Στραβά πάει ο (ευρωπαϊκός) γυαλός....

Η Ευρώπη έχει αναπτύξει μια αυτοκαταστροφική άμυνα απέναντι στην κριτική: απορρίπτει την ουσία με βάση τον αποστολέα. Αν κάποιος έχει χρήματα, επιρροή ή τολμά να μη μιλάει τη γλώσσα της γραφειοκρατικής ορθότητας, τότε δεν πρέπει να ακούγεται.

Όμως, τι γίνεται όταν οι επικριτές είναι ο Jamie Dimon της JP Morgan και ο Elon Musk; Ο πρώτος είναι ένας από τους ισχυρότερους τραπεζίτες του κόσμου, και ο δεύτερος ο ορισμός του καινοτόμου επιχειρηματία παγκοσμίας εμβέλειας. Κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει για άγνοια της αγοράς, του κεφαλαίου ή της δύναμης της ελευθερίας. Κι όμως, και οι δύο καταγγέλλουν σήμερα ότι η Ευρώπη αποτυγχάνει.

Ο ελληνικής καταγωγής Dimon προειδοποιεί ότι η Ευρώπη «διώχνει τις επιχειρήσεις και τις επενδύσεις» λόγω μιας καταιγίδας κανονισμών, ενεργειακών εμμονών και πολιτικών εμποδίων. Αντί να επιδιώκει την ανάπτυξη, φαίνεται να στοχεύει στον εξαναγκασμό. Δεν πρόκειται για ρητορική υπερβολή – είναι η διάγνωση ενός ανθρώπου που διαχειρίζεται τρισεκατομμύρια και γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα πού πάει το κεφάλαιο.

Την ίδια στιγμή, ο Elon Musk αποκαλεί την Ε.Ε. «μη δημοκρατική». Ακούγεται ακραίο; Μπορεί. Είναι άδικο; Δύσκολα. Όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται από αδιαφανείς μηχανισμούς χωρίς ουσιαστικό δημοκρατικό έλεγχο, όταν ο ψηφιακός έλεγχος και η λογοκρισία γίνονται «καθήκον» των τεχνολογικών πλατφορμών, τότε οι λέξεις του Musk αποκτούν νόημα.

Δεν πρόκειται για φτηνό λαϊκισμό ή εμμονή υπέρ της «ελεύθερης αγοράς». Πρόκειται για μια κραυγή κινδύνου από την πλευρά αυτών που κινούν τις αγορές. Κι αν η Ευρώπη συνεχίσει να αγνοεί τέτοιες φωνές, επειδή δεν ταιριάζουν στο πολιτικό της αφήγημα, τότε επιλέγει συνειδητά την παρακμή.

Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι αυτές οι κριτικές δεν περιορίζονται σε ιδιαίτερα επιδραστικούς εκπροσώπους του ιδιωτικού τομέα. Οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες, στο επίσημο στρατηγικό τους δόγμα, αναγνωρίζουν πλέον ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια υπαρξιακή κρίση: απότοκος της δημογραφικής κατάρρευσης, της απώλειας πολιτισμικής ταυτότητας, της θεσμικής λογοκρισίας και της ηγεμονίας διακρατικών θεσμών που υπονομεύουν την εθνική κυριαρχία. Το έγγραφο δεν περιορίζεται σε γεωπολιτικές διαπιστώσεις. Διατυπώνει μια ξεκάθαρη αξιακή κριτική: η Ευρώπη χάνει τον χαρακτήρα της επειδή έχει προδώσει τις αρχές της. 

Η εύκολη λύση μπροστά σε αυτά τα σκληρά λόγια είναι να κλείσουμε τα αυτιά μας και να πούμε ότι αφού τα λέει ο Τραμπ, ο Μασκ, και ο μεγαλοτραπεζίτης, τότε δεν έχουν μεγάλη αξία. Το πρόβλημα είναι ότι τις ίδιες ανησυχίες, σε διάφορους τόνους, εκφράζουν εδώ και χρόνια αρκετοί συνεπείς φιλελεύθεροι. 

Η παγίδα εδώ είναι το να μετακινούμε συνεχώς τα γκολποστ ακολουθώντας τη ρητορική στρατηγική του «είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα». Όμως έτσι, μπορεί προσωρινά να χτυπάμε τον εαυτό μας στην πλάτη και να αυτοσυγχαιρόμαστε, όμως τα προβλήματα παραμένουν άλυτα. Η επιλογή μπροστά μας είναι σαφής. Μπορούμε να συνεχίσουμε να απορρίπτουμε τις κριτικές επειδή προέρχονται από τον Musk, τον Dimon ή τον Τραμπ. Ή μπορούμε να σταθούμε απέναντι στον καθρέφτη και να αναρωτηθούμε: μήπως τελικά έχουν δίκιο;

Διότι το ερώτημα δεν είναι αν μας αρέσει ο τόνος ή το ύφος ή οι πολιτικές τους. Το ερώτημα είναι αν περιγράφουν σωστά την πραγματικότητα. Και όσο περνούν οι μέρες, τόσο περισσότερο μοιάζουν να την περιγράφουν με τρομακτική ακρίβεια.