Έχει η Αμερική πρόβλημα εμπιστοσύνης;

Έχει η Αμερική πρόβλημα εμπιστοσύνης;

Του Samuel J. Abrams

Η Wall Street Journal δημοσίευσε πρόσφατα ένα εκτεταμένο άρθρο που επιχειρούσε να αναλύσει την ιδέα της κοινωνικής εμπιστοσύνης με τίτλο “Why are Americans So Distrustful of Each Other” (Γιατί οι Αμερικανοί είναι τόσο δύσπιστοι). Ο συγγραφέας του άρθρου υποστηρίζει ότι η κοινωνική εμπιστοσύνη μεταξύ των Αμερικανών φθίνει, και βασίζεται ως προς αυτό σε άρθρα από πανεθνικές έρευνες όπως η Γενική Κοινωνική Έρευνα (General Social Survey - GSS) που καταδεικνύουν «μια μείωση από το 46% όταν ξεκίνησε η έρευνα το 1972 στο 31,5% το 2018 με τη μείωση αυτή να είναι σχετικά βαθμιαία». Αυτή η μείωση αντιστοιχεί σε ένα συνολικό ποσοστό 33% και στην πραγματικότητα παρουσιάζει μια κάποια διακύμανση, αλλά υπάρχει ένα πραγματικό πρόβλημα ως προς αυτά τα δεδομένα - η ιδέα της εμπιστοσύνης δεν ορίζεται ποτέ με σαφήνεια. Μάλιστα, όταν χρησιμοποιούνται περισσότεροι σαφείς δείκτες της εμπιστοσύνης, τα δεδομένα φαίνονται πολύ λιγότερο ζοφερά, και οι Αμερικανοί μπορεί να δείχνουν πολύ περισσότεροι εμπιστοσύνη στον συνάνθρωπο απ’ ό,τι υποστηρίζει η WSJ.

Η κοινωνική εμπιστοσύνη έχει κρίσιμο ρόλο στη δημιουργία κοινωνικού κεφαλαίου και ισχυρών θεσμών. Συνεπώς, αν η κοινωνία μας φαίνεται να έχει τόσο χαμηλά επίπεδα εμπιστοσύνης θα έπρεπε να μας προβληματίζει έντονα. Η GSS ρωτά «Μιλώντας γενικά, θα λέγατε ότι μπορείτε να εμπιστευτείτε τους περισσότερους ανθρώπους, ή ότι δεν μπορείτε να είστε υπερβολικά προσεκτικοί στις συναναστροφές σας;». Σε ποιον όμως αναφέρεται αυτή η ερώτηση; Σε όσους ζουν στις τοπικές οικιστικές κοινότητες των ερωτώμενων; Σε όσους στέλνουν τους λογαριασμούς των μεγάλων επιχειρήσεων; Σε όσους εργάζονται για το κράτος; Η ερώτηση είναι τόσο ασαφής που είναι αδύνατο να αποκτήσει κανείς πραγματική εικόνα του μεγέθους που εκτιμούν εδώ οι Αμερικανοί. Θα πρέπει να είμαστε πολλοί προσεκτικοί όταν επιχειρούμε να εξαγάγουμε υπερβολικά εκτεταμένα συμπεράσματα από αυτή τη μείωση των ποσοστών.

Μάλιστα, το Pew Research Center έθεσε ένα παρόμοιο ερώτημα για την εμπιστοσύνη: «Ποια από τις παρακάτω προτάσεις πλησιάζει περισσότερο τις απόψεις σας; Γενικώς, μπορούμε να εμπιστευόμαστε τους περισσότερους ανθρώπους, ή γενικώς δεν μπορούμε να τους εμπιστευόμαστε;» Τα αποτελέσματα εδώ φαίνονται πολύ διαφορετικά. Το 2016, η έρευνα αυτή βρήκε ότι το 43 των Αμερικανών πιστεύουν ότι μπορούν να εμπιστεύονται τους περισσότερους ανθρώπους -ένα ποσοστό 12 μονάδες υψηλότερο από το 31% της έρευνας GSS το 2016. Από την εμφάνιση της παγκόσμιας πανδημίας, η εμπιστοσύνη έχει σημειώσει άνοδο: το καλοκαίρι του 2020, το 58% των Αμερικανών ανέφεραν ότι, γενικώς, μπορούν να εμπιστεύονται τους περισσότερους ανθρώπους σύμφωνα με το Pew -ένα ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από τα πιο πρόσφατα δεδομένα πάνω στα οποία βασίζεται το άρθρο της WSJ.

Όταν το ερώτημα αφορά συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπους ή συγκεκριμένους θεσμούς, τα δεδομένα γίνονται πιο σαφή και αξιόπιστα. Για παράδειγμα, η εμπιστοσύνη των Αμερικανών προς το ομοσπονδιακό κράτος είναι χαμηλή και μειώνεται σταθερά. Το φθινόπωρο του 2020, το Pew βρήκε ότι μόλις το 20% των Αμερικανών εμπιστεύεται ότι το ομοσπονδιακό κράτος θα κάνει το σωστό σχεδόν πάντα ή τις περισσότερες φορές. Σε σύγκριση με τα τέλη της δεκαετίας του 1950 και τις αρχές του 1960, αυτό το ποσοστό έχει μειωθεί από περίπου το 70%. Και στις τελευταίες τρεις προεδρείες -τα τελευταία χρόνια της κυβέρνησης George W. Bush και κατά τις προεδρίες Ομπάμα και Τραμπ- λιγότερο από το 30% των Αμερικανών εμπιστεύεται το ομοσπονδιακό κράτος σχεδόν πάντα ή τις περισσότερες φορές.

Η εμπιστοσύνη σε άλλα πεδία της αμερικανικής ζωής παρουσιάζει διακυμάνσεις. Για παράδειγμα, τα ποσοστά για την πολιτειακή και την τοπική αυτοδιοίκηση είναι πολύ διαφορετικά από τα αντίστοιχα πανεθνικά. Η έρευνα για την Κοινωνία και την Κοινότητα (Survey on Community and Society - SCS) του ΑΕΙ συγκρίνει απευθείας τα διάφορα επίπεδα κυβέρνησης και διαπιστώνει ότι το 2018 το 17% των Αμερικανών εμπιστευόταν το ομοσπονδιακό κράτος να κάνει το σωστό «σχεδόν πάντα ή της περισσότερες φορές», ενώ η εμπιστοσύνη προς τις πολιτειακές αρχές ήταν υψηλότερη στο 25% και προς τις τοπικές αρχές σημαντικά υψηλότερη, στο 37% -σχεδόν το διπλάσιο ποσοστό από το αντίστοιχο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και μια ισχυρή απόδειξη ότι η σαφήνεια έχει σημασία.

Πριν την πανδημία του COVID-19, η εμπιστοσύνη δεν ήταν τόσο χαμηλή όσο μπορεί να φαίνεται από τα στοιχεία του GSS. Η έρευνα SCS του ΑΕΙ έθεσε ερωτήματα σχετικά με την εμπιστοσύνη προς διάφορες ομάδες στην Αμερική με τη διατύπωση «Γενικά, πόσο πολύ εμπιστεύεστε τις ακόλουθες ομάδες ανθρώπων;» και τα αποτελέσματα ήταν πολύ λιγότερο αρνητικά όταν εξετάζονταν μικρότερες -αλλά τεράστια σημαντικές- ομάδες και θεσμοί.

Όταν, για παράδειγμα, οι Αμερικανοί ρωτήθηκαν πόσο εμπιστεύονται τους ανθρώπους στη γειτονιά τους, το 70% είπε ότι τους εμπιστεύεται «πολύ» (22%) ή «κάπως» (48%). Το 20% εμπιστεύεται τους γείτονες «μόνο λίγο» και το 8% «καθόλου». Πρόκειται για πολύ θετικά νέα, καθώς η μεγάλη πλειονότητα των Αμερικανών εκφράζει ισχυρά επίπεδα εμπιστοσύνης στις περιοχές όπου οι απαντώντες διαμένουν. Κάπως μικρότερα ποσοστά -γύρω στο 60%- είχαν τόσο υψηλά επίπεδα εμπιστοσύνης προς ανθρώπους με τους οποίους ήταν συμμαθητές ή συνεργάτες, προς τα τοπικά καταστήματα στα οποία συχνά ψωνίζουν, και ως προς ανθρώπους που μετέχουν στις ίδιες ομάδες, λέσχες και ενώσεις με αυτούς. Οι αριθμοί είναι χαμηλότερο για τις εκκλησίες και τους τόπους λατρείας (51%) και τα τοπικά ειδησεογραφικά μέσα είναι χαμηλότερα, στο 45%. Παρεμπιπτόντως, πριν τις πρόσφατες πανεθνικές διαδηλώσεις εναντίον της αστυνομίας, το 70% των Αμερικανών εμπιστευόταν τους αστυνομικούς.

Το συμπέρασμα εδώ είναι πολύ από: Τα επίπεδα γενικής εμπιστοσύνης προς το κράτος θα μπορούσαν να είναι καλύτερα, αλλά οι λίγο σαφείς έννοιες εμπιστοσύνης δεν βοηθούν όταν αναλογιζόμαστε πώς θα βελτιώσουμε τις πολιτικές μας κοινωνίες. Ενώ η εμπιστοσύνη προς το ομοσπονδιακό κράτος είναι χαμηλή, η εμπιστοσύνη προς τους γείτονές μας είναι σχετικά υψηλή. Συνεπώς χρειάζεται μεγαλύτερος βαθμός ακρίβειας όταν μιλάμε για τη γενικευμένη εμπιστοσύνη. Οι αριθμοί που προκύπτουν από διάφορες μελέτες και λιγότερο ασαφώς διατυπωμένες ερωτήσεις δεν είναι τόσο απογοητευτικοί όσοι τα χαμηλά ποσοστά στα οποία αναφέρεται το άρθρο της WSJ, το οποίο δεν πρέπει να πάρουμε εντελώς τοις μετρητοίς.

--

Ο Samuel J. Abrams είναι επισκέπτης ερευνητής του American Enterprise Institute.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 21 Δεκεμβρίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.