια κοινωνία «που θαύμαζε τις επιχειρήσεις» ήταν το κλειδί για την ανάπτυξή της.

Θα μπορούσα να αναφέρω πολλά αποσπάσματα από την McCloskey για το θέμα αυτό, αλλά επιλέγω αυτό από το The Bourgeois Virtues: Ethics for an Age of Commerce: «Το σύστημα της αγοράς δεν πετυχαίνει μόνο μέσω της συσσώρευσης αγαθών, αλλά μέσα από τις ίδιες τις δουλειές. Ο σεβασμός στη δουλειά, όπως έχω σημειώσει, ιστορικά υπήρξε σπάνιος. Μέχρι την επιτάχυνση του εμπορίου στις αστικές κοινωνίες, στην πραγματικότητα, η εργασία εκτός της προσευχής και του πολέμου αντιμετωπιζόταν με περιφρόνηση».

* Ο James Pethokoukis κατέχει την έδρα Dewitt Wallace στο American Enterprise Institute, όπου είναι υπεύθυνος του μπλογκ AEIdeas και φιλοξενεί το εβδομαδιαίο podcast, “Political Economy with James Pethokoukis”. Η Virginia Postrel είναι συγγραφέας, αρθρογράφος στο Bloomberg Opinion, και επισκέπτρια ερευνήτρια στο Smith Institute for Political Economy and Philosophy στο Chapman University. Το τελευταίο βιβλίο της είναι το The Fabric of Civilization: How Textiles Made the World.

** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 31Μαϊου 2022 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.