Μακάριος: Επιβεβλημένη η αναθεωρητική προσέγγιση

Τελικά ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος τι ήταν; Ένας επιδέξιος πολιτικός ηγέτης που οι ελιγμοί του έφταναν στα όρια της κρημνοβασίας; Ή μήπως ένας δογματικός ιερωμένος πιστός στον όρκο της Αγίας Φανερωμένης*; Δηλαδή, παρέμεινε πιστός στο όραμα της Ένωσης ή στην πορεία άλλαξε ρότα; 

Ο Μακάριος ο Γ΄ πολύ γρήγορα –από τις αρχές της δεκαετίας του 1960– αντιλήφθηκε πως η Ένωση είχε ξεπεραστεί από τις εξελίξεις. Η ίδρυση της Δημοκρατίας της Κύπρου, με τη συνθήκη του Λονδίνου, έδινε διεθνή νομική υπόσταση σε μια πρώην βρετανική αποικία και στον ίδιο έναν διεθνή ρόλο. Ήταν προφανές ότι αν η Κύπρος προσαρτιόταν στην Ελλάδα, θα ήταν απλώς μια ελληνική περιφέρεια και ο ίδιος χωρίς κανένα ρόλο. Συνεπώς, δεν είχε κανένα λόγο να προωθήσει αυτή την πολιτική. 

Αυτή είναι η μια διάσταση της πολιτικής του Μακαρίου. Την άλλη διάσταση για να την κατανοήσουμε θα πρέπει να την αναλύσουμε μέσα στο συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου. Η Ελλάδα και η Τουρκία, δύο χώρες που αποτελούσαν το στήριγμα της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, κινδύνευαν να βρεθούν σε πόλεμο, λόγω του Κυπριακού. Κάτι που θα είχε οδυνηρές συνέπειες για τη συνοχή της συμμαχίας. Για αυτό οι Αμερικάνοι πίεζαν για μια λύση εντός του πλαισίου του ΝΑΤΟ. Και αυτή δεν ήταν άλλη από την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, έναντι ανταλλαγμάτων που θα δινόταν στην Τουρκία, στη συνέχεια. 

Από την άλλη πλευρά η Σοβιετική Ένωση ήταν απολύτως λογικό να αντιδρά σε μια τέτοια λύση και την υπονόμευε συστηματικά μέσω του δορυφορικού ΑΚΕΛ. Άλλωστε, η μη λύση του Κυπριακού υπονόμευε την ενότητα της νατοϊκής συμμαχίας. Επίσης, είναι γνωστό πως Μακάριος και ΑΚΕΛ πολύ γρήγορα βρήκαν ένα modus vivendi στη νομή της εξουσίας, πολιτικής και οικονομικής. Επιπροσθέτως, υπήρχε μεταξύ των δύο μερών μια απορριπτική ταύτιση απόψεων στο ενδεχόμενο της Ένωσης. Έτσι βάδισαν χέρι-χέρι μέχρι τέλους. 

Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου το σχέδιο Άτσεσον το είδε ως μια χρυσή ευκαιρία για την προσάρτηση της Κύπρου με την μητέρα–πατρίδα. Όμως ο Α. Παπανδρέου λόγω του υπό εκκόλαψη αντιαμερικανισμού του τορπίλισε την πρόταση ενημερώνοντας τον Μακάριο, ο οποίος φυσικά κατήγγειλε το συγκεκριμένο σχέδιο ως διχοτομικό και το έκαψε, εξοργίζοντας τον Γεώργιο Παπανδρέου, όπως είχε εξοργίσει στο Λονδίνο το 1959 τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και την άνοιξη του 1963 τον υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Αβέρωφ. 

Ήταν πλέον σαφές πως ο Αρχιεπίσκοπος είχε επιλέξει στρατόπεδο. Το γεγονός ότι εντάχθηκε στην κίνηση των Αδεσμεύτων, ερμηνεύτηκε από τις ΗΠΑ ως μια επιθετική ουδετερότητα, επικίνδυνη για τη σταθερότητα της περιοχής. 

Είναι γεγονός πως ο Μακάριος εκινείτο στα όρια. Κρημνοβατούσε, όπως έλεγε ο Βύρων Θεοδωρόπουλος. Μερικές φορές χωρίς προστατευτικό δίχτυ ασφαλείας. Και μια φορά τελικά έπεσε, κάνοντας κακή εκτίμηση του συσχετισμού των δυνάμεων αφ' ενός και κυρίως γιατί δεν αντιλήφθηκε πως με την επιστολή που έστειλε στον Φαίδωνα Γκιζίκη στις 2 Ιουλίου 1974, δεν άφηνε κανένα περιθώριο στον ταξίαρχο Δ. Ιωαννίδη να μην τον ανατρέψει. 

Στην Κύπρο η πολιτεία του Μακαρίου παραμένει στο απυρόβλητο από ένα μακαριογενές πολιτικό σύστημα. Στην Ελλάδα, όμως, ίσως θα έπρεπε να αρχίσουν να λέγονται κάποια πράγματα.

*Ο όρκος που δόθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο στην εκκλησία της Αγίας Φανερωμένης στις 22 Αυγούστου 1954 μπροστά σε εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες της Κύπρου. «…είμεθα Έλληνες και μετά των Ελλήνων επιθυμούμεν να ζήσωμεν…εις εν και μόνον αποβλέποντες τέρμα, την Ένωσιν και μόνον την Ένωσιν».

Διαβάστε Περισσότερα