Πανδημία και κοινωνική προστασία: Μαθήματα για το μέλλον

Όταν ο κόσμος βυθιζόταν στο χάος της πανδημίας COVID-19, οι κυβερνήσεις κινητοποιήθηκαν για να προστατεύσουν τις οικονομίες τους. Το ερώτημα που απασχόλησε πολλούς είναι αν οι πολιτικές κοινωνικής προστασίας που εφαρμόστηκαν τότε ήταν αποτελεσματικές, δίκαιες ή απλώς σπατάλες με ωραία περιτύλιξη. Μια νέα μελέτη του ΟΟΣΑ με τίτλο «Τι λειτούργησε καλά στην κοινωνική προστασία κατά την πανδημία COVID-19; » (What worked well in social protection during the COVID-19 pandemic?) δίνει ενδιαφέρουσες απαντήσεις.

Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, η γρήγορη και εκτεταμένη ενίσχυση των προγραμμάτων στήριξης των εργαζομένων και των αυτοαπασχολουμένων συνέβαλε καθοριστικά ώστε η πανδημία να εξαφανιστεί πολύ πιο γρήγορα από τις αγορές εργασίας απ’ ό,τι αναμενόταν. Παρά το σοκ και την πρωτοφανή μείωση των ωρών εργασίας στην αρχή της κρίσης, η ανεργία δεν εκτοξεύτηκε και η επαναφορά στην κανονικότητα υπήρξε ταχύτερη απ’ ό,τι στις προηγούμενες οικονομικές κρίσεις.

Η καρδιά της επιτυχίας ήταν τα λεγόμενα σχήματα διατήρησης θέσεων εργασίας (Job Retention Schemes – JRS), δηλαδή τα προγράμματα που επέτρεψαν στις επιχειρήσεις να μειώσουν ώρες εργασίας αντί να απολύσουν προσωπικό. Αυτά τα σχήματα αποδείχθηκαν ιδιαίτερα αποτελεσματικά στην Ευρώπη, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και τον Καναδά που βασίστηκαν κυρίως σε επιδόματα ανεργίας. Όπως καταγράφεται στη μελέτη, οι χώρες που επένδυσαν στα JRS είδαν μικρότερη αύξηση της ανεργίας και ταχύτερη ανάκαμψη.

Βέβαια, τίποτα δεν είναι δωρεάν. Ορισμένα από τα σχήματα JRS, ειδικά στις αγγλοσαξονικές χώρες, όπως το Paycheck Protection Program των ΗΠΑ, αποδείχθηκαν απελπιστικά αναποτελεσματικά ως προς το κόστος ανά θέση εργασίας που «έσωσαν». Στην Αμερική, το κόστος ανά διατηρημένη θέση ανήλθε έως και τα 258.000 δολάρια ετησίως, όταν ο μέσος μισθός ήταν περίπου 70.000 δολάρια. Το πρόβλημα δεν ήταν η ταχύτητα, αλλά η παντελής έλλειψη στόχευσης.

Αντίθετα, η Ευρώπη, παρότι συχνά επικρίνεται για γραφειοκρατία και αργοκίνητες πολιτικές, σε αυτή την περίπτωση έδρασε πιο έξυπνα. Τα ευρωπαϊκά σχήματα στήθηκαν σε ήδη υπάρχουσες υποδομές, είχαν έλεγχο, κάλυψαν κυρίως βιώσιμες επιχειρήσεις και σταδιακά αποσύρθηκαν όταν υποχώρησε το άμεσο σοκ.

Αυτό που αξίζει ιδιαίτερης επισήμανσης είναι πως, σε αντίθεση με τις οικονομικές κρίσεις που προκύπτουν από τους κύκλους της οικονομίας ή από λανθασμένες οικονομικές πολιτικές, η κρίση της πανδημίας προκλήθηκε εν πολλοίς από τις ίδιες τις κρατικές αποφάσεις. Τα lockdown, οι περιορισμοί στις μετακινήσεις και οι αναστολές λειτουργίας επιχειρήσεων ήταν πολιτικές που επέβαλε το κράτος για λόγους δημόσιας υγείας. Αυτό προσέδωσε ισχυρή νομιμοποίηση στην κρατική παρέμβαση για την οικονομική στήριξη των πληγέντων. Όταν το κράτος απαγορεύει την εργασία, είναι θεσμικά και ηθικά υποχρεωμένο να αποζημιώσει τους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις που πλήττει.

Η μελέτη του ΟΟΣΑ κάνει και μια χρήσιμη επισήμανση για τους αυτοαπασχολούμενους. Η κρίση αποκάλυψε το θεσμικό κενό που συχνά αφήνει εκτός προστασίας εκατομμύρια εργαζόμενους αυτού του τύπου. Πολλές χώρες έτρεξαν να καλύψουν το κενό με πρόχειρα μέτρα που συχνά κατέληξαν σε υπερπληρωμές και καθυστερήσεις. Στο τέλος, όμως, αρκετές κυβερνήσεις αναγνώρισαν την ανάγκη να εντάξουν πιο συστηματικά τους αυτοαπασχολούμενους στα δίκτυα κοινωνικής ασφάλισης.

Τι μπορούμε να κρατήσουμε από αυτή την ανάλυση; Πρώτον, ότι τα σχήματα άμεσης διατήρησης θέσεων είναι πιο αποτελεσματικά από τις γενναίες επεκτάσεις επιδομάτων ανεργίας σε περιόδους μαζικού εξωτερικού σοκ. Δεύτερον, ότι η ύπαρξη έτοιμων, δομημένων εργαλείων κοινωνικής πολιτικής κάνει τη διαφορά όταν ξεσπά η κρίση. Και τρίτον, ότι η σπατάλη και η κακή στόχευση δεν είναι αναπόφευκτες – είναι επιλογές.

Η επόμενη κρίση, είτε υγειονομική είτε οικονομική, θα έρθει. Η ερώτηση είναι αν θα είμαστε πιο έτοιμοι ή αν θα ξαναβρούμε τους εαυτούς μας να επινοούν πρόχειρες λύσεις με ακριβά λάθη. Η μελέτη του ΟΟΣΑ είναι μια ευκαιρία να μάθουμε πριν χρειαστεί να ξαναπληρώσουμε.